HIT CHANNEL ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΗ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ: Φεβρουάριος 2025. Είχαμε την μεγάλη τιμή να μιλήσουμε μ’ έναν πολύ ταλαντούχο μουσικό: τον Jim McCarty. Είναι περισσότερο γνωστός ως drummer και ιδρυτικό μέλος των The Yardbirds, ενός από τα επιδραστικότερα συγκροτήματα της δεκαετίας του ‘60s. Τρεις από τους σπουδαιότερους κιθαρίστες όλων των εποχών ήταν μέλη των Yardbirds: Ο Eric Clapton, ο Jeff Beck και ο Jimmy Page. Ο Jim McCarty μετά την διάλυση των Yardbirds των 1968, ήταν συνιδρυτής των Renaissance, Illusion και Box of Frogs. Έχει κυκλοφορήσει επίσης τρία solo albums και το τελευταίο του single ονομάζεται “Breath of the Wind”. Διαβάστε παρακάτω τα πολύ ενδιαφέροντα πράγματα που μας είπε:
Το “Breath of the Wind” είναι το πιο πρόσφατο τραγούδι σας. Τι σας ενέπνευσε να το γράψετε;
Έχασα πρόσφατα τη γυναίκα μου, είχε καρκίνο και πέθανε πριν από περίπου τέσσερα χρόνια. Έψαχνα τι της συνέβη και κατάφερα να επικοινωνήσω μαζί της, γιατί ήμασταν πολύ κοντά. Σκέφτηκα: «Θα κάνω ένα τραγούδι γι’ αυτήν και γι’ αυτό που συνέβη. Θα κάνω ένα τραγούδι για την επικοινωνία», που ήταν ωραίο. Θυμάμαι ότι πήγα σε ένα μέντιουμ και αυτή «ήρθε» σε μια συνεδρία με το μέντιουμ και είπε ότι της έγραψα ένα τραγούδι και είχα το τραγούδι “Breath of the Wind”. Το μέντιουμ είπε: «Θα ήθελα να τ’ ακούσω», έτσι, έστειλα το demo και μου είπε: «Ω, είναι υπέροχο τραγούδι». Το δούλεψα λίγο περισσότερο και έτσι έγινε.
Ποια είναι τα τελευταία νέα από το στρατόπεδο των Yardbirds;
Τα τελευταία νέα είναι ότι ξεκινάμε μια περιοδεία στα τέλη Μαρτίου στις ΗΠΑ, έτσι, θα παίξω σ’ ένα Beatles Fest στο New Jersey, το οποίο είναι δύο ή τρεις ημέρες και στη συνέχεια θα περιοδεύσουμε με τους Yardbirds για περίπου δύο εβδομάδες. Κάνουμε ένα καινούργιο show τώρα: Μιλάω για την ιστορία του συγκροτήματος και μετά κάνουμε τα τραγούδια έτσι όπως προκύπτουν, παίζουμε το τραγούδι και έχουμε μια προβολή πίσω μας που δείχνει πού παίξαμε, με ποιους παίξαμε και όλα αυτά τα πράγματα. Λοιπόν, είναι ένα multimedia show.
Κατά τη γνώμη σας, τι κάνει τη μουσική των Yardbirds να εξακολουθεί να είναι επίκαιρη το 2025;
Ναι, είναι ένα μικρό μυστήριο. Δεν ξέρω, αλλά πιθανώς το γεγονός ότι όταν δημιουργούσαμε μουσική, πάντα προσπαθούσαμε να κοιτάμε το μέλλον. Δεν ξέρω πώς να το εξηγήσω, αλλά βασικά απλώς διασκεδάζαμε και κάναμε τη μουσική διαφορετικά. Υποθέτω ότι είμαστε τυχεροί που η μουσική συνεχίζει ακόμα και δεν ακούγεται ποτέ παλιά.
Τι ανακαλύψατε κατά τη διαδικασία συγγραφής του τελευταίου σας βιβλίου “She Walks In Beauty” (2021);
Τι ανακάλυψα; Περισσότερο το θέμα του τραγουδιού, του “Breath of the Wind”. Το βρήκα πολύ ενδιαφέρον γιατί άρχισα να μελετάω εμπειρίες πνευματιστικής διαμεσότητας και επιθανάτιων εμπειριών και κατέληξα στο συμπέρασμα ότι η γυναίκα μου ήταν ακόμα παρούσα και η συνείδησή της συνέχιζε να υπάρχει και αυτό ισχύει για όλους: Όταν πεθαίνουμε, δεν πεθαίνουμε πραγματικά, είμαστε ακόμα παρόντες, αλλά απλώς σε άλλη μορφή. Έτσι, ήταν μια εντελώς νέα μελέτη και ήταν πολύ ενδιαφέρον για μένα να το κάνω. Ήταν πολύ ωραίο ν’ ασχοληθώ μ’ όλα αυτά τα πράγματα.
