HIT CHANNEL ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΗ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ: Απρίλιος 2024. Είχαμε την μεγάλη τιμή να μιλήσουμε μ’ έναν από τους σπουδαιότερους drummers όλων των εποχών: τον Simon Kirke. Είναι περισσότερο γνωστός ως ιδρυτικό μέλος των Free και Bad Company, δύο από τα καλύτερα συγκροτήματα της δεκαετίας του ‘70. Έχει παίξει επίσης με τους Ringo Starr & His All-Starr Band, Led Zeppelin, Jon Lord, Keith Emerson. Ως solo καλλιτέχνης έχει κυκλοφορήσει τρία albums. Το 2017, κυκλοφόρησε την πιο πρόσφατη solo δουλειά του με τίτλο “All Because of You”. Διαβάστε παρακάτω τα πολύ ενδιαφέροντα πράγματα που μας είπε:
Ξέρω ότι τον Ιούλιο θα συμμετάσχετε στο Rock ‘N’ Roll Fantasy Camp. Ποια είναι τα projects με τα οποία ασχολείστε αυτή τη στιγμή;
Εντάξει. Πω-πω, είσαι πολύ καλά ενημερωμένος, φίλε μου. Ναι, το κάνω αυτό. Έχω κάνει πάρα πολλά fantasy camps όλα αυτά τα χρόνια, είμαι στο Διοικητικό Συμβούλιο, ξέρεις, αλλά επίσης αυτή τη στιγμή γράφω μια rock opera για τον εθισμό και τη χρήση ναρκωτικών. Ονομάζεται “Rock Bottom” και θα είναι πάρα πολύ καλή. Έχουμε γράψει περίπου 14 τραγούδια και εγώ και άλλοι δύο τύποι έχουμε γράψει το σενάριο. Αυτό είναι το κύριο πράγμα μου αυτή τη στιγμή. Κάνω solo συναυλίες και παίζω περιστασιακά μ’ έναν κιθαρίστα, αλλά κυρίως η live μου καριέρα… ας πούμε ότι πέρασα πολύ καλά όσο κράτησε.
Θα υπάρχουν καλεσμένοι μουσικοί στη rock opera, μιας και τους γνωρίζετε όλους;
Λοιπόν, ξέρω μερικούς ανθρώπους, ναι. Ρώτησα έναν φίλο μου, τον Sting, είναι καλός φίλος και είχε το δικό του musical πριν από μερικά χρόνια που λεγόταν “The Last Ship” και με προειδοποίησε ότι το ν’ ασχοληθείς με το θέατρο είναι μια σκληρή, πολύ δύσκολη υπόθεση. Δεν θυμίζει σε τίποτα το rock ‘n’ roll, δεν θυμίζει σε τίποτα το να κάνεις ένα album, δεν θυμίζει σε τίποτα μια περιοδεία. Ο κόσμος του θεάτρου είναι πολύ αργός, πολύ ακριβός και αν είσαι τυχερός και έχει επιτυχία, τότε ωραία, αλλά να είσαι προετοιμασμένος, είναι μακρύς ο δρόμος, όπως λέμε.
Θα μπορούσατε παρακαλώ να μας δώσετε κάποιες βασικές πληροφορίες για το τελευταίο solo album σας, “All Because of You” (2017);
Λοιπόν, έχει κυκλοφορήσει μερικά χρόνια τώρα. Το ηχογράφησα στο Chicago μ’ ένα πολύ καλό συγκρότημα που είναι φίλοι μου, που λέγεται The Empty Pockets. Έχω όλα αυτά τα τραγούδια, και μέχρι να βγουν από τον κόσμο μου, μαζεύουν σκόνη. Μ’ αρέσει να τα ηχογραφώ και να τα βγάζω για να κάνω χώρο για νέα τραγούδια. Έχω ηχογραφήσει τώρα τρία solo albums και μ’ αρέσουν όλα. Αλλά το “All Because of You” γράφτηκε επειδή ξαναπαντρεύτηκα, απέκτησα μια υπέροχη νέα σύζυγο, τη Maria, και υπάρχει ένα τραγούδι που ονομάζεται “Maria” και υπάρχουν μερικά άλλα τραγούδια που γράφτηκαν για εκείνη και είμαι πολύ ευχαριστημένος μ’ αυτό . Νομίζω ότι είναι ένα πολύ καλό album.
Στις solo συναυλίες σας σας αρέσει να παίζετε μπροστά στη σκηνή με μια κιθάρα στα χέρια. Τι σας επηρέασε ώστε να το κάνετε αυτό;
Παίζω κιθάρα όσο καιρό παίζω drums. Παίζω drums 60 χρόνια και παίζω κιθάρα άλλα 60 χρόνια, επομένως είναι ένα πολύ φυσικό όργανο για μένα και παίζω και πιάνο. Έτσι, στις solo συναυλίες μου κάνω τραγούδια από τους Free, τους Bad Company, κάποια δικά μου τραγούδια και παίζω κιθάρα και πιάνο και αν έχω συγκρότημα μαζί μου, προφανώς παίζω drums γιατί θέλουν ν’ ακούσουν το “All Right Now”. Τους αρέσει ν’ ακούν το “All Right Now”, οπότε πρέπει να το παίξω.
