Συνέντευξη: Leo Lyons (Ten Years After, Hundred Seventy Split)

Ο θρυλικός μπασίστας Leo Lyons μιλάει στο Hit Channel για το πιο πρόσφατο album του νέου του συγκροτήματος, Hundred Seventy Split, "Movin' On", την καριέρα του με τους Ten Years After, την εμφάνισή τους στο Woodstock Festival, τα albums των UFO στα οποία έκανε παραγωγή, εξηγεί γιατί δεν έγινε μέλος των Rainbow και δεν έκανε παραγωγή στους Iron Maiden και πολλά άλλα.

HIT CHANNEL ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ: Μάιος 2024: Είχαμε την μεγάλη τιμή να μιλήσουμε μ’ έναν θρυλικό μπασίστα: τον Leo Lyons. Είναι περισσότερο γνωστός ως μέλος των Ten Years After μέχρι το 2014, έχοντας κυκλοφορήσει μαζί τους κλασικά albums όπως τα Ssssh” (1969) και A Space in Time” (1971). Με τους Ten Years After έπαιξε στο Woodstock Festival το 1969 και το Isle of Wight Festival το 1970. Ως παραγωγός έκανε παραγωγή σε albums των UFO και άλλων καλλιτεχνών. Το τωρινό του συγκρότημα Hundred Seventy Split κυκλοφόρησε το πιο πρόσφατο studio album του, Movin’ On”, το 2023. Διαβάστε παρακάτω τα όσα πολύ ενδιαφέροντα μας είπε:

 

Ποια είναι η ιδέα πίσω από την ίδρυση των Hundred Seventy Split;

- Advertisement -

Λοιπόν, πρώτα απ’ όλα, το όνομα είναι μια διασταύρωση στο Nashville, όπου ζούσα και στην πραγματικότητα ηχογραφήσαμε το πρώτο album (σ.σ: “The World Won’t Stop” -2010) εκεί. Τώρα ζω στην Ουαλία αλλά ζούσα στο Nashville. Ήταν ένα project, πραγματικά, που ξεκινήσαμε με τον Joe (σ.σ: Gooch -κιθάρα, φωνητικά), για να κάνουμε κάτι ελαφρώς διαφορετικό από τους Ten Years After. Τότε ήμασταν στους Ten Years After και ήταν κάπως περιοριστικό να δουλεύουμε στο πλαίσιο των Ten Years After, οπότε ξεκινήσαμε το project. Βασικά αυτό που συνέβη ήταν: Δυστυχώς, οι άλλοι τύποι στους Ten Years After δεν ήταν χαρούμενοι μ’ αυτό, οπότε στο τέλος έπρεπε να φύγουμε και να το κάνουμε, να το ξεκινήσουμε ως δουλειά πλήρους απασχόλησης, αν προτιμάς (γέλια). Ναι, νομίζω ότι υπάρχουν 6 ή 7 albums εκεί έξω.

 

Θα μπορούσατε να μας δώσετε κάποιες γενικές πληροφορίες για το τελευταίο album των Hundred Seventy Split, “Movin’ On” (2023);

Ναι, υπήρξε κάποια καθυστέρηση στην κυκλοφορία του, κάποια διοικητικά προβλήματα, δεν ξέρω τι ήταν, αλλά πραγματικά τώρα είναι διαθέσιμο σε όλο τον κόσμο. Προσωπικά, δεν έχω αντίτυπο (γέλια), αλλά νομίζω ότι μπορώ να θυμηθώ να το παίξω. Ναι, νομίζω ότι είναι το έβδομο album μας. Προσπαθήσαμε να το ηχογραφήσουμε όσο πιο οργανικά γινόταν, ξέρεις, όλοι στο ίδιο δωμάτιο, όλοι ταυτόχρονα και μετά αν υπήρχαν λάθη, ίσως τα εντοπίζαμε. Δεν μ’ αρέσει να ηχογραφώ ένα όργανο τη φορά, νομίζω ότι πρέπει να είναι οργανικά, πρέπει να βγάλεις την ενέργεια και την αίσθηση του live παιξίματος. Νομίζω ότι αρκετοί άνθρωποι άρχισαν να το σκέφτονται τώρα, αλλά από εκεί που παλιά το έκαναν αυτό κατέληξε στο: «Εγώ κάνω τα drums και μετά βάζεις το μπάσο». Αυτό δεν δουλεύει για μένα. Έτσι, ήταν διασκεδαστικό. Θέλαμε να είναι διασκεδαστικό. Ήθελα να το κάνω όσο πιο γρήγορα γινόταν και το κάναμε. Απ’ ό,τι ξέρω τα πάει πολύ καλά.

 

Μ’ αρέσει πολύ το “Sounded Like a Train” από το album “Movin’ On”. Πείτε μας λίγα λόγια γι’ αυτό το ωραίο τραγούδι.

Αυτό γράφτηκε από κοινού μ’ έναν καλό μου φίλο, τον Fred Koller, μαζί με τον Joe Gooch και αφορούσε πραγματικά τον τυφώνα που πέρασε από το Nashville πριν από μερικά χρόνια, τον οποίο βιώσαμε και ο Fred και εγώ. Λοιπόν, αυτό είναι. Μπορείς να βάλεις ό,τι ερμηνεία θες, αλλά βασικά έτσι ξεκίνησε. Θα μπορούσε να είναι κι ένα ερωτικό τραγούδι, φυσικά. Το ν’ ερωτεύεσαι μερικές φορές είναι σαν μια καταιγίδα που πλήττει τη ζωή σου. Αλλά ναι, αφορά τον τυφώνα του Nashville.

 

Τι κάνει τη μουσική των Ten Years After να παραμένει επίκαιρη το 2024;

Αυτή είναι καλή ερώτηση. Νομίζω ότι πολλοί από τους αρχικούς οπαδούς μας έχουν εγγόνια στα οποία παίζουν την μουσική. Υπάρχει μεγάλο ενδιαφέρον τώρα από τους νέους για το πώς ήταν τότε και παρότι ίσως ακούγομαι σαν γέρος, νομίζω ότι ήταν καλύτερη εποχή (γέλια). Δεν νομίζω ότι ο κόσμος βελτιώνεται και υπάρχει πολλή νοσταλγία για εκείνη την εποχή. Αυτό μου λένε οι νέοι: «Ουάου! Μακάρι να ήμουν εκεί», «πώς ήταν να παίζεις στο Woodstock;» ή «γνώριζες τον Jimi Hendrix;», ξέρεις, όλες αυτές οι ερωτήσεις που μου κάνουν συχνά.

 

Θα σας ρωτήσω.

(Γέλια) Α, ναι, φυσικά. Τι μπορείς να κάνεις, παρά να με ρωτήσεις. Γι’ αυτό νομίζω ότι είναι δημοφιλής. Το μόνο που χρειάζεται -όχι μόνο για τους Ten Years After, αλλά γι’ αυτό το είδος μουσικής- είναι να την ακούσει ο κόσμος και νομίζω ότι τότε κάποιος αριθμός ανθρώπων θα έλεγε: «Λοιπόν, δεν είχα συνειδητοποιήσει ότι υπήρχε τέτοια μουσική» και παίρνω emails από οπαδούς σαν κι αυτό. «Μόλις άκουσα τη μουσική σας να παίζεται σε μια ταινία» -για παράδειγμα- «κι αυτό με έκανε να κοιτάξω την δισκογραφία και τώρα είμαι μεγάλος οπαδός και έχω αγοράσει όλους τους δίσκους σας». Υπάρχουν ακόμα οπαδοί εκεί έξω, αλλά τα μέσα ενημέρωσης κάνουν κουμάντο στην pop μουσική και είναι δύσκολο να τα καταφέρεις μερικές φορές.

 

Τι αναμνήσεις έχετε από το Woodstock Festival το 1969;

Ήταν μόνο ένα φεστιβάλ ανάμεσα σε πολλά. Παίξαμε στο Newport Jazz Festival στην ίδια περιοδεία και το Texas International Blues Festival, οπότε υπήρχαν πολλά φεστιβάλ που παίζαμε. Το περίεργο με το Woodstock ήταν, από πολλές απόψεις, ότι ήρθαν περισσότεροι άνθρωποι απ’ ό,τι αναμενόταν. Ήταν λίγο καταστροφή από οργανωτικής πλευράς για τους ανθρώπους που το διηύθυναν και μετά έγινε ταινία, οπότε αυτό ήταν που το έκανε να ξεχωρίσει απ’ όλα τ’ άλλα φεστιβάλ που παίξαμε. Η ταινία (σ.σ: “Woodstock” -1970) φυσικά πέρασε αυτό το μήνυμα στους ανθρώπους σε όλο τον κόσμο, όχι μόνο στην «Ελεύθερη» Ευρώπη αλλά και σε όλη την Κομμουνιστική Ευρώπη και ούτω καθεξής. Ήταν ένας φάρος ελευθερίας, νομίζω και αυτό ήταν που το έκανε τόσο δημοφιλές. Υπήρχαν 500.000 άνθρωποι, αλλά για μένα ήταν σαν παίξω ένα ακόμα φεστιβάλ, το οποίο πάντα απολαμβάνω. Απολαμβάνω τα φεστιβάλ περισσότερο απ’ ο,τιδήποτε άλλο, αλλά ήταν απλώς ένα ακόμα φεστιβάλ μέχρι τ’ επακόλουθα: Την καταστροφή, την βροχή, την καταιγίδα και φυσικά την ταινία, που το έκανε ο κόσμος κάτι ξεχωριστό. Δεν νομίζω ότι μπορείς να το επαναλάβεις, ήταν κάτι που συνέβη μια και έξω και ήμουν πολύ τυχερός που ήμουν εκεί.

