HIT CHANNEL ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΗ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ: Οκτώβριος 2024. Είχαμε την μεγάλη τιμή να μιλήσουμε μ’ έναν εξαιρετικά ταλαντούχο μουσικό και υπέροχο άνθρωπο: τον Bill Payne. Είναι περισσότερο γνωστός ως ιδρυτικό μέλος και πιανίστας των Little Feat. Ο Jimmy Page των Led Zeppelin έχει πει δημοσίως ότι οι Little Feat είναι το αγαπημένο του Αμερικανικό συγκρότημα και τα τραγούδια τους έχουν διασκευαστεί από τους Bob Dylan, Deep Purple, Phish, Van Halen, Emmylou Harris και άλλους. Ο Bill Payne όλα αυτά τα χρόνια έχει παίξει με τους James Taylor, Jackson Browne, The Doobie Brothers, Pink Floyd, Bryan Adams, Phil Lesh, Bob Seger, moe. και πολλούς άλλους. Το Μάιο του 2024, οι Little Feat κυκλοφόρησαν το πρώτο studio album τους εδώ και 12 χρόνια, το “Sam’s Place”, που περιέχει 8 κλασικά blues τραγούδια και ένα καινούργιο. Διαβάστε παρακάτω τα όσα σημαντικά μας είπε:
Βρίσκεστε τώρα στη Δυτική Βιρτζίνια. Είστε ικανοποιημένος με το πώς πηγαίνει η περιοδεία μέχρι στιγμής;
Απολύτως, έχουμε μαζί μας δύο μουσικούς πνευστών σε αυτήν την περιοδεία, τον Marc Franklin (τρομπέτα) και τον Art Admaiston (σαξόφωνο), που έπαιξαν στο “Sam’s Place” και σ’ αυτόν τον νέο δίσκο που θα κυκλοφορήσουμε το 2025, που ονομάζεται “Strike Up the Band”. Γνώρισα αυτούς τους τύπους όταν έπαιζα με τους Doobie Brothers. Ο Scott Sharrard που παίζει κιθάρα με μας, ήξερε αυτούς τους τύπους όταν ήταν με τον Gregg Allman (σ.σ: The Allman Brothers Band -Hammond, φωνητικά, κιθάρες). Στην πραγματικότητα, ήμουν με τους Doobie Brothers όταν γνώρισα τον Scott, αυτός ήταν με τους Gregg Allman Band. Ο Marc και ο Art επίσης έπαιζαν πνευστά εκείνο το βράδυ. Όλοι γνωριζόμαστε αρκετό καιρό. Η περιοδεία πηγαίνει πολύ καλά. Ο Sam Clayton (φωνητικά, κρουστά), έκανε μια εγχείρηση, μια ιατρική πράξη, οπότε δεν είναι μαζί μας αυτή τη στιγμή (σ.σ: 22 Οκτωβρίου), θα είναι σε 5-6 ημέρες από τώρα προς το τέλος της περιοδείας, θα κάνει τις τελευταίες τέσσερις συναυλίες μαζί μας. Τα πάει καλά, έκανε πολλά videos λέγοντας στον κόσμο ότι νιώθει περίφημα και όντως νιώθει, αλλά θέλαμε να του βρούμε μια απευθείας πτήση προς εμάς (γέλια), οπότε δεν θα χρειαστεί να κάνει πολλά αεροπορικά ταξίδια. Αλλά τα πάει περίφημα και ανυπομονούμε να τον δούμε.