Πόσο βοήθησε ο Alexis Korner στην ίδρυση των Free;
Άλλος ένας Έλληνας, ο Alexis ήταν από την Ελλάδα! Ναι, η μητέρα του ήταν από την Ελλάδα. Τον αποκαλούσαμε «Ο Νονός των Blues» στην Αγγλία. Υπήρχαν τρία άτομα στα μέσα της δεκαετίας του 1960 που ήταν σημαντικοί για την άνοδο των blues στην Αγγλία: Ο Alexis Korner, ο John Mayall και ο Cyril Davies. Ο Cyril Davies έπαιζε φυσαρμόνικα. Αυτοί οι τρεις ήταν πάρα πολύ σημαντικοί για τη blues σκηνή. Ο Alexis Korner βοήθησε τους Free, το πρώτο μου συγκρότημα, να φτιαχτεί και σκέφτηκε το όνομα “Free”. Κάναμε την πρώτη μας περιοδεία μαζί του σ’ όλη την Αγγλία. Ήταν πολύ σημαντικός άνθρωπος στην αρχή της καριέρας μας.
Σας εξέπληξε το παίξιμο του Paul Kossoff στο “All Right Now” (από το album “Fire and Water”- 1970);
Ω, ήταν ένα από τα καλύτερα solo κιθάρας όλων των εποχών! Ξέρεις, έπαιξα το “All Right Now” εκατοντάδες και εκατοντάδες φορές με διαφορετικούς κιθαρίστες. Ο Peter Frampton, όταν ήμουν με τον Ringo, έφτασε πολύ κοντά στο να παίξει αυτό που έπαιζε ο Paul Kossoff, αλλά κανείς δεν έπαιξε αυτό το solo όπως ο Paul Kossoff. Θυμήσου, το 1970 όταν το ηχογραφήσαμε, ο Paul ήταν μόλις 20 ετών. Πριν αρρωστήσει από τα ναρκωτικά, ήταν ο πιο απίστευτος κιθαρίστας με τον οποίο συνεργάστηκα ποτέ. Λοιπόν, ήταν υπέροχος κιθαρίστας.
Κατά τη γνώμη σας, ποιο ήταν το μεγαλύτερο ταλέντο που είχε ο Paul Kossoff;
Άσε με να σκεφτώ, εντάξει, θα σου πω μια ιστορία. Όταν περιοδεύαμε με τους Blind Faith, ξέρεις, οι Blind Faith ήταν καταπληκτικοί! Φοβεροί! Ο Clapton ήταν μόλις 24 ετών, πολύ νέος. Μετά από μια συναυλία ήρθε στο καμαρίνι. Σκουπίζαμε τον ιδρώτα και ο road manager μας είπε: «Ο Eric Clapton θέλει να έρθει μέσα» και είπαμε: «Φέρ’ τον μέσα» και πήγε κατευθείαν στον Paul και είπε: «Πώς κάνεις αυτό το vibrato με το αριστερό χέρι;» και ο Koss -τον φωνάζαμε “Koss”- κοίταξε τον Eric και είπε: «Πρέπει να μου κάνεις πλάκα;! Εσύ ρωτάς εμένα;!» και είπε: «Ναι. Πώς το κάνεις; Είναι τόσο αργό». Το θυμάμαι 54 χρόνια μετά. Θυμάμαι την έκφραση του Kossoff στο πρόσωπό του (σ.σ: μιμείται την έκπληξη του Kossoff στο Zoom). Αυτό ήταν λοιπόν το εκπληκτικό του ταλέντο: Ήταν αυτό το απίστευτο, αργό vibrato.
Τι αναμνήσεις έχετε από το Isle of Wight Festival του 1970;
Σκέτος φόβος. Τρόμος. Τρομαγμένος. Λοιπόν, το θυμάμαι πάρα πολύ καλά γιατί ήταν τόσο μεγάλο κομμάτι της καριέρας μου. Η πρώτη ανάμνηση που έχω είναι να πετάω με ελικόπτερο πάνω από τη συναυλία και να βλέπω αυτό που σκέφτηκα από τα 5.000 μέτρα ύψος ότι έμοιαζε μ’ ένα γιγάντιο χαλί από έντομα που κινούνταν και φυσικά ήταν 500.000 άτομα κι αυτό το μικροσκοπικό τετράγωνο στο τέλος, που ήταν η σκηνή. Φτάσαμε εκεί και θυμάμαι τον πιλότο να λέει: «Εδώ παίζετε» και είπαμε: «Τι;!» Ξέρεις, δεν παίξαμε το πρώτο βράδυ. Έπρεπε να παίξουμε, αλλά ήταν τόσο τρελό που πήγαινε όλο κι αργότερα, όλο κι αργότερα, πίναμε, καπνίζαμε… Την ώρα που υποτίθεται ότι έπρεπε να βγούμε ίσως στις 8 το βράδυ ο manager μας είπε: «Όχι. Δεν βγαίνετε. Είναι τρελό. Θα βγείτε το επόμενο πρωί, την Κυριακή το πρωί». Βγήκαμε περίπου στη 1:00 το μεσημέρι και ήταν ωραία. Είχαμε καθαρό κεφάλι και παίξαμε υπέροχα. Αλλά θυμάμαι ότι βγήκα εκεί έξω και είδα αυτό το τεράστιο πλήθος και ναι, φοβηθήκαμε αρκετά. Δεν παίξαμε ποτέ μπροστά σε κάτι τέτοιο. Την επόμενη μέρα ήμασταν στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων, ήταν μεγάλος θρίαμβος για εμάς. Ναι.