 

Πόσο βοήθησε η ταινία “Woodstock” (1970) στην επιτυχία των Ten Years After;

Επίτρεψέ μου να πω μόνο, νομίζω ότι είχαμε μερικά albums στα charts πριν το Woodstock και ίσως παίζαμε σε 5.000-10.000 άτομα τη βραδιά. Μετά, ξαφνικά παίζαμε σε 50.000 άτομα τη βραδιά και αυτό έχουμε τώρα, 50 χρόνια μετά: Οι άνθρωποι εξακολουθούν να θυμούνται τους Ten Years After από το Woodstock ή τουλάχιστον θυμούνται το Woodstock και δεν θα παρέμενε στη ζωή για τόσο πολύ, θα έλεγα, χωρίς την ταινία και όλη την προώθηση. Δεν νομίζω ότι πολλά από αυτά τα συγκροτήματα του Woodstock θα τα θυμόντουσαν. Άρα, ήταν πολύ ωφέλιμο. Είμαστε πάρα πολύ τυχεροί.

 

Σας εξέπληξε η εμπορική επιτυχία του single “Love Like a Man” (από το “Cricklewood Green” -1970);

Δεν ήταν τόσο μεγάλη επιτυχία στην Αμερική όσο στο Ηνωμένο Βασίλειο. Θέλω να πω, δεν νομίζω ότι μπήκε στα charts στην Αμερική (σ.σ: έφτασε στο #98 στο Billboard Hot 100). Το “I’d Love to Change the World” (επιμέλεια: από το “A Space In Time” -1971) ήταν μεγάλη επιτυχία, αλλά το “Love Like a Man” ήταν το μόνο single που είχαμε πραγματικά στο Ηνωμένο Βασίλειο. Το Ηνωμένο Βασίλειο ήταν πολύ προσανατολισμένο στην pop μουσική. Υπήρχε ένα τηλεοπτικό πρόγραμμα που λεγόταν Top of the Pops, έπρεπε να πας στην τηλεόραση, αλλά για οποιονδήποτε λόγο δεν θέλαμε να πάμε στην τηλεοπτική εκπομπή, έτσι δεν κάναμε την τηλεοπτική εκπομπή, οπότε σταμάτησαν να παίζουν το τραγούδι μας μετά απ’ αυτό, αλλά έφτασε στο #10 και μπήκε στα charts σε άλλες χώρες, ίσως στη Γαλλία και σε διαφορετικά μέρη. Αλλά δεν ήμασταν πραγματικά ένα συγκρότημα με singles, ήμασταν αυτό που λένε «underground συγκρότημα», ένα συγκρότημα που δεν του άρεσε η pop μουσική και δεν ήταν πολύ δημοφιλές στον μουσικό τύπο της εποχής, εκτός από τις underground εφημερίδες. Ήταν μια έκπληξη για εμάς, όπως και το “I’d Love to Change the World”, φυσικά.

 

Ήταν ο Alvin Lee (κιθάρα, φωνητικά) ένα εύκολο άτομο για να δουλέψεις μαζί του;

Για μένα ήταν σαν αδερφός και από πολλές απόψεις, τσακωνόμασταν. Ο Alvin κι εγώ δουλεύαμε μαζί από τότε που ήταν 15 και εγώ ήμουν 16. Αγωνιστήκαμε εννέα χρόνια για να κάνουμε επιτυχία και όταν αρχίσαμε να κάνουμε επιτυχία, ο Alvin, για οποιονδήποτε λόγο, δεν την ήθελε πραγματικά. Στην πραγματικότητα, ήταν τόσο επίμονο ότι δεν την ήθελε. Πράγματι, στο απόγειο της επιτυχίας μας, κάναμε διάλειμμα για ένα χρόνο και δεν δουλέψαμε. Έτσι, από πολλές απόψεις, ήταν απογοητευτικό γιατί απολάμβανα -όχι την επιτυχία αλλά- την ευκαιρία να παίξω σ’ όλα τα μέρη που δεν είχα καν ονειρευτεί ποτέ να πάω σ’ όλο τον κόσμο. Αλλά από πολλές απόψεις ήταν λίγο δύσκολο να δουλέψεις μαζί του. Τα πράγματα που δεν ήθελε να κάνει: Δεν ήθελε ένα hit single, δεν ήθελε να πάει στην Αυστραλία ή δεν του άρεσε να παίζει στην Ιαπωνία, δεν ήθελε να κάνει πολλές περιοδείες στην Αμερική και τελικά δεν ήθελε να δουλεύει τόσο πολύ (γέλια). Αλλά παρ’ όλα αυτά, για μένα ήταν σαν αδελφός. Θέλω να πω, χωρίς αυτόν και χωρίς εμένα, δεν νομίζω ότι θα είχαμε την επιτυχία που είχαμε. Νομίζω, συμπληρώναμε ο ένας στον άλλον.

 

Ποιο ήταν το μεγαλύτερο ταλέντο που είχε ο Alvin Lee;

Νομίζω ότι μπορούσε ν’ ακούσει ένα μουσικό κομμάτι και να το παίξει. Ήταν καινοτόμος παίκτης και μάλιστα, αν είσαι εξοικειωμένος με τη μουσική, υπήρχε πολύ τζαμάρισμα. Στην πραγματικότητα ποτέ δεν προβάραμε, απλώς παίζαμε χωρίς πολλή σκέψη. Όταν πηγαίναμε στο studio, είχαμε τις βάσεις ενός τραγουδιού και μετά το τζαμάραμε, γι’ αυτό βρήκα πολλά από τα riffs. Ένα από τα σπουδαιότερα πράγματα που είχε επίσης, ήταν ότι είχε εξαιρετική σκηνική παρουσία, τρομερή σκηνική παρουσία. Μάλλον -δεν ξέρω, είναι δύσκολο να το πω και ίσως δεν θέλω- μια από τις καλύτερες σκηνικές παρουσίες στην κιθάρα και τα φωνητικά, θα έλεγα. Ίσως υπάρχουν ένας ή δύο. Δεν ξέρω. Ο Hendrix ίσως. Ο Rory Gallagher. Πολλοί κιθαρίστες απλώς τραγουδούν και παίζουν, αλλά ο Alvin ήταν επίσης showman. Ήταν μουσική υψηλής ενέργειας, αυτό κάναμε. Παίζαμε κυριολεκτικά μέχρι τελικής πτώσης.

 

Ήταν ενδιαφέρουσα εμπειρία να παίζετε στο Star-Club στο Αμβούργο το 1962;

Ναι-ναι! Αν δεν παίζαμε στο Star-Club στο Αμβούργο, δεν πίστευα ότι η καριέρα μας θα είχε εξελιχθεί όπως εξελίχθηκε επειδή -όχι μόνο για τους Ten Years After αλλά για πολλά συγκροτήματα- έπαιζες περίπου 5 ή 6 ώρες το κάθε βράδυ, έπρεπε να επεκτείνεις το set σου και τα τραγούδια σου. Ήταν μια περίοδος εκπαίδευσης, πραγματικά. Πάρα πολύ σημαντική, για τους Beatles προφανώς και για πολλά άλλα συγκροτήματα. Ξαφνικά, οι Ten Years After, επιστρέψαμε από το να παίζουμε στη Γερμανία και είχαμε γίνει ένα πολύ πιο δεμένο, πολύ καλύτερο συγκρότημα με την ικανότητα να κάνει ένα τραγούδι 3 λεπτών, ένα τραγούδι 20 λεπτών. Καλώς ή κακώς, νομίζω, σε ορισμένες περιπτώσεις (γέλια), αλλά ναι, το κάναμε. Ήταν το highlight μας.