Πόσο χρήσιμες ήταν για τους Yardbirds οι χριστουγεννιάτικες συναυλίες στο Hammersmith Odeon ανοίγοντας για τους Beatles τον Δεκέμβριο του 1964/ Ιανουάριο του 1965;
(Γέλια) Ναι, ήταν πολύ καλή ευκαιρία γιατί δεν ήμασταν τόσο γνωστοί, αλλά ήμασταν αρκετά γνωστοί σ’ αυτήν την περιοχή, στο Νοτιοδυτικό Λονδίνο. Παίζαμε σ’ ένα μέρος που λεγόταν Richmond και όταν οι Beatles έκαναν τις συναυλίες έπαιζαν στο Hammersmith, το οποίο δεν είναι πολύ μακριά από το Richmond, απέχει μόλις μερικά χιλιόμετρα, οπότε ήμασταν το τοπικό συγκρότημα. Παίξαμε με άλλα συγκροτήματα, αλλά όλα ήταν από το Liverpool όπως οι Freddie and the Dreamers και άλλα συγκροτήματα του Liverpool που είχαν manager τον Brian Epstein (σ.σ: manager των Beatles). Επίσης, υπήρχε ένας publisher (σ.σ: ο Ronnie Beck) στο κοινό που είχε ένα demo του “For Your Love” γραμμένο από τον Graham Gouldman (σ.σ: μετέπειτα τραγουδιστή και μπασίστα των 10cc), ο οποίος ήταν ένας νεαρός συνθέτης από το Manchester, νεότερος από εμάς, και προσπαθούσαν να βρουν κάποιον να το κάνει και πίστευε ότι οι Yardbirds θα ταίριαζαν στο τραγούδι. Στην συνέχεια, ακούσαμε το demo του “For Your Love” με τον manager μας που ζούσε στο Λονδίνο και πιστεύαμε ότι ήταν σπουδαίο τραγούδι και αποφασίσαμε να το ηχογραφήσουμε γιατί ψάχναμε μια επιτυχία. Ναι, ήταν πολύ ικανοποιητικό για εμάς να κάνουμε τις συναυλίες, αλλά φυσικά όταν έπαιζαν οι Beatles, είχε πολύ θόρυβο, γιατί υπήρχαν πολλοί άνθρωποι που ούρλιαζαν. Οι Beatles πολλές φορές σαχλαμάριζαν, γιατί δεν μπορούσες ν’ ακούσεις τι έπαιζαν, τόσο δυνατά ήταν στην αίθουσα (γέλια), αλλά είχαν πλάκα και μιλήσαμε μαζί τους και ήταν πολύ ενδιαφέροντες, ξέρεις, ήταν ωραίοι.
Ξέρω ότι ο John Lennon έκανε ένα demo του “The Breaking Point” (1961) του Chuck Jackson για τους Yardbirds. Πώς προέκυψε;
Λοιπόν, δεν ήταν demo, ήταν ήδη ένα single και όπως είπα ψάχναμε για ένα hit και σκεφτήκαμε ότι οι Beatles θα μας έγραφαν κάποιο, αυτό υπονοούνταν κατά κάποιο τρόπο, αλλά ο John Lennon είχε αυτό το τραγούδι το “The Breaking Point”, το οποίο ήταν ένα single σε 45άρι και μας το έδωσε. Δεν γράφτηκε αποκλειστικά για εμάς, το έγραψε ο Burt Bacharach, ήταν καλό τραγούδι, αλλά δεν ήταν πραγματικά αυτό που ψάχναμε.
Περιμένατε την εμπορική επιτυχία του single “For Your Love” (1965);
Ναι, πιστεύαμε ότι θα είχε επιτυχία. Μας άρεσε η demo βερσιόν, η βερσιόν του Graham Gouldman και όταν το ηχογραφήσαμε ήταν αρκετά ενδιαφέρον γιατί χρησιμοποιήσαμε τσέμπαλο και όχι πραγματικό μπάσο, κυρίως ένα μπάσο με δοξάρι στον δίσκο και bongos και ακουγόταν υπέροχο στο studio. Πάντα πιστεύαμε: «Αυτό θα γίνει επιτυχία, ακούγεται τόσο καλό».
Συν-γράψατε το “Still I’m Sad” (από το “Having a Rave Up” -1965) με τον Paul Samwell–Smith (μπάσο). Πείτε μας λίγα λόγια γι’ αυτό το υπέροχο τραγούδι.