Πώς σας ήρθε η ιδέα να κάνετε ένα νέο studio album με blues τραγούδια με τους Little Feat μετά από 12 χρόνια;
Λοιπόν, η ιδέα να κάνουμε έναν δίσκο με νέα τραγούδια είναι μάλλον από τότε που βρεθήκαμε ξανά μαζί πριν από τρία ή τέσσερα χρόνια. Ωστόσο, είχε προηγηθεί ένα album που ονομάζεται “Sam’s Place”, το οποίο είναι το πρώτο album που έχουμε κυκλοφορήσει εδώ και 12 χρόνια, όπως είπες και αυτός ο δίσκος έχει μόνο blues. Έχουμε μόνο ένα πρωτότυπο τραγούδι σε αυτό. Ναι, όλα πάνε πολύ καλά και ο Sam (σ.σ: Clayton -κρουστά, φωνητικά) είναι ο τραγουδιστής σ’ αυτό το album, οπότε, είμαστε πολύ ευχαριστημένοι με αυτόν τον δίσκο. Αλλά έχουμε 13 νέα τραγούδια στο άλλο album. Έγραψα 20 τραγούδια με τον Robert Hunter (σ.σ: στιχουργός του Grateful Dead – πέθανε το 2019), για παράδειγμα. Οπότε όλα καλά, φίλε.
Το “Milkman” είναι το μόνο πρωτότυπο τραγούδι από το album “Sam’s Place”. Πείτε μας όλα όσα πρέπει να ξέρουμε για αυτό το όμορφο τραγούδι.
Αυτό το τραγούδι γράφτηκε από τον Sam, τον Fred Tackett (κιθάρα) και τον Scott Sharrard (κιθάρα) και αρχικά ονομαζόταν “The Trashman”, ξέρεις, είναι για σκουπίδια και τέτοια πράγματα και η γυναίκα του Sam το άκουσε και είπε: «Όχι. δεν θα χρησιμοποιήσεις αυτόν τον τίτλο». Έτσι, επέστρεψαν και το ονόμασαν “Milkman”. Ο Sam έχει πράγματι έναν ανιψιό που είναι γαλατάς, οπότε είναι αφιερωμένο σ’ αυτόν (γέλια).
Μου αρέσει πολύ το “Long Distance Call” του Muddy Waters με τη συμμετοχή της Bonnie Raitt από το album “Sam’s Place”. Πώς προέκυψε αυτό;
Από την πρώτη στιγμή, Θοδωρή, σκεφτόμασταν να έχουμε τη Bonnie αν ήταν διαθέσιμη να δουλέψει μαζί μας. Ήρθε σε μια συναυλία που παίξαμε, νομίζω ότι ήταν στο Warfield στο San Francisco και μετά την συναυλία, ήρθε πίσω στο λεωφορείο και μιλούσαμε και συνέβησαν ένα-δυο πράγματα: Συζητούσαμε για να τραγουδήσει σ’ αυτό το τραγούδι, με το οποίο συμφώνησε, αλλά είχε επίσης αναφέρει κι ένα άλλο τραγούδι, ένα τραγούδι του Willie Dixon, το “You’ll Be Mine”. Πίστευε ότι έπρεπε να το τσεκάρουμε και είπα: «Άνδρες, όταν μιλάει η Bonnie, εμείς ακούμε» (γέλια), οπότε πήγαμε και το τσεκάραμε και βρίσκεται επίσης στο δίσκο. Η Bonnie και ο Sam δεν τραγούδησαν μαζί το τραγούδι, της το στείλαμε και είμαστε τυχεροί που όλα έδεσαν. Είμαστε χαρούμενοι, δεν υπάρχουν λάθη, αλλά θα μπορούσε να βγει λίγο ευκολότερο απ’ ότι το κάναμε, όσον αφορά την ηχογράφηση, αλλά η ερμηνεία είναι ωραία. Η Bonnie και ο Sam ακούγονται υπέροχα, οπότε όλα πήγαν καλά.
Θα μπορούσατε να μας περιγράψετε τα συναισθήματά σας ενώ παίζατε στο πιάνο του Jerry Lee Lewis στο album “Sam’s Place”;
Μου είπαν ότι ήταν το πιάνο του Jerry Lee και σκεφτόμουν: «Αυτό είναι πολύ ωραίο». Έγραψα κάποτε ένα άρθρο για το πιάνο του Richard Manuel (The Band), σκέφτομαι εκείνο το πιάνο και σκέφτομαι και το πιάνο του Jerry Lee και είπα το ίδιο πράγμα: «Το όργανο λίγο-πολύ έπαιζε από μόνο του». Δηλαδή, το έπαιζα αλλά ήταν σαν: «Δεν θα μπορούσα να κάνω κανένα λάθος σ’ αυτό» (γέλια). Η μαγεία βρισκόταν εκεί. Έτσι, το εκμεταλλεύτηκα στο έπακρο και πέρασα καταπληκτικά. Ήταν απλώς τόσο διασκεδαστικό να το παίζεις.