 

Πόσο διαφορετική ήταν η συναυλία των Ten Years After στο Newport Jazz Festival το 1969 σε σύγκριση με εκείνη στο Woodstock;

Νομίζω ότι ήταν λίγο-πολύ η ίδια. Δεν είμαι σίγουρος, νομίζω ότι η ανταπόκριση ήταν καλή, αλλά ήταν πολύ ασυνήθιστο πράγμα να είσαι ένα από τα πρώτα rock συγκροτήματα που έπαιξαν σ’ αυτό το φεστιβάλ, το οποίο ήταν folk και jazz, όπως πιθανότατα ξέρεις. Αλλά απ’ όσο θυμάμαι, ήταν η ίδια. Εκεί παίξαμε κατά τη διάρκεια της ημέρας. Δεν ήταν τόσο δραματικό γιατί δεν υπήρχε ούτε καταιγίδα, ούτε πλημμύρα, ούτε φωτιές. Δεν νομίζω να υπήρχαν 500.000 άνθρωποι εκεί όλοι καλυμμένοι με λάσπη, οπότε αυτό ήταν διαφορετικό, αλλά ήταν υπέροχο. Θέλω να πω, ήταν μάλλον ένα όνειρό μου να παίξω στο Newport γιατί γνώριζα για το Newport Jazz Festival και ένας από τους μεγάλους ήρωές μου ήταν ο Muddy Waters, είχα στην πραγματικότητα το album “Muddy Waters at Newport 1960”. Έτσι, ήταν ένα είδος εύνοιας όταν έπαιξα στο Newport. Το Woodstock ήταν αμελητέο όπως είπα, ήταν απλώς ένα ακόμη φεστιβάλ, ήταν μία και έξω. Αλλά το Newport τότε είχε κύρος για να μας καλέσουν να παίξουμε εκεί και το απόλαυσα. Θέλω να πω, ένα πράγμα που θυμάμαι είναι ότι ο ενισχυτής μου κάηκε στα μέσα της συναυλίας και εξερράγη λίγο (γέλια), αλλά κατά τ’ άλλα ήταν υπέροχο. Βγήκαμε σε περιοδεία μετά το Newport, παίξαμε τρεις-τέσσερις συναυλίες με κάποιους από τους άλλους καλλιτέχνες του Newport όπως τη Nina Simone και τον Dizzy Gillespie. Έτσι, συνεχίστηκε για λίγο.

 

Είναι αλήθεια ότι ο Jimi Hendrix σας ζήτησε να μπείτε στο συγκρότημά του ως μπασίστας;

Ναι, όταν γνωριστήκαμε. Όταν ο Jimi ήρθε για πρώτη φορά στο Λονδίνο, πήγα να δω το συγκρότημα του Rory Gallagher, τότε τους έλεγαν Taste κι έπεσα πάνω στον Jimi και τον Chas Chandler (σ.σ: The Animals -μπάσο), που ήταν manager του εκείνη την εποχή και έψαχναν για μπασίστα και ο Chas είπε: «Θα σ’ ενδιέφερε να το κάνεις;» Αλλά είχα αφιερώσει τόσο πολύ χρόνο στους Ten Years After, ας πούμε, σχεδόν 9 χρόνια, αποφάσισα να μείνω εκεί που ήμουν, οπότε δεν δέχτηκα. Ο Noel (σ.σ: Redding) πήρε τη δουλειά. Δεν ήξερα τον Noel, στην πραγματικότητα ήταν κιθαρίστας. Αλλά είχα παίξει μερικές φορές με τον Mitch (σ.σ: Mitchell -drummer των Jimi Hendrix Experience) και ο Jimi είχε παίξει με το μπάσο μου μερικές φορές. Τον βάζαμε να παίζει μπάσο γιατί ήταν αριστερόχειρας, του ήταν εύκολο να παίζει μπάσο, το γύριζε ανάποδα και έπαιζε μπάσο. Έχω μια φωτογραφία κάπου με τον Jimi να παίζει με το μπάσο μου. Λοιπόν, τον ήξερα. Δεν ξέρω τι θα είχε συμβεί αν είχα μπει στο συγκρότημα, δεν έχω ιδέα. Με ποιον τρόπο θα άλλαζε; Δεν ξέρω.

 

Υπήρχε κάποιου είδους ανταγωνισμός ανάμεσα στον Alvin Lee και τον Jimi Hendrix;

Δεν νομίζω ότι υπήρχε εκείνες τις μέρες. Νομίζω ότι θαύμαζε ο ένας το παίξιμο και την ικανότητα του άλλου και άνθρωποι συνήθιζαν να έρχονται και να βλέπουν ο ένας τον άλλον. Ο Jimi Hendrix, πολλοί διαφορετικοί μουσικοί πήγαιναν και έβλεπαν τον Alvin. Για παράδειγμα, στον Jimmy Page άρεσε πολύ το παίξιμο του Alvin. Όχι, δεν υπήρχε ανταγωνισμός. Νομίζω ότι αυτό που έφερε τον ανταγωνισμό ήταν το management, κατά κάποιο τρόπο. Θα πω κάτι άλλο γι’ αυτό: Το management πάντα ήθελε να βεβαιωθεί ότι το συγκρότημα έπρεπε να είναι οι headliners της συναυλίας, ότι είχαν τα καλύτερα φώτα, το PA (σ.σ: ηχητικό σύστημα), την προώθηση… Για να αναπτύξουν το συγκρότημα. Ο μόνος ανταγωνισμός που νιώθαμε ήταν: Αν παίζαμε μ’ ένα συγκρότημα θέλαμε να έχουμε την καλύτερη αντίδραση. Υποθέτω ότι, κατά κάποιο τρόπο, ήταν ένα είδος ανταγωνισμού, αλλά θαυμάζαμε πολύ τους άλλους μουσικούς. Θέλω να πω, όταν μπορούσα, πήγαινα και έβλεπα τ’ άλλα συγκροτήματα της συναυλίας.

 

Ποιες είναι οι επιρροές σας στο μπάσο;

Πολλοί. Νομίζω ότι όταν ξεκίνησα, μου άρεσαν όλοι οι rock ‘n’ roll μουσικοί, ο μπασίστας του Little Richard (σ.σ: Olsie Robinson), μ’ άρεσε ο τρόπος παιξίματός του. Ήταν η πρώτη φορά που είδα ένα Fender ηλεκτρικό μπάσο στη σκηνή. Μ’ άρεσε ο Bill Black, ο κοντραμπασίστας που έπαιζε με τον Elvis και μετά ασχολήθηκα με την jazz. Έτσι, έμαθα όλες τις rock ‘n’ roll μελωδίες και μετά άρχισα ν’ ακούω jazz μουσικούς όπως τον Ray Brown και τον Scott LaFaro. Ο Duke Ellington είχε πολλούς διαφορετικούς μπασίστες, αλλά μ’ άρεσε αυτό το είδος swing μουσικής του Duke Ellington που μπορείς να το δεις σε κάποια από τα πρώιμα πράγματα των Ten Years After όπου κάναμε μια απλή μορφή αυτού. Έτσι, είναι πολλοί και τώρα ακούω πολύ περισσότερο τραγούδια. Φυσικά, ήμουν συνθέτης και ακούω όλο τ’ τραγούδι. Όταν ακούω έναν δίσκο, δεν ακούω μόνο το μπάσο. Νομίζω, κατά κάποιο μικρό τρόπο, συγκεντρώθηκα πολύ όταν ήμουν 16 ή 17 ετών στο να μάθω τις μπασογραμμές σε κάθε pop τραγούδι, μόνο και μόνο για να εξασκήσω αυτό το πράγμα. Έκανα μαθήματα κιθάρας αλλά είμαι αυτοδίδακτος στο μπάσο. Ακόμα μαθαίνω. Τώρα, θα έβαζα έναν δίσκο και θα έπαιζα μαζί με τον δίσκο και θα προσπαθούσα ν’ απολαύσω τη μουσική και να βάλω την ερμηνεία μου σ’ αυτό, αντί να μάθω τη μελωδία του μπάσου που υπάρχει στον δίσκο, ακόμα κι αν είναι εξαιρετική. Μπορεί ν’ επηρεαστώ απ’ αυτό, αλλά τώρα ακούω τη μουσική ως σύνολο.