Λοιπόν, είχαμε κάθε είδους επιρροές που μας άρεσαν. Μας άρεσε πολλή, διαφορετική κλασική μουσική και πιστεύαμε ότι ήταν ιδιαίτερα ωραίο ν’ ακούμε Γρηγοριανούς ψαλμούς από μοναχούς σε μοναστήρι, ήταν πολύ χαλαρωτικός ήχος και πολύ υποβλητικός. Αυτό ήταν ένα από τα πράγματα που μας άρεσαν, οπότε, σκεφτήκαμε να κάνουμε κάτι σ’ αυτό το στυλ. Βασικό ο Paul κι εγώ μαζί γράψαμε το τραγούδι, ήταν ένα πολύ απλό τραγούδι σε μινόρε κλειδί που μιλάει για το να είσαι λυπημένος επειδή χάνεις μια κοπέλα (γέλια).
Σας αρέσει η διασκευή των Rainbow στο “Still I’m Sad” (στο “Ritchie Blackmore’s Rainbow” -1975);
Ναι! Ναι, είναι τόσο υπέροχο τραγούδι, που αρκετοί άλλοι το έχουν κάνει. Ο Ritchie το έκανε και έκανε μια ωραία εκτέλεση, ναι, οι Rainbow. Υπάρχουν και άλλες εκτελέσεις, δεν μπορώ να θυμηθώ ποιος το έκανε (σ.σ: οι Boney M.), αλλά υπάρχουν φωνητικά σε στυλ ψαλμωδίας που είναι ωραία.
Γιατί το album “Roger the Engineer” (1966) είναι τόσο ξεχωριστό για εσάς;
Ήταν το πρώτο πραγματικό album που θα ηχογραφούσαμε. Είχαμε ένα album live στο Marque (σ.σ: “Five Live Yardbirds” -1964), το οποίο ήταν μια live εμφάνιση και μετά τα albums που κυκλοφόρησε η δισκογραφική εταιρεία ήταν πάντα συλλογές τραγουδιών και δεν είχαμε την ευκαιρία να κάνουμε ένα album όλοι μαζί και να πάμε στο studio. Διασκεδάσαμε πολύ γιατί παίζαμε μερικά από τα τραγούδια live, έτσι τα αναπτύξαμε στο studio και μερικά απ’ τα τραγούδια τα φτιάξαμε επιτόπου. Έτσι, διασκεδάσαμε πολύ και γελάσαμε πολύ και νομίζω ότι αυτός ο συνδυασμός απέδωσε και φυσικά ο Jeff Beck ήταν πολύ καλός στη συγκεκριμένη ηχογράφηση, έπαιξε μερικά σπουδαία πράγματα.
Οι Yardbirds έκαναν πολλούς Άγγλους ακροατές να μάθουν Αμερικανούς blues καλλιτέχνες όπως οι Sonny Boy Willamson, Howlin’ Wolf και Eddie Boyd. Δυσκολευτήκατε να γίνετε αποδεκτοί από ένα μεγαλύτερο κοινό;
Ήταν ενδιαφέρον γιατί στην Αμερική ο κόσμος δεν είχε πραγματικά ακούσει αυτά τα τραγούδια επειδή ήταν όλα από τους Μαύρους μουσικούς και η μουσική των Μαύρων δεν ακούγονταν τόσο πολύ, επειδή ήταν ένα διαφορετικό κύκλωμα, οι λευκοί δεν πήγαιναν να δουν Μαύρη μουσική, ήταν διαχωρισμένες. Έτσι, οι άνθρωποι στην Αμερική νόμιζαν ότι ήταν δική μας η μουσική, δεν καταλάβαιναν (γέλια). Πράγματα σαν το “Smokestack Lightnin” (Howlin’ Wolf), νόμιζαν ότι εμείς το γράψαμε, φυσικά, όταν το συνειδητοποίησαν, όλοι αυτοί οι μαύροι μουσικοί έγιναν ξαφνικά δημοφιλείς και ήταν ωραίο γιατί πήγαινες στο Chicago και υπήρχαν πολλοί άνθρωποι στα clubs του Σικάγο που παρακολουθούσαν όλους αυτούς τους μαύρους μουσικούς, κάτι που ήταν ωραίο.
Πόσο σημαντική ήταν η συμβολή του Giorgio Gomelsky (manager και παραγωγός) στην επιτυχία των Yardbirds;
Νομίζω πάρα πολύ, γιατί είχε πολύ καλές ιδέες, ήταν δημιουργικός άνθρωπος, έμοιαζε με μποέμ, είχε μικτή καταγωγή από την ηπειρωτική Ευρώπη, νομίζω ότι ο πατέρας και η μητέρα του ήταν Ελβετοί και Ρώσοι, οπότε είχε μικτή καταγωγή και δούλευε σε ταινίες και πάντα είχε πολλές καλές ιδέες για εμάς, πράγματα όπως το να πάμε στα Sun Studios στο Memphis και να ηχογραφήσουμε και να πάμε στο Chicago στα Chess Studios. Αλλά δεν ήταν τόσο καλός όσον αφορά τα χρήματα (γέλια), δεν κερδίσαμε πολλά χρήματα όσο ήταν manager μας.