Έχετε ήδη ηχογραφήσει το επόμενο studio album σας στο Nashville με παραγωγό τον Vance Powell (Phish, Chris Stapleton). Πώς θα ακούγεται;
Ο τίτλος του album είναι “Strike Up the Band” και ξεκινά μ’ ένα τραγούδι που ονομάζεται “Four Days of Heaven, Three Days of Work” και έχουμε πάλι τον Marc και τον Art να παίζουν πνευστά μαζί μας και ακούγεται σαν Little Feat. Ένας φίλος μας, που το άκουσε πριν από μερικές εβδομάδες, είπε: «Αυτό το τραγούδι που παίζει ακούγεται είναι σαν να κατευθύνεται ένα εμπορικό τρένο κατευθείαν πάνω σου». Έχει αυτό το μεσαίας ταχύτητας groove: «Του-του-του-πούμ/ του-τού/ του-πούμ/ τουτ-τουτ». Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι πρόκειται για Little Feat. Ολόκληρος ο δίσκος είναι ένα ποικιλόμορφο album όπως είναι πολλοί από τους δίσκους μας. Έχω ένα τραγούδι εκεί για τη Νέα Ορλεάνη που ονομάζεται “New Orleans Cries When She Sings”. Το έγραψα με τον Vince Herman (σ.σ: κιθάρα) που παίζει μ’ ένα συγκρότημα που ονομάζεται Leftover Salmon. Ο Vince έγραψε τους στίχους και εγώ τη μελωδία και τις συγχορδίες σ’ αυτό. Είχαμε καλεσμένη μια τραγουδίστρια, την Christine Rogers, η οποία είναι φίλη του Vance. Ο Vance και εγώ κάναμε την παραγωγή στο album, είχαμε επίσης και τον Scott (σ.σ: Sharrard -κιθάρα) να έρχεται και να κάνει παραγωγή σε πολλά κομμάτια. Η Christine ήταν τραγουδίστρια σε πολλά πράγματα που έκανε ο Vance, είναι απλώς η καλύτερη. Λοιπόν, είναι ένα album που σε πιάνει από το γιακά και δεν θα μπορούσα να είμαι πιο χαρούμενος μ’ αυτό. Θέλω να πω, ανυπομονώ να το ακούσει ο κόσμος, αν και το πιθανότερο είναι ότι θα πρέπει να περιμένουν μέχρι τον επόμενο Μάιο, οπότε θα πάρει καιρό. Μιλούσα με τον Scott Sharrard σήμερα, στο επόμενο soundcheck θα κάνουμε το “Four Days of Heaven, Three Days of Work”.