 

Πόσο έχει αλλάξει η προσέγγισή σας στο μπάσο με τα χρόνια;

Μ’ αρέσει να πιστεύω ότι γίνομαι καλύτερος, αλλιώς θα ήταν τρομερό. Έτσι, πάντα προσπαθώ να κάνω κάτι διαφορετικό. Έχω κάνει πολλά λάθη στη μουσική μου, πάνω στον ενθουσιασμό μου παίζοντας το μπάσο, αλλά νομίζω ότι αυτό είναι επίσης καλό. Μόλις ξεκίνησα την jazz, υποθέτω. Τώρα, νομίζω ότι είμαι ίσως λίγο πιο καλόγουστος, αλλά παίζω διαφορετικό είδος μουσικής. Με τους Hundred Seventy Split είναι διαφορετικό είδος μουσικής: Παίζω με διαφορετική γενιά μουσικών και το μπάσο έχει έναν διαφορετικό ρόλο στη σημερινή μουσική, ακόμα και στο rock και το blues. Όταν ξεκίνησα το μπάσο όριζε το groove και ο drummer έπαιζε μαζί του. Τώρα, ο drummer ορίζει το groove και όλοι οι άλλοι πρέπει να ταιριάξουν σ’ αυτό. Δεν υπήρχε πολλή μπότα στα drums αν ακούσεις οποιονδήποτε jazz δίσκο της δεκαετίας του ‘60 ή οποιαδήποτε pop μουσική του ‘60 και του ‘70. Δεν υπήρχε πολύ μπότα στα drums, το ηλεκτρικό μπάσο όριζε το groove και έτσι, εγώ βρισκόμουν μπροστά παίζοντας το μπάσο σαν lead μπάσο, αν προτιμάς. Τώρα, είμαι λίγο πιο υποταγμένος σ’ αυτό που συμβαίνει. Εξακολουθώ ν’ απλώνομαι και σίγουρα είναι το στυλ μου, αλλά έχω ρίξει λίγο τους τόνους. Αλλά μετά, αν καταφέρω να παίξω μ’ έναν drummer που παίζει drums στο στυλ της δεκαετίας του ‘70, θα επέστρεφα σιγά-σιγά πίσω στο lead μπάσο (γέλια).

 

Οι Earth, πριν αλλάξουν το όνομά τους σε Black Sabbath, έπαιζαν κατά τη διάρκεια του διαλείμματος στις συναυλίες των Ten Years After. Περιμένατε ότι θα γίνονταν τόσο διάσημοι;

Λοιπόν, είναι τύχη. Σκληρή δουλειά και τύχη, νομίζω. Πιστεύαμε ότι ήταν καλό συγκρότημα και προσπαθήσαμε να τους βοηθήσουμε και τους προτείναμε σε μερικούς διοργανωτές συναυλιών και τέτοια πράγματα. Μ’ αρέσουν τα παιδιά, ο Ozzy μπορούσε μερικές φορές να γίνει λίγο τρελός, αλλά τα πηγαίναμε καλά με όλους και ναι, τα κατάφεραν καλά. Είναι σπουδαίοι.

 

Είναι κολακευτικό που έχετε επηρεάσει τον Geezer Butler (Black Sabbath -μπάσο);

Φυσικά και είναι. Πολύ ευγενικό εκ μέρους του. Όλοι κάποιον ακούνε. Είναι κολακευτικό και πολύ ευχάριστο ότι έχεις κάνει κάτι, που δεν με κάνει να νιώθω ότι είμαι σπουδαίος μουσικός αν έκανα κάποιον ν’ αρχίσει να παίζει ή ν’ ακούει μουσική. Έχω ένα μικρό κανάλι στο Youtube και λαμβάνω πολλά emails από ανθρώπους που λένε: «Ακούω τη μουσική σου και μ’ έκανα πραγματικά να ενδιαφερθώ να παίξω μπάσο» και νομίζω ότι αυτό είναι υπέροχο. Γιατί είναι υπέροχο και σου γεμίζει την ψυχή το να παίζεις ένα μουσικό όργανο, όσο καλά κι αν το κάνεις. Όλοι χρειαζόμαστε τη μουσική στη ζωή μας, οπότε, ναι, είναι κολακευτικό.

 

Σας άρεσαν άλλοι μπασίστες της εποχής σας όπως ο Jack Bruce (Cream) και ο John Entwistle (The Who);

Ναι, μ’ άρεσαν. Ναι. Ποτέ δεν προσπάθησα να παίξω σαν αυτούς, αλλά είμαι σίγουρος ότι τα στυλ μας διασταυρώνονται. Ναι, πάρα πολύ.

 

Έτυχε να τους γνωρίσετε;

Ναι. Παίξαμε με τους Cream μερικές φορές, με τους Who ακόμα περισσότερες. Γνώριζα τον John περισσότερο από ό,τι τον Jack. Όλοι ξεκινούσαμε σχεδόν ταυτόχρονα, ήμασταν όλοι σ’ αυτό, ξέρεις, σχεδόν στα ίδια φεστιβάλ. Έτσι, τους έβλεπες εκεί και τις πιο πρώτες μέρες όλοι παίζαμε στα clubs στο Ηνωμένο Βασίλειο και ταξιδεύαμε. Φυσικά, όταν γίνεσαι καλλιτέχνης που παίζει σε στάδια, δεν τους βλέπεις τόσο πολύ, επειδή αυτοί είναι headliners σε μία συναυλία και εσύ σε άλλη, αλλά μέχρι εκείνο το σημείο, ναι.

 

Θα θέλατε να μοιραστείτε μαζί μας κάποιες ενδιαφέρουσες ιστορίες από τις ηχογραφήσεις του “Phenomenon” (1974) album των UFO  στο οποίο κάνατε την παραγωγή;

Νομίζω ότι ένα από τα ενδιαφέροντα πράγματα ήταν: Η δισκογραφική εταιρεία (σ.σ: Chrysalis) υπέγραψε το συγκρότημα επειδή πίστευαν ότι θα πουλούσαν κάποιους δίσκους στη Γερμανία. Έτσι, το budget που μου έδωσαν ήταν αστείο, πολύ χαμηλό και τα πηγαίναμε πολύ καλά. Ο Michael (σ.σ: Schenker -κιθάρα) δεν μιλούσε πολλά αγγλικά εκείνη την εποχή, αλλά ευτυχώς εγώ μιλούσα γερμανικά. Τα πηγαίναμε καλά και πίστευα ότι κάναμε έναν αρκετά καλό δίσκο στον χρόνο που είχαμε να τον κάνουμε και ο δίσκος άρχισε ν’ απογειώνεται, άρχισε να πουλάει και να γίνεται πολύ δημοφιλής. Έδειχνε κάπως ότι η δισκογραφική εταιρεία δεν πάλεψε αρκετά και δεν πήγε στους ραδιοφωνικούς σταθμούς και δεν υπήρχαν αρκετοί στα μαγαζιά και ούτω καθεξής, έτσι, ήταν λίγο απογοητευτικό για τους UFO. Νομίζω ότι θα μπορούσαν να ήταν πολύ μεγαλύτεροι αν η δισκογραφική εταιρεία τους πίστευε από τον πρώτο δίσκο. Νομίζω ότι ήταν στον τέταρτο δίσκο όταν άρχισαν να βάζουν χρήματα. Αλλά τον λάτρεψα, τον απόλαυσα. Ο Pete Way (μπάσο) ήταν στενός φίλος μου. Ο Pete ερχόταν και έμενε μαζί μας σε μια φάρμα ή σ’ ένα διαμέρισμα στο Λονδίνο. Ωραίοι τύποι όλοι. Ο Pete ήταν φυσικά λίγο τρελός (γέλια), ο Θεός να τον αναπαύσει. Ένα πράγμα που θα μπορούσα να πω είναι ότι σε όλους τους δίσκους που έκανα την παραγωγή για τους UFO, ο Pete έπαιζε με τ’ αυθεντικό μου μπάσο από το Woodstock. Αυτό δεν το έχουν κάνει πολλοί. Είχε το Thunderbird μπάσο του, αλλά αυτά δεν ηχογραφούσαν πολύ καλά, όχι, κατά τη γνώμη μου. Έτσι, χρησιμοποιούσαμε πάντα το Fender μπάσο μου. Έτσι, είναι το Fender μπάσο μου στους τρεις πρώτους δίσκους (σ.σ: επίσης το “Force It” του 1975 και το “No Heavy Petting” του 1976) που έκανα την παραγωγή για τους UFO. Παραμένει ζωντανό.

 

Όταν ηχογραφήσατε το τραγούδι “Doctor Doctor” από το album “Phenomenon” (1974) των UFO, είχατε συνειδητοποιήσει ότι δημιουργήσατε ένα κλασικό τραγούδι;

Ωχ, όχι! Όχι, δεν το είχα συνειδητοποιήσει. Αν μπορούσα να γυρίζω πίσω και να τ’ ακούσω τώρα, θα έλεγα: «Ναι, είναι σπουδαίο τραγούδι». Το “Rock Bottom” νομίζω ήταν άλλο ένα. Στο “Rock Bottom” νόμιζα ότι κάτι είχαμε. Κάποιος είπε ότι έπρεπε να το κάνουμε edit για να κυκλοφορήσει ως single. Αλλά όχι. Είμαι ευχαριστημένος, είμαι τυχερός, πολύ τυχερός. Ήμουν εκεί (γέλια).