Το “Clapton is God” γκράφιτι και το hype γύρω από τον Eric Clapton δημιούργησαν εντάσεις μέσα στο συγκρότημα;
Όχι πραγματικά. Πάντα είχε πολύ υψηλό προφίλ, τον ενδιέφερε πολύ το πώς έδειχνε στη σκηνή, ο τρόπος παρουσίασής του και ο τρόπος που ντυνόταν. Ήταν διαφορετικός από το υπόλοιπο συγκρότημα γιατί είχε τόσο μεγάλη επίγνωση όλων αυτών, κάτι που τον έκανε πολύ διαφορετικό. Έτσι, ήταν αρκετά φιλόδοξος και πάντα θα κατέληγε μόνος του. Δεν ήταν κάποιος που ήταν χαρούμενος μέσα σ’ ένα συγκρότημα. Ξέρεις τι εννοώ; Πάντα θα γινόταν solo παίχτης.
Ήταν ενδιαφέρουσα εμπειρία να παίξετε στην ταινία “Blow–Up” (1966) του Antonioni;
Ήταν πολύ ενδιαφέρον γιατί πήγαμε στο studio και μας είχαν «κλείσει» να πάμε σ’ ένα studio που βρισκόταν στο Βόρειο Λονδίνο και όταν πήγαμε στο γύρισμα, ήταν ένα ακριβές αντίγραφο ενός club στο οποίο παίζαμε, το Ricky-Tick club, που βρισκόταν στο Windsor, λίγο έξω από το Λονδίνο, έτσι το να πηγαίνεις στο γύρισμα ήταν σαν να πηγαίνεις στο club, ήτα πολύ περίεργο. Ο Antonioni ήταν πολύ τελειομανής, ήθελε όλα να είναι σωστά, οπότε καταλήξαμε να κάνουμε αυτό το μικρό μέρος στην ταινία, πήρε περίπου πέντε μέρες για να γίνει αυτό. Ήταν πολύ περίεργος ο τρόπος που το έβλεπε, γιατί είχε όλο το κοινό να στέκεται εκεί και να κοιτάζει το διάστημα (σ.σ: σαν χαμένοι), κάτι που δεν ίσχυε όσον αφορά τις συναυλίες μας, γιατί τις περισσότερες φορές όλοι χοροπηδούσαν δεξιά κι αριστερά (γέλια). Ήταν περίεργο αλλά ήταν μια καλή ταινία για να συμμετάσχεις γιατί είχε αυτή την υψηλή ποιότητα τέχνης.
Είναι αλήθεια ότι ο Jeff Beck δεν ήθελε να σπάσει την κιθάρα του στην ταινία “Blow–Up” (1966) όπως έκανε ο Pete Townshend;
Ναι, ναι, δεν του άρεσε αυτό. Δεν ήταν φυσικό γι’ αυτόν να σπάσει την κιθάρα. Αν σπάσει την κιθάρα, θα χάσει το ρυθμό του. Συνέβη στην πραγματικότητα, αλλά, δεν του άρεσε να το γυρίσει και νομίζω ότι ήταν αρκετά δύσκολο γι’ αυτόν. Κάναμε μια περιοδεία με τους Rolling Stones και μας έδωσαν πολλές φτηνές κιθάρες για να εξασκηθούμε (γέλια) και ναι, ήταν πολύ άβολο, δεν του ήταν και τόσο φυσικό να το κάνει αυτό.
Είστε υπεύθυνος για το ότι παίζατε το “Dazed and Confused” του Jake Holmes στις συναυλίες σας. Ποια είναι η ιστορία πίσω απ’ αυτό;
Ζοριζόμασταν στο τέλος των Yardbirds, όπου είχαμε μια 4-μελη σύνθεση. Ο Jeff Beck και ο Paul Samwell-Smith είχαν φύγει και ο Jimmy Page έπαιζε lead κιθάρα και ψάχναμε για το σύνηθες, χρειαζόμασταν άλλο ένα hit και είχαμε πάει στον Mickie Most (σ.σ: παραγωγός The Animals, Donovan, Jeff Beck Group) που είχε όλες αυτές τις απαίσιες ιδέες που πραγματικά δεν δούλεψαν. Έτυχε να παίζουμε στη Νέα Υόρκη με αυτόν τον folk τραγουδιστή ονόματι Jake Holmes και εγώ στεκόμουν πίσω όταν έπαιζε και έπαιζε όλο folky jazz μουσική και μετά έπαιξε αυτό το τραγούδι με αυτό το μυστήριο riff με τη φθίνουσα σειρά και σκέφτηκα: «Ω, αυτό ακούγεται καλό. Αυτός ο ήχος είναι κάτι που μπορούμε να κάνουμε» (γέλια). Έτσι, την επόμενη μέρα πήγα σ’ ένα δισκάδικο στο Greenwich Village και αγόρασα αυτό το album βινυλίου, λεγόταν “‘The Above Ground Sound’ of Jake Holmes” (1967) και το “Dazed and Confused” ήταν σ’ αυτό, οπότε δουλέψαμε την δική μας βερσιόν και το παίζαμε (γέλια).