Κατά τη γνώμη σας, τι κάνει τη μουσική των Little Feat να εξακολουθεί να παραμένει επίκαιρη το 2024;
Είναι επίκαιρη επειδή όταν συνδυάζεις καλή μουσική ικανότητα με καλά τραγούδια, νομίζω ότι συμβαίνουν σωστά πράγματα. Μπορούμε πραγματικά να παίξουμε, που σημαίνει ότι ο πυρήνας της μουσικότητας στους Little Feat είναι και πάντα ήταν κορυφαία, κάτι που σου επιτρέπει όχι μόνο να παίξεις μέσα στη δομή του τραγουδιού, αλλά αν χρειαστεί να jam-άρεις και να αυτοσχεδιάσεις, μπορείς να το κάνεις και αυτό. Μπορούμε επίσης να φιλοξενήσουμε καλεσμένους που έρχονται μαζί μας και να τους δώσουμε χώρο και να είναι ο εαυτός τους. Οπότε, νομίζω ότι αυτό που την κάνει επίκαιρη για ν’ απαντήσω ολοκληρωμένα στην ερώτησή σου είναι: Είναι ταυτόχρονα απλή, ακούγεται εύκολα, αλλά αν είσαι μουσικός και προσπαθήσεις να την παίξεις, καταλαβαίνεις ότι δεν είναι (γέλια). Δεν το κάνουμε για να ξεγελάσουμε κανέναν, έτσι είναι, αλλά προφανώς μου αρέσει να μπορώ να γράφω και να παίζω για τους Little Feat, γιατί πρέπει να είσαι σε πολλά συγκροτήματα για να παίξεις το εύρος της μουσικής που παίζουμε. Κατά κάποιον τρόπο, αυτό επιβράδυνε την καριέρα μας επειδή οι άνθρωποι λένε: «Τι είναι αυτοί; Τι κάνουν; Τι είναι οι Little Feat; Είναι rock ‘n’ roll; Είναι country;» και τα κάνουμε όλα αυτά και τελικά λένε: «Ω, λοιπόν, είστε gumbo (σ.σ: ένα είδος μουσικής Cajun από την Νέα Ορλεάνη που αποτελείται από μια ζωηρή μίξη ειδών και ήχων) και φιλτράρετε τα πάντα σ’ αυτό το χωνευτήρι και τ’ ανακατεύετε».
Αυτή είναι μια άλλη ερώτηση: Είναι πολύ δύσκολο να ορίσουμε το είδος της μουσικής των Little Feat. Αυτό το γεγονός τελικά βοήθησε ή έβλαψε το συγκρότημα;
Μακροπρόθεσμα μας βοήθησε γιατί κράτησε την καριέρα μας φρέσκια. Στην πραγματικότητα, γράφω ένα βιβλίο γι’ αυτό. Ονομάζεται “Carnival Ghosts”, είναι απομνημονεύματα και πρόκειται να τελειώσω τον πρώτο τόμο, μάλλον θα είναι δύο τόμοι. Όταν ο Lowell (σ.σ: George -κιθάρα, φωνητικά, πέθανε το 1979) και εγώ πρωτοξεκινήσαμε το συγκρότημα το 1969, συζητούσαμε για το είδος της μουσικής που θέλαμε να παίξουμε και κάναμε πράγματα πιο Zappa-esque, σαν το είδος της μουσικής του Frank Zappa, instrumental πράγματα και μετά τα παίξαμε στον Ahmet Ertegun, ο οποίος ήταν ο παραγωγός του Ray Charles, ήταν ο Πρόεδρος της Atlantic Records και είπε: «Παιδιά, αυτό είναι πολύ ποικιλόμορφο». Είπαμε: «Εντάξει, Ahmet», οπότε, επιστρέψαμε στο προβάδικο και αρχίσαμε να γράφουμε αυτά που επρόκειτο να καταλήξουν στο πρώτο album (σ.σ: “Little Feat” -1971), το οποίο ήταν επίσης αρκετά ποικιλόμορφο: “Strawberry Flats”, “Hamburger Midnight”, “Crazy Captain Gunboat Willie”, θέλω να πω ότι οι ίδιοι οι τίτλοι υποδηλώνουν ότι τα πράγματα δεν βρίσκονται σε μια ευθεία γραμμή. Έτσι ξεκινήσαμε, αλλά μας πλήγωσε για λίγο καιρό γιατί όταν η δισκογραφική εταιρεία θέλει να πουλήσει κάτι τα θέλει όλα τυλιγμένα με ένα μικρό φιόγκο: «Αυτό είναι το πακέτο» και δεν ήταν σίγουροι τι να κάνουν μαζί μας. Έκαναν καλή δουλειά, ούτως ή άλλως, αλλά πήρε λίγο χρόνο. Τότε, οι δισκογραφικές ήταν σε θέση ν’ εξελίξουν καλλιτέχνες, δεν το κάνουν τόσο πολύ σήμερα.