 

Παρεμπιπτόντως, γνωρίζετε ότι το “Doctor Doctor” είναι το αγαπημένο τραγούδι του Steve Harris (Iron Maiden -μπάσο);

Α, αλήθεια;! Ένα αστείο πράγμα γι’ αυτό. Όταν οι Iron Maiden έπαιζαν σε pubs, δεν είμαι σίγουρος αν τους έλεγαν Iron Maiden, είχαν γνωρίσει έναν άνθρωπο, νομίζω, από μια δισκογραφική εταιρεία εκείνη την εποχή. Ήθελαν να τους υπογράψουν και ήθελαν εγώ να κάνω την παραγωγή του συγκροτήματος. Πήγαμε, λοιπόν, αυτός κι εγώ να δούμε το συγκρότημα να παίζει και γνώρισα το συγκρότημα και μ’ άρεσε η μουσική. Ήμουν έτοιμος να κάνω την παραγωγή, αλλά η δισκογραφική τους απέρριψε (γέλια), οπότε δεν κατάφερα ποτέ να τους κάνω την παραγωγή. Ήμουν σίγουρος ότι θα είχε ενδιαφέρον γιατί ήξερα ότι ήταν οπαδοί των UFO, γι’ αυτό με ρώτησαν αν θα μ’ ενδιέφερε να τους κάνω την παραγωγή. Νομίζω ότι θα μπορούσαμε να διασκεδάσουμε λίγο.

 

Εντοπίσατε κάποιες ομοιότητες ανάμεσα στο κιθαριστικό παίξιμο του Alvin Lee και του Michael Schenker (UFO -κιθάρα) ;

Όχι, πραγματικά. Ο Michael είναι λαμπρός παίκτης, αλλά είναι τεχνίτης: Δουλεύει τα πάντα. Όλα ήταν δουλεμένα. Έτσι, αν κάναμε ένα κομμάτι-οδηγό για τους UFO, μόνο με τις κιθάρες και επρόκειτο να κάνει ένα solo, πήγαινε σπίτι και δούλευε το solo, ενώ ο Alvin έπαιζε χωρίς πολλή σκέψη. Ο Alvin ήταν ενστικτώδης παίκτης, όπως κι εγώ, νομίζω. Πολύ σπάνια δουλεύω κάτι, μ’ αρέσει να παίζω αυθόρμητα. Προφανώς η τεχνική μερικές φορές το υπαγορεύει αυτό, κάνοντας τους ανθρώπους ν’ αναγνωρίζουν το στυλ σου, ενώ ο Michael ήταν πολύ ακριβής. Κάναμε 8 ή 9 solos και έλεγα για το πρώτο σόλο: «Αυτό ήταν υπέροχο, Michael» και έλεγε: «Για σένα ίσως, αλλά όχι για μένα. Θα κάνουμε άλλο ένα» και κάναμε άλλα 8 ή 9 takes και ακούγαμε τα takes και έλεγε: «Μου αρέσει αυτό το σημείο, μ’ αρέσει αυτό το σημείο απ’ εκείνο και μ’ αρέσει αυτό το σημείο απ’ το άλλο» και έτσι δουλεύαμε τα solos.

 

Περάσατε καλά παίζοντας στο Isle of Wight Festival το 1970;

Ναι. Πάντα μ’ άρεσε να παίζω σε φεστιβάλ γιατί απολαμβάνω την ενέργεια από το κοινό. Ήταν διαφορετικό φεστιβάλ από το Woodstock, δεν έβρεχε. Θέλω να πω, το Woodstock, όσον αφορά τους μουσικούς, θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως καταστροφή, επειδή έβρεχε στη σκηνή και υπήρχαν καλώδια ηλεκτρικού ρεύματος που απλώνονταν κατά μήκος της σκηνής με νερό ανάμεσά τους, επομένως, ο κίνδυνος να σκοτωθείς από ηλεκτροπληξία ήταν αρκετά μεγάλος. Νομίζω ότι σήμερα δεν θα επέτρεπαν να συνεχιστεί το φεστιβάλ για λόγους ασφαλείας και σίγουρα από την πλευρά του management, δεν θα επέτρεπαν στα συγκροτήματα να παίξουν γιατί ήταν επικίνδυνο. Αλλά όπως είπε ο Alvin, συζητούσαμε: «Λοιπόν, αν πεθάνει κάποιος από μας, θα πουλήσουμε πολλούς δίσκους» (γέλια). Ήταν αυτή η αδιαφορία της νιότης. Τώρα, θα σκεφτόμουν: «Αξίζει τον κόπο; Πρέπει να συνεχίσουμε και να ρισκάρουμε τον θάνατο μόνο και μόνο για να παίξουμε;» Θέλω να πω, η σκηνή γλιστρούσε προς την πλαγιά του λόφου. Απομακρύνθηκε κόσμος από τη σκηνή γιατί η σκηνή γινόταν ασταθής. Οπότε, ήταν αρκετά προβληματικό. Στο Isle of Wight, κανένα πρόβλημα, η σκηνή λειτουργούσε και ανέβαινες κι έπαιζες. Το μόνο πρόβλημα που είχαν στο Isle of Wight ήταν ότι πολλοί άνθρωποι πίστευαν ότι όλη η μουσική έπρεπε να είναι δωρεάν και γκρέμισαν τους φράχτες. Υπήρχε ένα μικρό πρόβλημα, αλλά δεν μας επηρέασε στο να παίξουμε εκεί. Όχι, ήταν διασκεδαστικό.

 

Μετανιώνετε που δεν συνεχίσατε το συγκρότημα μ’ άλλον κιθαρίστα όταν ο Alvin Lee έφυγε το 1975;

Κατά κάποιο τρόπο, ναι. Θέλω να πω, ήμασταν στο δρόμο για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα, βδομάδες και βδομάδες εκείνη την εποχή γι’ αρκετά χρόνια, ίσως 40 εβδομάδες το χρόνο ή κάτι τέτοιο, αλλά ήταν ώρα για ένα διάλειμμα. Δεν ένιωθα πολύ άσχημα τότε. Είχα κάνει οικογένεια, οπότε ήταν καλό ν’ αφιερώσω λίγο χρόνο. Δεν μ’ ενθάρρυνε η δισκογραφική εταιρεία να βρω άλλον κιθαρίστα και να συνεχίσω και αυτό θα ήταν λογικό να το έκανα από πλευράς καριέρας, αλλά δεν το κάναμε (γέλια). Οπότε, δεν το μετανιώνω τώρα, όχι. Φυσικά, επανενωθήκαμε αρκετές φορές μετά απ’ αυτό.

 

Γιατί οι Ten Years After αποφάσισαν να επανενωθούν το 1983;

Απλή απάντηση: Νομίζω ότι ο Alvin ήθελε κάποια χρήματα. Ήθελε να βγάλει κάποια χρήματα, απ’ όσο μπορώ να καταλάβω. Δεν υπήρχε λόγος. Εννοώ, πάντα υπήρχαν άνθρωποι που ζητούσαν από το συγκρότημα να επανενωθεί και να κάνει κάποιες συναυλίες γι’ οποιονδήποτε λόγο και γι’ αυτό βγήκαμε έξω. Ο Alvin αντιμετώπιζε αρκετά προβλήματα εκείνη την εποχή, προσωπικής φύσεως. Ήθελαν απλώς να βγάλουν κάποια χρήματα και πειστήκαμε: «Λοιπόν, γιατί δεν το κάνεις αυτό;» Ο τότε ατζέντης του μου είπε ότι έκανε κάποιες συναυλίες κάπου -δεν ξέρω… στην Βουλγαρία- και ήταν 10.000-15.000 άνθρωποι στην συναυλία και είπε στον ατζέντη: «Γιατί δεν μπορείς να μου έχεις συνέχεια τέτοιες συναυλίες;» και ο ατζέντης είπε: «Λοιπόν, αν επανενώσεις τους Ten Years After, μπορούμε να το κάνουμε αυτό» και νομίζω ότι αυτό ήταν ένα από τα πράγματα που σκέφτηκε: «Λοιπόν, εντάξει, θα το δοκιμάσω». Έτσι, το κάναμε. Όλα μοιάζουν πολύ παλιά, αλλά συνεχίσαμε για κάποιο διάστημα και μετά εμφανίστηκαν τα ίδια προβλήματα. Νομίζω ότι ο Alvin δεν ήθελε να περιοδεύει τόσο πολύ και ούτω καθεξής. Ήμουν πολύ χαρούμενος, έκανα δίσκους, αλλά η πραγματική μου αγάπη ήταν να παίζω live μουσική, ενώ ο Alvin ήταν πολύ χαρούμενος με το να μην βγαίνει να περιοδεύει και τόσο πολύ.