Αποτυπώνει το “Yardbirds ‘68” (2017) live album το αληθινό πνεύμα μιας συναυλίας των Yardbirds;
Ναι, ξαφνιάστηκα πολύ γιατί όπως είπα τότε ήμασταν κοντά στο τέλος της ζωής μας ως Yardbirds και όλοι ήμασταν πολύ κουρασμένοι και σκέφτηκα: «Ω, δεν θυμάμαι εκείνη η συναυλία να ήταν πολύ καλή», αλλά όταν άκουσα το remix της που είχε κάνει ο Jimmy, σκέφτηκα: «Ακούγεται πολύ καλό, ακούγεται αναζωογονητικό». Ακούγεται καλό και μπορώ να το καταλάβω, καταλαβαίνω γιατί ήθελε να το κυκλοφορήσει.
Ποια ήταν η διαφορά μεταξύ του Eric Clapton, του Jeff Beck και του Jimmy Page ως παίχτες και ως προσωπικότητες;
Λοιπόν, ήταν όλοι πολύ διαφορετικοί. Ο Eric ήταν ένας πολύ αφοσιωμένος blues παίχτης και λάτρευε τα blues. Ήταν πολύ αφοσιωμένος, έκανε εξάσκηση όλη την ώρα και λάτρευε αυτά τα πράγματα. Επίσης, τον απασχολούσε πολύ, όπως είπα, η εικόνα του, το πώς φαινόταν και το πόσο κομψός ήταν. Τον Jeff, από την άλλη, δεν τον ένοιαζε και πολύ. Απλώς φορούσε παλιά βρώμικα ρούχα, ό,τι ήταν χαρούμενος να φοράει, τζιν ή t-shirt ή οτιδήποτε άλλο, αλλά έπαιζε διαφορετικά και έπαιζε διάφορα στυλ και αυθόρμητα, δεν τα είχε δουλέψει. Απλώς έπαιζε και έπαιζε υπέροχα πράγματα. Ο Jimmy Page ήταν πολύ πιο οργανωμένος, έπαιζε σε sessions, έτσι, έπαιζε αυτό που ήθελες ή ό,τι χρειαζόταν και τα προετοίμαζε όλα και έκανε edit σ’ όλα. Ήταν πολύ επαγγελματίας σ’ αυτό. Πιθανόν να ήταν πολύ άγριος στους Zeppelin, αλλά δεν ήταν τόσο άγριος με εμάς, ήταν πάρα πολύ εύκολος.
Τι σημαίνει για εσάς η ένταξη των Yardbirds στο Rock and Roll Hall of Fame το 1992;
Ήμουν πολύ περήφανος, δεν πίστευα ότι θα κάναμε ποτέ κάτι τέτοιο. Πάντα πίστευα ότι ήμασταν πολύ υποτιμημένοι ως συγκρότημα. Προσπάθησαν να μας βάλουν την προηγούμενη χρονιά, το 1991 και δεν μπήκαμε, δεν ψηφιστήκαμε, αλλά την επόμενη χρονιά ψηφιστήκαμε και ήταν υπέροχο γιατί ψηφιστήκαμε μαζί με τον Jimi Hendrix, τον Johnny Cash, ο οποίος ήταν ένα από τα είδωλά μας και τους Booker T. και οι M.G., φανταστικά συγκροτήματα και ήμουν πολύ περήφανος που μπήκαμε. Ήταν πολύ ωραία ευκαιρία να γνωρίσω όλους αυτούς τους μεγάλους αστέρες του rock ‘n’ roll.