Λατρεύω το παίξιμό σας στο “Stealer” από το “Highway” (1970) album. Θα μπορούσατε να μας περιγράψετε την προσέγγισή σας σ’ αυτό;
(Γέλια) Το “Stealer” ακολούθησε το “All Right Now” που είναι ένα πολύ δύσκολο τραγούδι για ν’ ακολουθήσεις γιατί το “All Right Now” είχε το «Ντουν/ του-του-του/ του-του πα-πα/ παπα». Ήταν ένα καλό rock ‘n’ roll τραγούδι. Τώρα το “Stealer” ήταν λίγο διαφορετικό γιατί δεν μπορούσες πραγματικά να το χορέψεις. «Ντα-γκα-νταάαααοουυυυ/ ντα-ντάου/ ντα-ντάου/ ντα-γκα-ντάααοου/ ντα-ντάου/ ΜΠΑ-κουμπ ΜΠΑ-κουμπ/ του-ντου-τούν/ του-κου-ντουν-ντούν» . Θα μπορούσες να κουνήσεις το κεφάλι σου σ’ αυτό αντί να χορέψεις. Το λάτρευα! Πίστευα ότι ήταν τόσο ενδιαφέρον να το παίξω και αρκετά δύσκολο. Αλλά αναπτυσσόταν, γινόταν μεγαλύτερο και μεγαλύτερο προς το τέλος, αλλά δεν ήταν hit. Δεν ήταν εμπορικό και είναι κρίμα γιατί νομίζω ήταν ένα από τα καλύτερα τραγούδια που ηχογράφησαν ποτέ οι Free. Αντί να κάνω: «ΤΣ-ΤΣ-ΤΣ, 1-2-3-4-5-6-7-8. 1-2-3…» αυτό που λέμε όγδοα στο hi-hat, έκανα τέταρτα (σ.σ: πιο αργά) : «1, 2, 3, 4 και 1, 2, ΤΣ, ΤΣ». Δίνει μεγαλύτερη ανάσα στα drums όταν κάνεις μόνο: «πα πα» αντί για (σ.σ: πιο γρήγορα) «πα-πα-πα-πα». Το κάνει ν’ αναπνέει περισσότερο. Έτσι, το διαπίστωσα αυτό πολύ γρήγορα, ίσως μετά τη δεύτερη πρόβα του τραγουδιού, σκέφτηκα: «Ω, αυτό δεν είναι σωστό» και επέλεξα αυτό που λέμε τέταρτα στο hi-hat και πραγματικά βοήθησε ν’ αναπνεύσει το τραγούδι, που αυτό θέλαμε.
Πόσο συναισθηματικό ήταν για εσάς να παίξετε την τελευταία συναυλία στο Sydney της Αυστραλίας πριν από την πρώτη διάλυση των Free;
Ω, είσαι διαβασμένος, Θοδωρή (γέλια). Ήταν λυπηρό γιατί θα σου πω τι συνέβη: Πριν πετάξουμε για την Ιαπωνία και την Αυστραλία όπου ήταν η τελευταία συναυλία, εγώ και ο Paul Kossoff δεν είχαμε ιδέα ότι ο Paul Rodgers (φωνητικά) και ο Andy (σ.σ: Fraser -μπάσο) ήθελαν να διαλύσουν το συγκρότημα. Έτσι, ήταν μεγάλο σοκ όταν μετά απ’ αυτές τις δύο περιοδείες, στην Ιαπωνία και στην Αυστραλία, είπαν: «Θα σταματήσουμε». Είπαμε: «Τι;! Είστε τρελοί;» Λοιπόν, αυτό ήταν. Πετάξαμε στην Ιαπωνία, είχαμε μεγάλη επιτυχία εκεί και νομίζω ότι κάναμε τέσσερις, ίσως πέντε συναυλίες στην Αυστραλία και η τελευταία συναυλία ήταν στο Racecourse Randwick στο Sydney. Υπήρχε πολλή ένταση, πολλή νευρικότητα και ειλικρινά ήμουν λυπημένος, αλλά χάρηκα που ακολούθησε ο καθένας τον δρόμο του γιατί ήταν σαν ένας κακός γάμος, δεν συμπαθούσαμε ο ένας τον άλλον. Δεν θα ξεχάσω ποτέ την τελευταία συναυλία. Άκου αυτό: Λοιπόν, μετά την συναυλία κατεβαίνουμε τα σκαλιά για να επιστρέψουμε στα αυτοκίνητα για να μας πάνε στο ξενοδοχείο και καθώς κατεβαίναμε ένας τύπος μας φωνάζει: «Γεια σας, παιδιά, ήταν σπουδαία η συναυλία. Σας είδα στο Chester, στην Αγγλία, με τον Alexis Korner, στην πρώτη σας συναυλία». Είπαμε: «Τι;!» Λοιπόν, αυτός ο τύπος, ήταν από την Αγγλία, έμενε τώρα στην Αυστραλία, είδε την πρώτη συναυλία των Free και την τελευταία συναυλία των Free (γέλια). Δεν θα το ξεχάσω ποτέ αυτό. Ήταν όμως μια θλιβερή μέρα. Ναι, ήταν λυπηρό.