 

Όταν το συγκρότημά σας οι Jaybirds υπέγραψαν συμβόλαιο με τον Joe Meek (παραγωγό), το συγκρότημα του Ritchie Blackmore, οι Outlaws επίσης δούλευαν μαζί του ως studio μουσικοί. Γνωρίσατε τότε τον Ritchie Blackmore;

Όχι, τότε. Δεν ξέρω αν ο Ritchie ήταν σ’ αυτούς ή είχε φύγει από τους Outlaws, αλλά ο Alvin πήγε σε μια οντισιόν για να παίξει κιθάρα για τους Outlaws και δεν πήρε τη δουλειά. Οπότε, ίσως τότε να έψαχναν για κιθαρίστα, αλλά πήρε τη δουλειά ο Ritchie. Δεν ξέρω, ή το ένα ή το άλλο. Αλλά έτσι έμαθα για πρώτη φορά για τους Outlaws και τον Joe Meek. Προφανώς, με τους Rainbow παίξαμε αρκετές φορές μαζί. Έμαθα ότι ήμουν έτοιμος να πάρω τη δουλειά όταν οι Ten Years After σταμάτησαν να περιοδεύουν. Ο Cozy Powell (drums) πρότεινε τ’ όνομά μου για να παίξω μπάσο στους Rainbow, αλλά δεν μου φαινόταν το κατάλληλο συγκρότημα για να είμαι μαζί τους. Αν και, εκείνη την εποχή, ο Don Airey (Deep Purple, Ozzy Osbourne -πλήκτρα) ήταν στο συγκρότημα και ο Ronnie James Dio, με τον οποίο στη συνέχεια συνεργάστηκα, μ’ άρεσαν πολύ αυτά τα παιδιά. Είχα ακούσει πολλά πράγματα για τον Ritchie και ίσως είναι άδικα, δεν ξέρω, αλλά ο Cozy μου είπε: «Νομίζω ότι θα πάρεις τη δουλειά, αλλά στον Ritchie αρέσει να παίζουν με πένα» και σκέφτηκα: «Δεν θέλω να το κάνω αυτό». Οπότε, δεν δέχτηκα τη δουλειά. Πήγα να τους δω, μου έστειλαν μερικά εισιτήρια να πάω να τους δω να παίζουν. Έτσι, δεν κατάφερα να παίξω μαζί τους. Μπορεί και να μ’ άρεσε, δεν ξέρω. Ίσως ο Ritchie να έλεγε: «Ω, δεν χρειάζεται να παίζεις με πένα», αλλά νομίζω ότι τ’ άρεσε ο κρυστάλλινος ήχος της πένας. Έπαιζα περισσότερο στον τόνο του κοντραμπάσου και μ’ άρεσε.

 

Πιστεύετε ότι η δημοφιλής μουσική που γράφτηκε στις δεκαετίες του ‘60 και του ‘70 είναι πολύ καλύτερη από τη σημερινή;

Κάποια είναι, άλλη όχι. Νομίζω ότι ήταν πιο ειλικρινής. Το θέμα είναι: Αν προέρχεται από την καρδιά και είναι με συναίσθημα και δεν είναι μηχανικά κατασκευασμένη, ναι. Αλλά υπάρχουν πολλοί καλλιτέχνες τώρα που μπορείς να τους πεις «οργανικούς». Δεν παίρνουν τέσσερα μέτρα από μια λούπα και τέσσερα μέτρα από άλλη λούπα και τα ενώνουν και είναι: “Yeah-yeah- yeah-yeah” για τέσσερα μέτρα και μετά το βάζουν εκεί και το κατασκευάζουν. “I love you baby- I love you baby- I love you baby” και αυτό είναι ένα τραγούδι. Ήμουν συνθέτης στο Nashville για πολλά χρόνια, επομένως είμαι πολύ επικριτικός όσον αφορά ένα τραγούδι. Ποιοι είναι οι στίχοι; Σημαίνουν κάτι; Μπορώ να ταυτιστώ μαζί τους; Και υπάρχουν πολλά pop τραγούδια με τα οποία δεν μπορώ να ταυτιστώ. Αλλά είμαι 80, οπότε τι περιμένεις; (γέλια) Δεν οδηγώ τ’ αυτοκίνητό μου ακούγοντας κάτι του τύπου: “WOOVS-WOOVS-WOOVS” (σ.σ: ένα δυνατό beat ηλεκτρονικής μουσικής). Θέλω ν’ ακούω το τραγούδι, θέλω να ακούω τα φωνητικά και ανακάλυψα ότι σε πολλή pop μουσική τώρα δεν μπορείς ν’ ακούσεις τα φωνητικά. Μπορώ ν’ ακούσω κάποιον να τραγουδά, αλλά δεν μπορώ πραγματικά ν’ ακούσω τι λέει. Έτσι, απ’ αυτή την άποψη, ήμουν πάντα μεγάλος οπαδός της country μουσικής γιατί μπορώ ν’ ακούσω τους στίχους. Δούλευα στο Nashville για 16 χρόνια και δούλευα γράφοντας τραγούδια για έναν publisher country μουσικής, αυτό έκανα τον περισσότερο καιρό, αλλά πάντα μ’ άρεσε η country μουσική,  από το Jimmie Rodgers, τον τραγουδιστή της country και τα blues. Νομίζω ότι πολλή blues μουσική είναι γενική: “I woke up this morning” ή “baby, don’t go” ή “I’m feeling down” ή “I got no money”, αλλά μπορείς ν’ ακούσεις τους στίχους και μπορείς να ταυτιστείς μ’ αυτούς.

 

Έκανα πρόσφατα μια συνέντευξη με τον Mel Collins (King Crimson, Roger Waters, Camel), τον σπουδαίο σαξοφωνίστα και μου είπε ότι δυσκολεύεται να ταυτιστεί με τις κορεάτικες boy bands ή την ιαπωνική pop. Θέλω να πω, στη δεκαετία του ‘60, όταν άκουγες τους Beatles να τραγουδούν το “Twist and Shout”, υπήρχε περισσότερη ψυχή σ’ αυτό από τη σημερινή μουσική.

Ναι σίγουρα, θα έλεγα. Υπάρχουν όμως και εξαιρέσεις. Υπάρχει κάποια σπουδαία μουσική τώρα, μερικά σπουδαία τραγούδια και μερικοί σπουδαίοι δίσκοι, αλλά πολλά απ’ αυτά απλώς δεν μ’ ενδιαφέρουν. Πολλά απ’ αυτά. Ανακαλύπτω πράγματα στο Spotify ή στο Youtube, φυσικά, πρέπει να το παραδεχτώ, κάποιος μου λέει για έναν καλλιτέχνη και το ακούω και το καταλαβαίνω. Ξέρεις, ανθρώπους σαν τον Ed Sheeran. Καταλαβαίνω το είδος της μουσικής του γιατί μπορώ ν’ ακούσω τι λέει. Θέλω να πω, δεν είμαι ιδιαίτερα οπαδός του Ed Sheeran, αλλά μ’ αρέσουν μερικά απ’ τα τραγούδια του και μπορώ να καταλάβω τι είναι καλό. Απλώς διαφορετικοί καλλιτέχνες… Στο είδος της pop, είναι δύσκολο. Η Taylor Swift, για παράδειγμα, που βρίσκεται ακριβώς στην κορυφή του pop είδους, μ’ αρέσει το στυλ της γιατί μπορώ να καταλάβω ότι τα τραγούδια της θα είχαν νόημα για τους νέους, ιδιαίτερα για τα κορίτσια, για παράδειγμα. Θα τους άρεσε και κάνει καλές συναυλίες. Υπάρχουν κάποιοι σπουδαίοι άνθρωποι. Επιστρέφω ακόμα στους Blackberry Smoke, σε συγκροτήματα σαν κι αυτά, στα πιο rock country συγκροτήματα. Έχω την τάση ν’ ακούω τέτοια πράγματα πολύ.

 

Είστε αισιόδοξος για το μέλλον του blues rock;

Νομίζω ότι θα είναι πάντα εκεί γιατί οι άνθρωποι θα μπορούν πάντα να ταυτιστούν μ’ αυτό και τις περισσότερες φορές είναι στο παρασκήνιο. Δεν είναι στην πρώτη γραμμή της pop μουσικής. Η pop μουσική είναι δημοφιλής μουσική που γίνεται δημοφιλής από ανθρώπους που την προωθούν για να βγάλουν χρήματα απ’ αυτήν, υποθέτω. Δεν κερδίζεις πολλά λεφτά με το να είσαι ένας άγνωστος παίκτης της jazz ή ένας blues μουσικός. Βγαίνει ένας και μετά βγαίνουν δέκα κι αυτή είναι η δημοφιλής μουσική για λίγο και μετά επιστρέφει στη βασική pop: Βρες ένα talent show ή ένα ωραίο αγόρι ή ένα όμορφο κορίτσι και κάποιος κατασκευάζει ένα τραγούδι γι’ αυτούς και μετά κάποιος πληρώνει για το video. Το marketing, η βιομηχανία έχει αλλάξει αρκετά. Αυτό το είδος των blues δεν θα πεθάνει ποτέ. Απλώς είναι εκτός μόδας. Αν ήμουν ένας blues μουσικός χωρίς περγαμηνές, πιθανότατα θα μπορούσα να βγάλω οριακά τα προς το ζην παίζοντας blues. Πάντα υπάρχει κάποιος που θέλει ν’ ακούσει τα blues.