Διασκεδάσατε όταν κάνατε το album “Birdland” (2003);
Ναι, πίστευα ότι ήταν καλό, είχε πολλή δουλειά. Γράψαμε μερικά καινούργια τραγούδια, συμμετείχαν πολλοί άνθρωποι, πολλοί άλλοι κιθαρίστες, κυρίως μέσω του Steve Vai, γιατί ήταν στη δισκογραφική εταιρεία του Steve (σ.σ: Favored Nations) και το ηχογραφήσαμε στο studio του στο Hollywood. Ναι, ήταν πολύ διασκεδαστικό, πήρε πολύ χρόνο και ήταν λίγο κρίμα που δεν τα πήγε καλύτερα. Ήμασταν λίγο αναστατωμένοι γι’ αυτό, δεν πούλησε τόσες χιλιάδες δίσκους (γέλια), αλλά στον κόσμο άρεσε, πίστευα ότι ήταν καλό album.
Θυμάστε τη συναυλία των Yardbirds στην Αθήνα το 2003;
Ναι, παίξαμε σε ένα club (σ.σ: το Gagarin) εκεί και νομίζω ότι πήγαμε στη Θεσσαλονίκη, παίξαμε δυο συναυλίες. Πάντα αγαπούσα την Ελλάδα γιατί πήγαινα μερικές φορές για διακοπές στο Πήλιο.
Ο Roger Waters από τους Pink Floyd έχει σπίτι εκεί και ο Boris Johnson, ο πρώην πρωθυπουργός σας.
Αλήθεια, είναι (σ.σ: ο Boris Johnson) στο Πήλιο;! (γέλια) Ξέρω ότι ο Roger έχει ένα σπίτι, ναι. Τον έχω συναντήσει μερικές φορές αλλά δεν τον είδα στην Ελλάδα. Για να είμαι ειλικρινής, δεν πήγα ποτέ στα ελληνικά νησιά, έχω πάει στην ηπειρωτική χώρα, πίστευα ότι ήταν υπέροχη, μ’ άρεσε πολύ. Λατρεύω μέρη σαν τους Δελφούς με όλα τα παλιά αγάλματα.
Είμαι στη Νότια Ελλάδα, κοντά στην Αρχαία Ολυμπία, στην Πελοπόννησο. Ο Steve Hackett (Genesis -κιθάρα) έχει έρθει στην Ολυμπία με τη γυναίκα του.
Στην Ολυμπία;! Ωραία! Υπέροχα, υπέροχα, νομίζω ότι είναι ωραίο μέρος. Ναι, ναι, λατρεύω τον Steve. Ο Steve είναι υπέροχος. Ο Steve είναι φίλος μου, έχει παίξει σε μερικά solo κομμάτια μου, είναι καλός τύπος.
Ποιο ήταν το μεγαλύτερο ταλέντο που είχε ο Keith Relf (φωνητικά – πέθανε το 1976);
Ήταν καλός παίχτης φυσαρμόνικας και είχε σπουδαίες ιδέες και μπορούσε να σκαρφιστεί τα πάντα. Ήταν πολύ καλός στη σκηνή γιατί είχε πολλές ιδέες και μπορούσε να παίξει τα πάντα και να τραγουδήσει. Ήταν πολύ καλός στον αυτοσχεδιασμό, έμοιαζε λίγο με τον Jeff, αυτοσχεδίαζαν πολύ εκείνη την εποχή και αλληλεπιδρούσαν μεταξύ τους. Δούλευαν καλά μαζί, αυτός και ο Jeff.
Σοκαριστήκατε με την είδηση του θανάτου του Jeff Beck το 2023;
Ναι, ήταν τρομερό! Ήταν πραγματικό σοκ. Ήταν φρικτό και δεν μπορούσα να κάνω τίποτα για λίγες μέρες, ήταν τόσο απαίσιο. Δεν μπορούσα να το καταλάβω γιατί ήταν πολύ καλά και ήταν πολύ απασχολημένος, γιατί για πολλά χρόνια δεν έπαιζε σχεδόν καθόλου, άραζε στο σπίτι του. Αλλά ήταν απασχολημένος τα τελευταία δέκα περίπου χρόνια και ήταν μεγάλο σοκ γιατί πραγματικά δεν ήταν τόσο μεγάλος.
Τα πηγαίνατε καλά με τον Peter Grant (μελλοντικός manager των Led Zeppelin) όταν ήταν manager των Yardbirds;
Ναι, ήταν καλός. Ήταν πάντα πολύ επαγγελματίας προς το συγκρότημα, πάντα φρόντιζε να πληρώνεται το συγκρότημα, φρόντιζε το συγκρότημα και ταξίδευε μαζί μας και ήταν καλός άνθρωπος.