Σέβομαι πραγματικά τους Free γιατί δεν επανενώθηκαν ποτέ μετά τον θάνατο του Paul Kossoff. Τι σας έκανε να απορρίψετε όλες τις προτάσεις για reunion;
Μετά τη δεύτερη φορά (σ.σ: που επανενώθηκαν με τον Kossoff εν ζωή), συνειδητοποιήσαμε ότι ο Paul είχε ένα πολύ άσχημο πρόβλημα με τα ναρκωτικά και τότε, πριν από περισσότερα από 50 χρόνια, η έννοια του εθισμού δεν ήταν τόσο γνωστή όσο σήμερα. Πολλοί άνθρωποι τώρα, δηλαδή, πάρε εμένα, λέω ότι είμαι εθισμένος, είμαι αλκοολικός, δεν πίνω πια, δεν παίρνω ναρκωτικά. Αλλά αν το έλεγες αυτό πριν από 50 χρόνια, ω, ήσουν κακός άνθρωπος, κλπ. Έτσι, το θέμα με τον Paul Kossoff είναι ότι συνεχίσαμε να προσπαθούμε να κάνουμε τη μουσική να γίνει η γιατρειά του. Προσπαθήσαμε να μείνουμε μαζί γι’ εκείνον όταν πραγματικά χρειαζόταν θεραπεία, έπρεπε να πάει στο νοσοκομείο, έπρεπε να πάει γι’ απεξάρτηση και ούτω καθεξής. Έτσι, όταν ήρθε το 1973, είχαμε μπουχτίσει μαζί του, με το όλο θέμα και εγώ και ο Paul Rodgers ακολουθήσαμε το δικό μας δρόμο και λίγους μήνες αργότερα βρεθήκαμε ξανά μαζί και δημιουργήσαμε τους Bad Company. Οπότε, ο λόγος που δεν συνεχίσαμε τους Free ήταν ότι ήταν τόσο μεγάλος μπελάς (γέλια).
Το τραγούδι “Bad Company” το γράψατε εσείς με τον Paul Rodgers. Θα θέλατε να μας πείτε λίγα λόγια για αυτό το σπουδαίο τραγούδι;
Ναι, είναι καλή ιστορία. Πίσω στο 1973, όταν το γράψαμε, υπήρχε αυτό που αποκαλούσαν “Spaghetti Westerns»”. Ο Clint Eastwood, το «Για Μια Χούφτα Δολάρια» (“A Fistful of Dollars” -1964), οι κακοί πάνω σ’ άλογα στις πεδιάδες που έψαχναν για παρανόμους και ούτω καθεξής, και ο Paul Rodgers είχε αυτή την ιδέα στο πιάνο και δεν το θα ξεχάσω ποτέ: Πήγα στο σπίτι του και μόλις είχε αγοράσει αυτό το μεγάλο πιάνο και έπαιζε αυτό το μικρό πράγμα στο πιάνο. Είπα: «Ουάου, αυτό είναι υπέροχο!» Είπε: «Βρήκα αυτό το στίχο: ‘Company always on the run’» και εγώ είπα: “Destiny is the rising sun” και είπε: «Α! Εντάξει, αυτό θα δουλέψει». Έτσι, μας πήρε περίπου 20 λεπτά για να γράψουμε αυτό το τραγούδι και έγινε τ’ όνομα του συγκροτήματος, έγινε το όνομα του album, έγινε μια από τις μεγαλύτερες επιτυχίες μας. Είναι αστείο, 20 λεπτά γύρω απ’ το πιάνο.
Τα πηγαίνατε καλά με τον Peter Grant (manager των Led Zeppelin) όταν οι Band Company υπέγραψαν στην Swan Song Records;
(Γέλια) Τα πήγαινα. Α, είναι μεγάλη η ιστορία με τον Peter Grant. Δηλαδή, τον φοβόμουν, αλλά για μένα ήταν σαν πατέρας, παρόλο που ήταν αρκετά νέος. Πολλοί άνθρωποι δεν γνωρίζουν ότι ο Peter γεννήθηκε το 1935, ήταν αρκετά νέος, αλλά ήταν μεγαλόσωμος τύπος, ήταν παλαιστής, ξέρεις. Έτσι, όταν είχε κακή διάθεση δεν ήθελες να είσαι κοντά του, γιατί ήταν τρομακτικός. Αλλά τα πήγαινα πολύ καλά μαζί του και ήταν πολύ καλός manager. Μας φρόντιζε πραγματικά. Κοίτα, είχε το μεγαλύτερο συγκρότημα στον κόσμο, τους Led Zeppelin, έφτιαξαν αυτή την υπέροχη δισκογραφική εταιρεία, την Swan Song και ήμασταν το πρώτο συγκρότημα στην εταιρεία εκτός από τους Led Zeppelin. Μας φρόντιζε, έκανε πολύ καλή δουλειά με μας και δεν θα τον ξεχάσω ποτέ.
Ο Jimmy Page υποστήριζε πολύ τους Bad Company. Περάσατε καλά όταν βγήκε μαζί σας στη σκηνή στο Central Park της Νέας Υόρκης το 1974;
Έπαιξε μαζί μας δύο φορές. Βγήκε στη Νέα Υόρκη και βγήκε και στο Dallas και δεν θα ξεχάσω ποτέ που στο καμαρίνι πριν από τη Νέα Υόρκη, είπα στον Jimmy: «Θα έρθεις να παίξεις;» και είπε: «Όχι, όχι, όχι. Αυτή είναι η βραδιά σας, αυτή είναι η συναυλία σας. Δεν με θέλετε κοντά σας». Είπα: «Εντάξει» και μετά στο τέλος της συναυλίας βγήκε και έβαλε την κιθάρα του στον ενισχυτή και είπα: «Έι Jimmy, νόμιζα ότι δεν θα βγεις». Είπε: «Είστε τόσο γαμημένα καλοί, πρέπει απλώς να βγω και να παίξω μαζί σας». Είπα: «Τέλεια, πάμε!» Ήταν πολύ υποστηρικτικός. Ήμασταν το συγκρότημά του, κατά κάποιον τρόπο. Ήμασταν το πρώτο συγκρότημα της δισκογραφικής του και ήρθε αεροπορικώς σε αρκετές συναυλίες για να μας δει. Ποτέ δεν έδωσε συμβουλές. Και μόνο το γεγονός ότι ο Jimmy Page ήταν εκεί ήταν μεγάλο θέμα για εμάς και ήμασταν πολύ ευγνώμονες. Έπαιξε, πιστεύω, το “Crossroads”, το παλιό τραγούδι των Cream/Robert Johnson.