 

Πιστεύετε ότι λόγω των υπηρεσιών streaming η ακρόαση ενός album από την αρχή μέχρι το τέλος γίνεται ένα είδος τέχνης που χάνεται;

Νομίζω, κατά κάποιο τρόπο. Πάντα ήμασταν ένα συγκρότημα των albums και ένα album είχε πάντα ένα concept και πολλά τραγούδια γράφονταν ταυτόχρονα. Συχνά, υπήρχε ένα θέμα σ’ ένα album και το συγκρότημα το δούλευε πραγματικά για κάποιο χρονικό διάστημα και τ’ ολοκλήρωνε. Με το βινύλιο, νιώθαμε μεγάλη απόλαυση κοιτάζοντας το εξώφυλλο του album και διαβάζοντας το πού ηχογραφήθηκε, ποιοι έχουν γράψει τα τραγούδια, ποιοι ήταν οι μουσικοί και όλα αυτά. Αυτό έχει χαθεί εντελώς στο streaming και οι άνθρωποι απλώς προωθούν singles. Είναι δύσκολο να πω γιατί όταν ξεκίνησα τη δεκαετία του ‘60, δεν έκανες album, έκανες single και κυκλοφορούσαν τα singles και έβγαζαν ίσως δύο ή τρία singles και αν τα πρώτα singles είχαν επιτυχία, έβγαζαν ένα EP ή ένα album. Οπότε, κάνει κύκλο, κατά κάποιο τρόπο. Αλλά μ’ αρέσει ν’ ακούω ένα album ως ένα concept πράγμα. Εάν υπάρχει ένα album στο Spotify, θα τ’ ακούσω ολόκληρο. Αλλά έτσι είναι, το αποδέχεσαι αυτό ή δεν το αποδέχεσαι καθόλου. Δέχομαι ότι αυτά τα πράγματα αλλάζουν, αλλά το βινύλιο τώρα επιστρέφει, όπως πιθανώς γνωρίζεις και οι άνθρωποι ανακαλύπτουν τη διαφορά μεταξύ του ήχου του βινυλίου και του streaming στα ακουστικά στο iPhone. Υπάρχει μεγάλη διαφορά στον ήχο.

 

Πόσο σημαντικός είναι για εσάς ο αυτοσχεδιασμός;

Για μένα, έτσι βγάζω τα προς το ζην. Άρα, είναι πολύ σημαντικός. Δούλευα ως session μουσικός όταν ήμουν μικρότερος, οπότε διάβαζα μουσική και πάντα είχα μια ιδέα. Συνήθως πολλές παρτιτούρες γράφονταν από πιανίστες, όχι από μπασίστες για μπασίστες και σκεφτόμουν: «Θα μπορούσα να κάνω κάτι διαφορετικό εκεί και είναι απογοητευτικό», οπότε δεν αυτοσχεδίαζα. Ναι, είναι σημαντικός, είναι ο τρόπος που εκφράζεσαι χωρίς να χρησιμοποιείς λέξεις, το εκφράζεις με τη μουσική που παίζεις. Αν έπαιζα απλώς τις βάσεις ενός τραγουδιού ή συμπλήρωνα τη βασική γραμμή του πιάνου ή οτιδήποτε άλλο, τότε το απολάμβανα, αλλά δεν ήμουν πραγματικά ο εαυτός μου, όχι. Έχω παίξει σε δίσκους ως session μουσικός και μερικές φορές οι άνθρωποι έλεγαν, ο Leslie West (σ.σ: Mountain -κιθάρα, φωνητικά), για παράδειγμα, έκανα ένα album μαζί του και ο Leslie είπε: «Νόμιζα ότι παίζεις υπερβολικά». Αλλά το έκανα με τους Ten Years After, ενώ εκεί έπαιξα ως session μουσικός. Βοηθούσα στα φωνητικά, δούλευα με τον drummer και άφηνα χώρο στον κιθαρίστα. Είπε: «Ήθελα να παίξεις υπερβολικά». Λοιπόν, αυτός είμαι, ο άνθρωπος που παίζει υπερβολικά (γέλια). Αλλά τώρα προσπαθώ να το κάνω πιο καλόγουστα απ’ ό,τι ίσως στο παρελθόν. Αλλά αυτό είναι: Είμαι αυτοσχεδιαστής. Δεν προετοιμάζω ποτέ τίποτα.

 

Με ποιον μουσικό είχατε την καλύτερη μουσική αλληλεπίδραση στη σκηνή;

Λοιπόν, νομίζω ο Alvin κι εγώ, επειδή δουλεύαμε μαζί για τόσο καιρό. Άρα, ήμασταν δύο μισά του ίδιου πράγματος. Νομίζω ότι με το νέο μου συγκρότημα τώρα έχω αρκετή ενσυναίσθηση ή σύνδεση, με τον Joe Gooch και τον Damon Sawyer, τον drummer μας, γιατί δουλεύουμε τώρα δώδεκα χρόνια. Αλλά είναι διαφορετικό είδος μουσικής και το γνωρίζω, οπότε τείνω να παίζω ελαφρώς διαφορετικά. Ακόμα ακούγομαι ο εαυτός μου, αλλά το κάνω. Με τους Ten Years After, όσο ανόητο κι αν ακούγεται, νομίζω ότι ηγούμουν με το μπάσο. Πολλοί λένε: «Παίζεις πάλι lead μπάσο». Νιώθω ακούγοντας μερικούς από τους δίσκους (σ.σ: των Ten Years After), ότι το μπάσο οδηγεί, τώρα τείνω να μείνω λίγο πίσω και να κάνω κάποιον άλλο να ηγηθεί.

 

Έχετε περιοδεύσει με όλους. Ποιος ήταν ο ωραιότερος άνθρωπος που έχετε γνωρίσει στην καριέρα σας;

Ωχ, αμάν! Δεν ξέρω αν έχω απάντηση σ’ αυτό. Ίσως οι ZZ Top, διασκέδασα λίγο μαζί τους. Πίστευα ότι ο καλύτερος άνθρωπος στην βιομηχανία ήταν ο George Martin, ο παραγωγός (σ.σ: The Beatles). Έκανα κάποια δουλειά σ’ έναν δίσκο για κάποιον και ένας από τους τύπους, ο John Burgess (σ.σ: παραγωγός στο “Do Wah Diddy Diddy” του Manfred Mann και το “James Bond Theme” του John Barry), ο οποίος ήταν συνέταιρος με τον George Martin, διοικούσαν τα Air Studios, άκουσαν τη δουλειά μου και ήθελαν να με μανατζάρουν. Ο John Burgess ήταν manager του George και ήθελε να μανατζάρει κι εμένα, οπότε έτσι γνώρισα τον George. Ήταν gentleman και αυτό μ’ άρεσε πολύ. Τον γνώρισα τότε και τον γνώρισα σε διάφορα επόμενα πράγματα. Ναι, πίστευα ότι ήταν πολύ ωραίος τύπος.

 

Γνωρίσατε τον Rory Gallagher;

Όχι, δεν τον γνώρισα. Άκου, υπήρχε ένα άλλο αστείο πράγμα: Πήγα να δω τον Rory Gallagher γιατί η δισκογραφική ήθελε να κάνω την παραγωγή στο συγκρότημα, αλλά δεν ξέρω ποιος δεν ήθελε να κάνω την παραγωγή στο συγκρότημα, αλλά, ούτως ή άλλως, δεν πήρα τη δουλειά. Πίστευα ότι θα ήθελα να έχω συνεργαστεί μαζί τους.

 

Ο Roger Glover (μπάσο) από τους Deep Purple έκανε παραγωγή στο “Calling Card” album του (1976).

Ναι. Αυτό ήταν πριν βγάλουν δίσκο ή  δίσκο σε μεγάλη δισκογραφική, όταν πήγα να τους δω. Είχα την αίσθηση ότι ήταν ένα πολύ συναρπαστικό live συγκρότημα.

 

Εννοείτε με το solo συγκρότημά του ή με τους Taste;

Με τους Taste.

 

Έπαιξαν και στο Isle of Wight Festival.

Ναι, έπαιξαν, νομίζω, ναι.