Όταν ο Jimmy Page και ο John Paul Jones αποφάσισαν αρχικά να δημιουργήσουν μια νέα βερσιόν των Yardbirds με τους τότε άγνωστους John Bonham και Robert Plant, περιμένατε ότι θα γίνονταν τόσο δημοφιλείς;
Όχι, όχι! (γέλια) Όχι πραγματικά, γιατί σε ότι με αφορά έπαιζαν το ίδιο με εμάς, κι εγώ υποθέτω ότι ήμουν πολύ κουρασμένος, είχα μπουχτίσει μ’ αυτό και ήθελα να κάνω κάτι άλλο. Έτσι, εξεπλάγην, αλλά φυσικά υπήρχε μεγάλο όφελος σ’ αυτό το είδος μουσικής και έγιναν πολύ μεγάλοι, έτσι δεν είναι; Κάποιος ήρθε στο σπίτι μου, έκαναν ένα βιβλίο για τους Zeppelin, ήταν λίγους μήνες αργότερα και μου έδειξε αυτές τις φωτογραφίες. Είχαν κάπου το ρεκόρ προσέλευσης σε συναυλία, χιλιάδες κόσμου και είπα: «Όχι, ρε φίλε! Εμείς φύγαμε. Άσε τους μισούς για εμάς».
Ποιο ήταν το μουσικό όραμα που είχατε όταν σχηματίσατε τους Renaissance;
Σίγουρα ήταν να κάνουμε κάτι διαφορετικό. Είχαμε ιδέες να κάνουμε κάτι σαν το “Hair”, το μιούζικαλ και λίγο σαν τους Fairport Convention ή κάτι τέτοιο, τέτοιου είδους στυλ αλλά διαφορετικό. Φυσικά, βγήκε διαφορετικό κυρίως λόγω του John Hawken (πλήκτρα), επειδή άρχισε να παίζει κλασικό πιάνο σ’ ένα από τα τραγούδια και θεωρήσαμε ότι ήταν υπέροχο. Έτσι, δημιούργησε πραγματικά αυτόν τον κλασικότροπο prog rock ήχο που ήταν ασυνήθιστος, οπότε συνεχίσαμε από κει.
Απολαύσατε την περιοδεία των Renaissance με τους Kinks το 1970;
Α, ναι! Δεν ήταν περιοδεία στην πραγματικότητα, παίξαμε στην Αμερική, ναι. Δεν ήταν περιοδεία, αλλά παίξαμε μερικές φορές μαζί τους. Ναι, ήταν καλά, αλλά είχαμε ήδη παίξει με τους Kinks με τους Yardbirds σε περιοδεία. Τα πήγαμε πολύ καλά μαζί τους.
Πόσο αντίκτυπο είχε σε σας το “Jimmy Reed at Carnegie Hall” (1961) album;
Ήταν η πρώτη φορά που άκουσα κάτι τέτοιο. Ο Paul Samwell-Smith, ο μπασίστας, με πήγε σπίτι του και το έπαιξε και για μένα ήταν υπέροχο, ήταν ένα υπέροχο συναίσθημα, ένα blues συναίσθημα και σπάνιος ενθουσιασμός. Πίστευα ότι ήταν σπουδαίο album.
Ποια ήταν η ιδέα πίσω από τους Box of Frogs;
Εμείς (σ.σ: τα μέλη των Yardbirds) μαζευόμασταν εδώ κι εκεί και κάναμε μια συναυλία στο Marquee που ήταν η 20ή επέτειος του Marquee και βρεθήκαμε ξανά μαζί ο Paul (σ.σ: Samwell-Smith -μπάσο), ο Chris (σ.σ: Dreja -ρυθμική κιθάρα) κι εγώ, φέραμε άλλους ανθρώπους και μετά αρχίσαμε να γράφουμε τραγούδια και όλα εξελίχθηκαν. Δουλέψαμε με τον John Fiddler (σ.σ: Medicine Head -κιθάρα, φωνητικά) και είχαμε μερικά τραγούδια και όλο και περισσότερα και στη συνέχεια καταλήξαμε να ηχογραφήσουμε ένα πλήρες album (σ.σ: “Box of Frogs”-1964), το οποίο ήταν διασκεδαστικό και φέραμε τον Jeff Beck, τον Steve Hackett, τον Rory Gallagher και αυτούς τους άλλους μουσικούς. Πολύ διασκεδαστικό.
Τι αναμνήσεις έχετε από τη συνεργασία σας με τον Rory Gallagher στα albums των Box of Frogs;
Ήταν υπέροχο να δουλεύεις μαζί του. Του άρεσε να πίνει πολύ, ξέρεις, έπινε Jack Daniels (γέλια), αλλά ήταν πολύ καλός τύπος και πολύ καλός παίχτης. Έπαιξε σε μια βερσιόν του “Heart Full of Soul”, θυμάμαι κάναμε μια λίγο διαφορετική βερσιόν (σ.σ: στο “Strange Land” -1986). Έπαιξε σε μερικά καλά πράγματα και έπαιξε καλά.