Παίξατε το “Whole Lotta Love” με τους Led Zeppelin στο Μόναχο το 1980. Το θεωρείτε ένα από τα highlights της καριέρας σας;
Ω ναι, ναι. Η σπουδαία ιστορία πίσω απ’ αυτό ήταν: Ήμουν σε περιοδεία με τους Zeppelin, πήγα σε δύο ή τρεις συναυλίες τους, στην τελευταία περιοδεία, δυστυχώς, πριν πεθάνει ο Bonzo (σ.σ: το παρατσούκλι του Bonham) και μια μέρα πριν από το Μόναχο ο Bonzo μου είπε: «Έι, αν βρω άλλο ένα drum kit, θα έρθεις να παίξεις το “Whole Lotta Love”; Είπα: «Θα το λάτρευα, φίλε». Έτσι, είπε: «Έλα αύριο το απόγευμα που θα το προβάρω» και σκέφτηκα ότι θα είχε ένα μεγάλο studio με δύο drum kits για εξάσκηση. Όχι, όχι, όχι. Πήγα στο ξενοδοχείο του και ανέβηκα στη σουίτα του και υπήρχαν δύο μονά κρεβάτια, ήταν μια μικρή σουίτα. Δύο κρεβάτια, κάθισα στο ένα, εκείνος κάθισε στο άλλο και ήμασταν απέναντι ο ένας στον άλλο και χτυπούσαμε στα πόδια μας και μου είπε: «Ξεκινάει: “Ba-ba, pampt-K/ papa pam/pam”» και είπα: «Ναι, νομίζω ότι το ξέρω το riff» και μετά είπε: «Λοιπόν, συνεχίζεται και συνεχίζεται για περίπου 20 λεπτά, οπότε υπάρχει μια παύση: (σ.σ: ντραμς) “Ba-Ba” (σ.σ: ακολουθεί η απάντηση της κιθάρας) “dililili-liloli” (σ.σ: πάλι drums) “Ba-Ba”». Οπότε, βασικά, Θοδωρή, βγάλαμε ολόκληρο το “Whole Lotta Love” καθισμένοι σ’ αυτό το μικρό δωμάτιο ξενοδοχείου ο ένας απέναντι από τον άλλο καθισμένοι σε κρεβάτια χτυπώντας στα πόδια μας και έτσι το κάναμε. Ήταν υπέροχο..
Μέσα σε μια περίοδο 3 μηνών το 1980, η μουσική έχασε τους John Bonham και John Lennon. Πόσο σας επηρέασε σε προσωπικό επίπεδο ο θάνατός τους;
Πάρα πολύ. Η τελευταία περίοδος του 1980 ήταν φριχτή. Όταν άκουσα ότι ο Bonzo πέθανε, είπα: «Ααα! Ουάου!» Έμεινα άναυδος γιατί ήταν φίλος μου και ήταν μια φρικτή στιγμή. Μετά, στις 8 Δεκεμβρίου, ο Lennon δολοφονήθηκε, είπα: «Θεέ μου!» Ήταν το χειρότερο. Όταν πέθανε ο Bonzo, αυτό ήταν το τέλος των Zeppelin, θέλω να πω, δεν μπορούσαν να συνεχίσουν και χαίρομαι που δεν το έκαναν με άλλον drummer, γιατί ο Bonzo ήταν τόσο σημαντικός για το συγκρότημα. Δεν υπάρχει άλλος drummer σαν κι αυτόν. Υπάρχουν μερικοί άνθρωποι στις μέρες μας που θα σκεφτόμουν: Ο γιος του, ο Jason, είναι ο πιο απίστευτος drummer. Νομίζω ότι θα μπορούσε να είχε αντικαταστήσει τον John. Αλλά πρέπει να θυμάσαι ότι ο Bonzo ήταν ο καλύτερος φίλος που είχε ποτέ ο Robert Plant και όταν ο Bonzo πέθανε, ο Robert ήταν εντελώς συντετριμμένος. Είπε: «Δεν θέλω να παίξω χωρίς τον Bonzo» και εντάξει, ήταν καλό. Στη συνέχεια, όταν σκοτώθηκε ο Lennon ήταν η χαριστική βολή. Ήταν απαίσια στιγμή.
Έχω ακούσει κάποιες φήμες ότι πριν αποφασίσουν οι Led Zeppelin να σταματήσουν, θεωρούσασταν ως αντικαταστάτης του John Bonham, εσείς και ο Bev Bevan (ELO, The Move, Black Sabbath).