 

Θα ήθελα να μάθω: Ποια είναι η γνώμη σας για τον Chris Squire από τους Yes ως μπασίστας;

Νομίζω ότι ήταν πολύ καλός και τελείως διαφορετικός απ’ τον τρόπο που παίζω, αλλά ήταν πολύ ταλαντούχος. Έχω πάντα κάτι αστείο με τον Chris γιατί όταν ξεκινούσαμε παίζαμε μαζί τους στο Marquee, δεν ήταν οι Yes, ήταν ένα διαφορετικό συγκρότημα (σ.σ: οι The Syn) και ο Chris ήταν μεγάλο κεφάλι στο συγκρότημα (γέλια) και μας έκανε να βγάλουμε όλο τον εξοπλισμό μας από τη σκηνή για να στήσει. Ξέρεις, αυτό δεν βοήθησε πολύ στο να συνεργαστούμε, τα δύο συγκροτήματα. Και το θυμόμουν και μετά οι Yes έκαναν περιοδεία μαζί μας στην Αμερική ως support. Οι road managers μας ήταν κοινοί και είπαν: «Τι θέλετε να κάνουμε με τους Yes;» Είπα: «Λοιπόν, κάντε τους να βγάλουν τον εξοπλισμό τους από τη σκηνή» γιατί συνήθως δίνεις χώρο, προσπαθώντας να στήσουν. Όχι ότι τσακώθηκα ποτέ μαζί τους. Ήξερα τον Rick Wakeman (πλήκτρα), ο Rick ήταν ωραίος και όλα τ’ άλλα παιδιά. Λοιπόν, είναι μια αστεία ιστορία που θυμάμαι (γέλια), πώς είπε ο Chris: «Ξέρετε, πρέπει να βγάλετε όλο τον εξοπλισμό».

 

Όταν οι Ten Years After ξεκίνησαν να δισκογραφούν το 1967, γνωρίσατε τους Pink Floyd με τον Syd Barrett που ξεκίνησαν την ίδια περίοδο;

Ναι. Και πάλι περιοδεύαμε μαζί σε πανεπιστήμια. Υπήρχε ο χορός του πανεπιστημίου στο Ηνωμένο Βασίλειο και οι Pink Floyd έπαιζαν και οι Ten Years After έπαιζαν. Οπότε, ναι, τους ήξερα. Ήταν μετά την αποχώρηση του Syd. Ήταν ωραίοι. Ο κιθαρίστας, ο David (σ.σ: Gilmour) αγόρασε το παλιό σπίτι του Alvin.

 

Δεν το ‘ξερα αυτό.

Ναι, είναι μικρός ο κόσμος.

 

Είμαι τεράστιος οπαδός του Steve Marriott (Small Faces, Humble Pie -φωνητικά, κιθάρα). Τον γνωρίζατε;

Ωχ αμάν, με κάνεις να θυμάμαι πολλά! Ναι, και στους Small Faces και στους Humble Pie. Περιόδευσα μαζί τους, έπαιξαν αρκετές φορές support σε μας σε αμερικανικές περιοδείες. Μ’ άρεσε η μουσική του Steve. Μ’ άρεσε κι όταν είχε τους Packet of Three του, ένα μικρό συγκρότημα που λεγόταν Packet of Three. Πίστευα ότι ήταν σπουδαίοι, αλλά η δισκογραφική εταιρεία δεν ήθελε να τους υπογράψει. Είπαν: «Όχι, είναι pub band». Πίστευα ότι ήταν πραγματικά καλοί. Αλλά ναι, πολύ ταλαντούχος και στα τρία συγκροτήματα.

 

Έχω ακούσει ότι οι Ten Years After περιόδευσαν με τους Led Zeppelin στις πρώτες μέρες τους.

Μάλλον, παίξαμε μερικά φεστιβάλ μαζί τους, ναι. Θέλω να πω, πέφταμε συχνά πάνω τους στο δρόμο γιατί μάλλον μέναμε στα ίδια ξενοδοχεία και τέτοια πράγματα. Νομίζω ότι παίξαμε αρκετά φεστιβάλ μαζί τους.

 

Όταν σας είδα να παίζετε κοντραμπάσο, νόμιζα ότι ήσασταν σαν τον Jack Bruce που ξεκίνησε ως τσελίστας.

Ω ναι! Πάντα μου άρεσε το κοντραμπάσο. Έπρεπε να σταματήσω να το παίζω γιατί δεν ήταν εύκολο να ταξιδέψω μ’ ένα τέτοιο, αλλά τώρα έχω ένα αναδιπλούμενο, το μπάσο διπλώνει. Έχω ένα στο δωμάτιο εδώ, αλλά δεν μ’ αρέσουν τα stick (σ.σ: λεπτά ηλεκτρικά όρθια) μπάσα, μ’ αρέσει ένα κανονικό κοντραμπάσο. Το λατρεύω, ναι.

 

Είμαι μεγάλος οπαδός του Jack Bruce και δεν νομίζω ότι είναι σύμπτωση ότι εσείς και ο Jack Bruce είστε οι μεγαλύτερες επιρροές του Geezer Butler. Δεν είναι σύμπτωση.

Ναι-ναι, μάλλον όχι. Νομίζω ότι τόσο στον Jack όσο και σε εμένα άρεσε το ίδιο είδος μουσικής, υποθέτω, μεγαλώνοντας. Ποτέ δεν έπαιζα τσέλο. Ξεκίνησα στην κιθάρα και μετά συνέχισα στο μπάσο και μετά στο κοντραμπάσο γιατί μ’ αρέσει ο ήχος του.

 

Θα ήταν πολύ ενδιαφέρον και υπερβολικό να περιοδεύετε με τους Cream, με τον Eric Clapton και τον Ginger Baker (drums). Θα μπορούσατε να μας περιγράψετε πώς ήταν να περιοδεύετε με τους Cream;

Νομίζω ότι όταν διαλύθηκαν οι Cream, ο manager του Ginger Baker με ρώτησε αν θα μ’ ενδιέφερε να κάνω ένα συγκρότημα με τον Ginger και είπα: «Ναι, ας μαζευτούμε και ας κάνουμε ένα τζαμάρισμα» και μετά είπαν: «Λοιπόν, εντάξει, αυτό θα γίνει στις 3 η ώρα τα ξημερώματα αφού κλείσουν αυτά τα συγκεκριμένα μπαρ» και σκέφτηκα: «Δεν είναι αυτό για μένα» (γέλια). Νομίζω ότι θα ήταν τρελό. Νομίζω ότι ο Ginger θα ήταν δύσκολος για να δουλέψεις μαζί του.

 

Έχω μιλήσει μαζί του. Απαντούσε μόνο με «ναι» ή «όχι».

(Γέλια) Ω, ναι; Ναι, καταλαβαίνω. Δεν του είχα μιλήσει πολύ. Τους έχω δει όταν έπαιζαν, αλλά νομίζω ότι το μόνο άτομο με το οποίο μιλούσα στους Cream ήταν ο Eric και ίσως ο Jack λίγο, αλλά όχι ο Ginger, οπότε δεν ξέρω.

 

Είχατε γνωρίσει ποτέ τον Paul McCartney; Και οι δύο σας παίξατε στο Star-Club στο Αμβούργο.

Του είπα ένα «γεια», αλλά δεν τον έχω γνωρίσει ποτέ. Ο George Harrison (σ.σ: The Beatles -κιθάρα) ήταν φίλος του Alvin, οπότε έπαιξα σ’ ένα κομμάτι σ’ έναν από τους solo δίσκους του Alvin και ήταν και ο George σ’ αυτό. Έτσι, τους έχω πει ένα «γεια» αλλά δεν τους ήξερα πραγματικά.

 

Πήγατε στο σπίτι του, το Friar Park;

Όχι, δεν πήγα. Ξέρω ότι ο Alvin πήγαινε μερικές φορές. Όλοι έμεναν στην ίδια περιοχή, εγώ έμενα σ’ άλλη περιοχή.

 

Νομίζω ότι εκεί έμενε και ο Jon Lord (πλήκτρα) από τους Deep Purple.

Ναι. Έμεναν όλοι στην ίδια περιοχή, στο Berkshire: Ο Jon Lord, ο Joe Brown, ο George Harrison, ο Alvin και αρκετοί άλλοι.

 

Ένα τεράστιο «ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ» στον κύριο Leo Lyons για τον χρόνο του.

Main photo: Arnie Goodman

Official Hundred Seventy Split website: https://www.hundredseventysplit.com/

Official Hundred Seventy Split Facebook page: https://www.facebook.com/Hundred70Split/

Official Leo Lyons website: http://leolyons.org/

Official Leo Lyons Facebook page: https://www.facebook.com/LeoLyonsbass

- Advertisement -

Latest articles

Related articles

Μετάβαση στο περιεχόμενο