Ποιες είναι οι επιρροές σας ως drummer;
Μ’ άρεσαν όλοι οι drummers της δεκαετίας του ‘60. Μ’ αρέσει η jazz, μ’ αρέσει ο drummer των Dave Brubeck Quarter, ο Joe Morello. Μ’ αρέσουν όλοι οι drummers: ο Art Blakey, ο Gene Krupa, όλα τα jazz πράγματα και μετά μ’ άρεσαν άνθρωποι όπως ο Hal Blaine (Frank Sinatra, Elvis Presley), ο οποίος ήταν ένας σπουδαίος session drummer και έπαιξε σε πολλούς δίσκους, έπαιξε στους δίσκους των Beach Boys και σ’ όλα αυτά και ήταν σπουδαίος drummer. Και φυσικά, ο Keith Moon, ο Ginger Baker και ο John Bonham, πάντα ήταν υπέροχοι, όλοι οι Άγγλοι rock drummers, ήταν καλοί.
Πώς ήταν να είσαι μουσικός στο Λονδίνο στα Swinging Sixties;
(Γέλια) Πολύ κουραστικό, πραγματικά. Είχε πάρα πολύ δουλειά γιατί δεν ήξερες πού βρισκόσουν, ταξίδευες και έκανες φωτογραφίσεις και μετά πήγαινες να ηχογραφήσεις και μετά έπαιζες μια συναυλία και μετά κατέληγες σ’ ένα night club, οπότε, είχε πάρα πολύ δράση και ήταν αρκετά συναρπαστικό, αλλά ξέρεις, ήταν λίγο σαν να βρίσκεσαι μέσα σ’ έναν ανεμοστρόβιλο (γέλια), όλα γίνονταν ταυτόχρονα.
Η μουσική του George Harrison, η μουσική του Jimi Hendrix, η μουσική του Santana, είχε επίσης μια πολύ έντονη πνευματική πτυχή. Είναι πνευματική η σημερινή μουσική;
Δεν ξέρω για τη σημερινή μουσική (γέλια). Υπάρχουν κάποια έξυπνα πράγματα. Η Taylor Swift είναι αρκετά έξυπνη σ’ αυτό που κάνει και όπως παρουσιάζει τον εαυτό της. Υπάρχουν μερικά καλά πράγματα… Δεν υπάρχουν πραγματικά τόσα πολλά νέα συγκροτήματα τριγύρω, αλλά ακούς ενδιαφέροντα πράγματα μερικές φορές. Αλλά δεν ξέρω όσον αφορά το πνευματικό (γέλια), δεν το ακούς και πολύ.
Έτυχε να γνωρίσετε ανθρώπους όπως ο Jimi Hendrix ή ο Brian Jones;
Ναι, περισσότερο τον Brian Jones. Νομίζω ότι ο Brian κάποια στιγμή ήθελε να γίνει ο manager μας, ήταν αρκετά ενδιαφέρων. Δεν ήξερα πραγματικά τον Jimi Hendrix, αλλά τον συνάντησα, ήταν καλός, ήταν πολύ ήσυχος, όχι όπως ήταν στη σκηνή (γέλια).
Σας άρεσαν drummers της εποχής σας όπως ο Charlie Watts και ο Ringo Starr;
Ναι, ναι! Ναι, έβλεπα κάπου τον Ringo ή τον Charlie, εδώ κι εκεί, ήταν πάντα φιλικοί. Ήταν drummers που έπαιζαν πολύ τα ουσιώδη, κρατούσαν τα γκέμια, κρατούσαν το συγκρότημα ενωμένο, ήταν πολύ σταθεροί.
Είστε αισιόδοξος για το μέλλον των blues;
Ναι, είμαι. Είναι πολύ διαφορετικά τώρα, έτσι δεν είναι; Τα Blues έρχονται από παντού, δεν είναι απαραίτητα Μαύρα, νομίζω ότι ο Buddy Guy είναι ο τελευταίος εν ζωή τύπος. Υπάρχει ο Joe Bonamassa που φαίνεται να είναι ένας από τους κορυφαίους παίχτες και υπάρχουν πολλοί διαφορετικοί λευκοί blues παίχτες, αλλά νομίζω ότι τα blues θα συνεχίσουν. Είναι πάντα τόσο συναρπαστικά.
Ένα τεράστιο «ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ» στον κύριο Jim McCarty για τον χρόνο του.
Official Jim McCarty website: https://www.jamesmccarty.com/
Official Jim McCarty Facebook page: https://www.facebook.com/people/Drummersingersongwriter-Jim-McCarty-of-the-Yardbirds-and-Renaissance/100063451668431/
Official Yardbirds website: https://www.theyardbirds.com/