Ναι, ξέρεις το αντικείμενό σου. Ναι, το άκουσα κι εγώ. Υπήρχαν αρκετές φήμες, δεν με πλησίασαν ποτέ. Οι Bad Company ήταν ακόμα ενεργοί, οπότε δεν θα μπορούσα να το κάνω. Όπως είπα, δεν ξέρω κανέναν που θα μπορούσε τότε ν’ αντικαταστήσει τον Bonzo. Ο Bev… χμμ (σ.σ: εκφράζει αμφιβολία), δεν νομίζω. Ο Bev ήταν από την ίδια πόλη, το Birmingham, αλλά πραγματικά δεν νομίζω ότι ο Bev είχε την ικανότητα. Ο Bonzo ήταν ένας πραγματικά ιδιαίτερος drummer. Πραγματικά ξεχωριστός. Νομίζω ότι στις μέρες μας ο Danny Carey από τους Tool θα μπορούσε να το είχε κάνει. Ο Danny Carey είναι εξαιρετικός drummer, heavy. Ο Jason, υπάρχουν δύο ή τρεις τύποι τώρα που θα μπορούσαν να έχουν κάνει τη δουλειά, αλλά τότε, όχι. Δεν νομίζω ότι θα μπορούσε κανείς να τον αντικαταστήσει.
Περιοδεύσατε για τρία χρόνια με τους Ringo Starr & His All-Starr Band. Ήταν λίγο σουρεαλιστικό να είστε στο ίδιο συγκρότημα με τον Ringo;
(Γέλια) Ήταν λίγο γιατί ο Ringo ήταν μεγάλη επιρροή μου. Πρόσφατα συνήλθα απ’ αυτό, μετά την πρώτη φορά που συναντηθήκαμε στο Los Angeles, το να κάθομαι στα drums μου και να κοιτάζω στα δεξιά μου και να τον βλέπω εκεί στα drums του ήταν λίγο περίεργο, αλλά δεν ήταν σαν να παίζω με τον Bonzo: Ο Bonzo ήταν (σ.σ. μιμείται heavy drumming στο Zoom) «Ντουπ/ του-που-νταπ/ ντουπ». Ο Ringo ήταν (σ.σ: μιμείται πιο ήπιο drumming «ντουπ… ντουπ», ξέρεις, πολύ απαλό και cool. Έτσι, κατάφερα να παίξω καλά δίπλα στον Ringo και πρέπει να θυμάσαι ότι υπήρχαν τόσο υπέροχοι μουσικοί στα συγκροτήματα του Ringo: Ο Peter Frampton, Ο Jack Bruce (Cream -μπάσο, φωνητικά), Gary Brooker (Procol Harum -πλήκτρα), ο Mark Rivera (Billy Joel -σαξόφωνο, φωνητικά, πλήκτρα). Το πρώτο συγκρότημα ήταν ένα υπέροχο συγκρότημα, αλλά πρέπει να πω: Κατά καιρούς, έπρεπε να τσιμπιέμαι για να συνειδητοποιήσω ότι παίζω μ’ έναν από τους ήρωές μου.
Ένα από τα αγαπημένα μου videos στο Youtube είναι η All-Starr Band να παίζει το “Sunshine of Your Love” με τους Jack Bruce και Peter Frampton. Ήταν μια ενδιαφέρουσα εμπειρία να παίζετε αυτό το τραγούδι μ’ αυτούς τους ανθρώπους;
Ναι, ξέρεις, το “Sunshine” είναι δύσκολο τραγούδι για να το παίξεις και το γεγονός ότι παίζω με τον Jack Bruce, ο οποίος νομίζω ότι ήταν ένας από τους καλύτερους μπασίστες με τους οποίους έπαιξα ποτέ. Ήταν τόσο καλός. Αλλά το υπέροχο με τον Jack ήταν ότι μπορούσε να παίξει το “Sunshine of Your Love” και πέντε λεπτά αργότερα να παίξει το “Yellow Submarine”. Ήταν απλώς καταπληκτικός παίκτης. Αλλά το “Sunshine of Your Love” είναι ένα δύσκολο τραγούδι και θα πω ξανά ότι ο Peter Frampton ήταν υπέροχος κιθαρίστας και έπαιζε τόσο καλά τα μέρη του Eric Clapton. Ναι, ήταν σπουδαίο.
Συμμετέχετε στο απίστευτο ντοκιμαντέρ για το Ginger Baker (Cream, Blind Faith -drums), το “Beware of Mr. Baker” (2012). Πόσο σημαντική ήταν η επιρροή του σε εσάς ως drummer;
Όχι τόσο πολύ, θα είμαι ειλικρινής. Ο Ginger ήταν ένας καταπληκτικός drummer επειδή ενσωμάτωσε αφρικανούς ρυθμούς στο παίξιμό του. Αλλά οι επιρροές μου ήταν ο Al Jackson (Booker T. and the M.G.’s), οι drummer της Motown, οι soul drummers, ξέρεις, οι μαύροι drummer. Αυτοί ήταν η κύρια έμπνευσή μου. Θυμάμαι να βλέπω τον Ginger πολλές φορές επειδή ήταν στους Blind Faith και τα drum solos του ήταν υπέροχα, αλλά θα είμαι ειλικρινής το παίξιμο στην πράξη δεν μ’ επηρέασε τόσο πολύ, αλλά το showmanship του, η ικανότητά παρουσίασής του. Είχε επίσης ένα μεγάλο kit: δύο μπότες, δύο tom-toms, δύο βαθιά tom-toms, είχε ένα πολύ μεγάλο kit. Ναι, ήταν ξεχωριστός χαρακτήρας, πρέπει να στο πω.