Ποια είναι η ιστορία πίσω από το τραγούδι σας “Cat Fever” από το album “Sailin’ Shoes” (1972);
Έμενα στο σπίτι του Lowell και υπήρχε ένας φόνος που συνέβη λιγότερο από μισό μίλι από εκεί που βρισκόταν, είναι η δολοφονία της οικογένειας LaBianca και δολοφονήθηκαν από την «Οικογένεια Manson». Δεν τους δολοφόνησε ο Charles Manson, αλλά οι οπαδοί του. Λοιπόν, κατέληξα να κοιμάμαι στο βαν του, επειδή η Pattie, η κοπέλα και σύζυγός του, είχαν ένα παιδί, έφερε μια γάτα μαζί της και εγώ ήμουν αλλεργικός στις γάτες, οπότε δεν μπορούσα να κοιμηθώ στο σπίτι και κοιμόμουν στο βαν. Εξαιτίας των δολοφονιών και του χάους που επικρατούσε στο Los Angeles, ήταν σαν θάλαμος σάουνας εκεί έξω. Ήταν Αύγουστος (σ.σ: του 1969) και είχα όλα τα παράθυρα κλειστά, φοβόμουν για τη ζωή μου (γέλια). Ήταν φρικτό σκηνικό, λυπάμαι που γελάω γι’ αυτό, αλλά δεν ήταν καλό σκηνικό, γι’ αυτό ήθελα να γράψω ένα τραγούδι γι’ αυτό και έτσι έκανα.
Αποτυπώνει το live album “Waiting for Columbus” (1978) την πραγματική ατμόσφαιρα μιας συναυλίας των Little Feat;
Την αποτυπώνει. Θέλω να πω, ηχογραφήσαμε αυτό το διάσημο album στο Λονδίνο, φυσικά, στο The Rainbow Theatre και στο Lisner Auditorium, που βρίσκεται στην Ουάσιγκτον, DC στο Πανεπιστήμιο George Washington. Ναι, είχαμε μαζί μας τους Tower of Power στα πνευστά και όντως κάναμε overdubs σ’ αυτόν τον δίσκο. Ο Richie (σ.σ: Hayward -drums) κι εγώ, τα μέρη μας, είναι λίγο-πολύ όπως τα παίξαμε. Υπήρχαν μερικά overdubs σε μερικά φωνητικά και μερικές κιθάρες, αλλά ο ήχος είναι live. Η ενέργεια τελικά αποτυπώθηκε. Κανένα από τα προηγούμενα album δεν είχε τέτοιο ήχο. Νομίζω ότι αυτό ξεχώρισε πραγματικά αυτό το live album απ’ οποιοδήποτε άλλο: Ένιωθες ότι ήσουν εκεί. Την πρώτη φορά που το άκουσα, σηκώθηκαν οι τρίχες των χεριών μου και σκέφτηκα: «Θεέ μου, αυτό το πράγμα ακούγεται υπέροχο!»
Πώς συνέβη ο Mick Taylor (Rolling Stones, John Mayall’s Bluesbreakers) να παίξει slide κιθάρα στο “A Apolitical Blues” από το “Waiting for Columbus?
Ο Mick ήταν φυσικά στους Rolling Stones. Οι Rolling Stones ήταν πολύ εξοικειωμένοι με το συγκρότημα μας, όπως και εμείς με το δικό τους, φυσικά, οπότε δεν ήταν δύσκολο να ζητήσουμε από τον Mick να παίξει. Δεν του το ζήτησα εγώ, νομίζω ότι ο Lowell το έκανε. Κάναμε ένα μουσικό show για την Warner Brothers τον Ιανουάριο του 1975, με τους The Doobie Brothers, Bonaroo, Graham Central Station, Montrose και Tower of Power. Υπήρχαν έξι συγκροτήματα εκεί έξω και ο Τύπος πραγματικά ελκύστηκε από τους Little Feat, αλλά και από τον Lowell George. Έτσι, κάναμε παρέα με τον Robert Plant από τους Led Zeppelin, οι Rolling Stones ήρθαν να μας ακούσουν στο Jaap Edenhal στο Άμστερνταμ, ο Elton John, τον οποίο δεν γνώρισα, δεν έχω γνωρίσει ποτέ τον Elton, αλλά ήταν σε μία από τις συναυλίες και μιλούσε με τον Lowell. Οι Little Feat ήταν μεγάλο όνομα στην Ευρώπη, οπότε δεν ήταν τόσο δύσκολο να έχεις ανθρώπους όπως ο Mick Taylor, αλλά ήταν σίγουρα σπουδαίο να το έχουμε να παίζει σ’ αυτό, ήταν υπέροχο.