Περάσατε καλά παίζοντας με τον Keith Emerson (Emerson Lake & Palmer, The Nice –πλήκτρα), Chris Squire (Yes -μπάσο) και τον Alan White (Yes, John Lennon –drums) στη tribute συναυλία για Ahmet Ertegun το 2007, ανοίγοντας για τους Led Zeppelin;
Ναι, Θεέ μου! Είναι δύσκολο να πιστέψει κανείς ότι τρεις από αυτούς τους τύπους είναι τώρα νεκροί: ο Chris, ο Alan White και ο Keith. Για άλλη μια φορά, πέταξα από τη Νέα Υόρκη, με περίμενε η λιμουζίνα, με πήγε σ’ αυτό που νόμιζα ότι ήταν πρόβα. Ήταν το διαμέρισμα του Chris Squire και εκεί ήταν ο Keith με τα μικροσκοπικά Casio πλήκτρα που είχαν τρεις οκτάβες. Ο Keith Emerson! Ο Chris είχε το μπάσο του χωρίς ενισχυτή και εγώ, για άλλη μια φορά, όπως με τον Bonzo, να χτυπάω στα πόδια μου. Είπα: «Αυτό είναι όλο;! Αυτή είναι η πρόβα;!» Είπαν: «Ναι-ναι!» Έτσι, προβάραμε το “Fanfare for the Common Man”, το τραγούδι του Aaron Copland και σκέφτομαι: «Πρέπει να ονειρεύομαι. Είμαι με τον Keith Emerson και τον Chris Squire παίζοντας αυτά τα παιδικά παιχνίδια και θα είμαστε στην O2 Arena σε δύο βράδια», αλλά λειτούργησε υπέροχα. Αυτή ήταν η τελευταία φορά που είδα τον Keith και τον Chris.
Ο Keith Emerson μου είπε: «Η μουσική στη δεκαετία του ‘60 ήταν πιο σημαντική για τους ανθρώπους. Ήταν τεράστιο γεγονός όταν οι Beatles κυκλοφορούσαν ένα νέο album. Έπρεπε ν’ ακούσεις τους στίχους του John Lennon, έπρεπε ν’ ακούσεις το μπάσο του Paul McCartney. Σήμερα, κανείς δεν δίνει δεκάρα για ποιος παίζει ένα κιθαριστικό solo σ’ ένα album της Lady Gaga». Συμφωνείτε μ’ αυτό;
Ουάου! Συμφωνώ. Κοίτα, οι υπολογιστές είναι σαν ένα σπαθί με δύο άκρες, κόβει και απ’ τις δύο πλευρές. Το Διαδίκτυο είναι το πιο απίστευτο πράγμα, νομίζω από την εφεύρεση του αυτοκινήτου. Δεν θα μπορούσα να σου μιλήσω στην Αθήνα από τη Νέα Υόρκη χωρίς αυτό το Διαδίκτυο, αλλά κάνει τη μουσική να είναι μίας χρήσης. Οι άνθρωποι ακούν για ίσως 20 δευτερόλεπτα και πηγαίνουν κάπου αλλού: Πηγαίνουν στο Youtube, πηγαίνουν στο TikTok, πηγαίνουν στο Snapchat, στο Amazon Music και στο Apple Music. Έτσι, υπάρχουν εκατομμύρια και εκατομμύρια τραγούδια, ενώ πριν από 60 χρόνια, όπως είπε ο Keith οι Beatles έβγαζαν ένα album, το έπαιρνες και το άνοιγες, κοιτούσες τους στίχους, κοίταζες ποιος έπαιζε τι, πότε ηχογραφήθηκε, γινόταν σαν μια μικρή Βίβλος, σαν εγκυκλοπαίδεια. Μετά, οι Rolling Stones έβγαζαν ένα album, αργότερα. Ήταν πιο ιδιαίτερο εκείνη την εποχή. Έι, δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα γι’ αυτό, είναι απλώς η πρόοδος. Αλλά συμφωνώ 100% μ’ αυτό που είπε ο Keith. Ήταν τόσο αλήθεια.
Στο ντοκιμαντέρ για τον Ginger Bakerρ, ο Ginger είπε ότι ο John Bonham «δεν μπορούσε ν’ αλλάξει ρυθμό σ’ ένα τσουβάλι σκατά». Συμφωνείτε μ’ αυτό;
(Γέλια) Όχι, δεν συμφωνώ μ’ αυτό. Δεν συμφωνώ μ’ αυτό. Ο Bonzo ήταν σπουδαίος drummer. Ο Ginger ήταν ένας μίζερος καριόλης (γέλια). Νομίζω ότι ο Eric είπε το ίδιο πράγμα. Κάποιος συνέκρινε τον Bonzo με τον Ginger και ο Bonzo ήταν καλύτερος από τον Ginger και ο Eric είπε: «Όχι, όχι, όχι». Κοίτα, ο Ginger ήταν jazz drummer, ήταν πιουρίστας. Ο Eric ήταν blues κιθαρίστας, πιουρίστας, εκείνη την εποχή. Λοιπόν, εμφανίζεται ο Bonzo, πολύ νέος, πρέπει να θυμάσαι ότι ο Bonzo γεννήθηκε το 1948, οπότε όταν βγήκαν οι Zeppelin το ’69, ήταν 21 ετών και να αυτός ο τύπος κάνει πράγματα που κανένας drummer δεν είχε κάνει νωρίτερα. Νομίζω ότι υπήρχε λίγη ζήλια από πλευράς Ginger, αλλά ο Ginger ήταν jazz drummer και πολλοί μουσικοί της jazz κοιτάνε τους rock μουσικούς αφ’ υψηλού. Ο Ginger, όπως είπα, ήταν ένας μίζερος μπάσταρδος και δεν νομίζω ότι του άρεσε καθόλου ο Bonzo, αλλά δεν νομίζω ότι και στον Bonzo άρεσε πολύ ο Ginger, οπότε ορίστε.
Τις προάλλες συνειδητοποίησα ότι παίξατε drums σ’ ένα album με τον Cozy Powell (Rainbow, Black Sabbath, The Jeff Beck Group), στο “Before I Forget” (1982) του Jon Lord (Deep Purple -πλήκτρα). Σας άρεσε το στυλ του Cozy ως drummer;
Ξέρεις, δεν πρόλαβα ποτέ να γνωρίσω τον Cozy. Μου άρεσε. Μου άρεσε το στυλ του και ο Jeff Beck είπε κάτι σπουδαίο πριν, δυστυχώς, πεθάνει. Είπε: «Ο Cozy είναι ένας από τους καλύτερους drummer με τους οποίους έχω δουλέψει ποτέ». Ο Cozy έμοιαζε με τον Bonzo, αλλά είχε λίγο περισσότερη εξειδίκευση, ήταν heavy αλλά ήταν πιο μουσικός και ο Jeff δεν ήταν εύκολος κιθαρίστας για να παίξεις μαζί του, αλλά αυτός και ο Cozy ήταν πολύ καλός συνδυασμός. Αλλά δεν πρόλαβα να τον γνωρίσω! Πολύ καλός drummer.
Είχατε συναντήσει ποτέ τον Keith Moon;
Συνάντησα τον Keith μια-δυο φορές. Τρελός! Τρελός! Λατρεύω τον Keith, Θεέ μου! Αυτό που λέμε: «Ήταν μόνος του ένας ολόκληρος στρατός της καταστροφής». Ήταν φίλος του Richard Cole. Ο Richard Cole ήταν ο tour manager των Led Zeppelin. Όταν πήγα να δω τον Richard και μπήκα στο διαμέρισμά του, ο Richard είπε: «Δεν θα μαντέψεις ποτέ ποιος είναι εδώ: O Keith Moon». Είπα: «Ω, γαμώτο! Εξαιρετικά!» Με πήρε αγκαλιά, κλπ και έπαιζαν το “Who Are You”: “Whooo Are You/ PA pa/ PA pa” και το drumming ήταν καταπληκτικό. Ο Keith, φίλε, τακτοποιούσε λίγη σκόνη και νόμιζα ότι ήταν κόκα και πήγα να κάνω λίγη και είπε: «Σταμάτα! Είναι ηρωίνη» και είπα: Ω, όχι γαμώτο. Δεν θέλω. Keith, κάνεις ηρωίνη;» και είπε (σ.σ: μιμείται τη φωνή του) : «Περιστασιακά». Όταν αναφέρεις τον Keith στον κόσμο, υπάρχει ένα μείγμα αγάπης γιατί ήταν σαν μεγάλο παιδί, αλλά ήταν απίστευτος drummer, εντελώς μοναδικός και δεν είχε ποτέ κακία μέσα του, ήταν απλώς ένας αξιαγάπητος τρελός. Κοίτα με, κοίτα το πρόσωπό μου, χαμογελώ γιατί τον θυμάμαι τόσο καλά.
Πώς νιώσατε όταν ο Paul Rodgers έπαιζε με τους Queen;
Α, χάρηκα γι’ αυτόν. Είχαμε μια σχέση με σκαμπανεβάσματα, εγώ και ο Paul, και ήμουν λίγο: «Χμμ (σ.σ: σκεφτικός), ν’ αντικαταστήσει τον Freddie Mercury;! Ουάου! Εντάξει» και πολλοί άνθρωποι σκέφτηκαν το ίδιο πράγμα, αλλά πρέπει να θυμάσαι ότι ήταν απλώς άλλο ένα μουσικό μονοπάτι τόσο για τους Queen όσο και για τον Paul. Ο Paul έδωσε στους Queen ένα είδος bluesy rock χρώματος μακριά από το θεατρικό, οπερετικό στυλ του Freddie και αυτό λειτούργησε. Ήταν μαζί τέσσερα χρόνια και ταξίδεψαν σ’ όλο τον κόσμο. Πήγα να τους δω στο Long Island, στη Νέα Υόρκη και ήταν υπέροχοι. Δεν έκαναν όμως το “Bohemian Rhapsody”. Ήταν πάρα πολύ δύσκολο. Αλλά έκαναν το “We Will Rock You”, έκαναν όλες τις επιτυχίες των Queen και ο Paul έκανε εξαιρετική δουλειά.
Ποιος είναι ο πιο ταλαντούχος μουσικός που έχετε δει ποτέ;
Θέλω να πω, υπάρχει πολύς κόσμος. Αν είχα περισσότερο χρόνο να σκεφτώ, θα προσπαθούσα να είμαι έξυπνος. Πολύ πρόχειρα, ο Paul McCartney είναι αρκετά ταλαντούχος: Παίζει κιθάρα, drums, παίζει καταπληκτικό μπάσο, εξαιρετικός τραγουδιστής και εξαιρετικός συνθέτης. Νομίζω ότι θα ήταν η πρώτη μου επιλογή.
Ένα τεράστιο «ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ» στον κύριο Simon Kirke για τον χρόνο του.
Simon Kirke Official Website: https://officialsimonkirke.com/
Simon Kirke Official Facebook page: https://www.facebook.com/SimonKirkeOfficial/