Ξέρω ότι υπάρχει επίσης μια αστεία ιστορία γύρω από την οντισιόν στο μπάσο του Paul Barrere (μελλοντικός κιθαρίστας των Little Feat). Θα θέλατε να την μοιραστείτε μαζί μας;
Σίγουρα. Τον πρώτο χρόνο που φτιάξαμε το συγκρότημα, που ήταν το 1969, είχαμε ήδη τον Lowell, εμένα, φυσικά, και μετά τον Richie Hayward. Ο Richie έπαιζε drums στους Fraternity of Man και για όσους δεν γνωρίζουν αυτό το συγκρότημα, είχαν ένα τραγούδι που λεγόταν “Don’t Bogart That Joint”, το οποίο ήταν σε μια ταινία που ονομάζεται “Easy Rider” (1969) με τον Jack Nicholson και τον Peter Fonda, μια μεγάλη, διάσημη αμερικανική ταινία. Χρειαζόμασταν όμως έναν μπασίστα, κάποια στιγμή σκεφτήκαμε τον Roy Estrada (Frank Zappa & The Mothers of Invention), φαίνεται ότι σκεφτόμασταν και τον Bruce Barlow που έπαιξε αργότερα με τον Commander Cody. Ο Bruce είναι φίλος μου από τη Santa Maria, που βρίσκεται στην Κεντρική Καλιφόρνια. Έτσι, είχαμε 14 άτομα σε διάστημα περίπου 8 μηνών να κάνουν οντισιόν για να παίξουν στους Little Feat. Ο Paul Barrere ήταν ένας από αυτούς και μπήκε στο σπίτι και είπε: «Lowell, δεν ξέρω να παίζω μπάσο» και ο Lowell είπε: «Ε, είναι εύκολο, εσύ παίζεις κιθάρα. Έχει απλώς δύο χορδές λιγότερες» (γέλια) και είπε: «Ω, εντάξει». Δεν τα κατάφερε. Πέταξα μπροστά του μια παρτιτούρα που ούτε ο ίδιος ο Stravinsky δεν θα μπορούσε να διαβάσει. Αλλά ο Paul αργότερα επέστρεψε, φυσικά και έπαιξε κιθάρα.
Γι’ αυτό και είπατε ότι το “This Is Spinal Tap” (1984) είναι μια πολύ ακριβής ταινία.
Ήταν. Θέλω να πω, την πρώτη φορά που είδα το “Spinal Tap” είπα: «Τι είναι αυτό; Ξέρω ότι υποτίθεται ότι είναι αστείο, αλλά δεν είναι αστείο γιατί είναι τόσο αληθινό», αλλά ήταν. Παρεμπιπτόντως, σε μια από τις πρόβες μας χρόνια αργότερα, οι Spinal Tap πρόβαραν δίπλα μας, μπήκαν όλοι μέσα, ο Harry Shearer, τον οποίο γνωρίζουμε εδώ και πολύ καιρό. Ο Harry ήρθε με τα υπόλοιπα παιδιά. Ήταν απλά υπέροχο, φίλε. Πρέπει να είσαι μουσικός, σωστά;
Έχω την Strat κιθάρα μου αλλά δεν είμαι πολύ καλός.
Τουλάχιστον, είσαι μουσικός, αισθάνθηκα ότι ήσουν, γιατί κατανοείς το “Spinal Tap”. Γιατί οποιοσδήποτε έχει υπάρξει ποτέ σ’ ένα συγκρότημα καταλαβαίνει όλα τα ωραία πράγματα: «Γύρνα το στο 11, φίλε!», όλους τους τσακωμούς που συμβαίνουν, τις γκόμενες και τις συζύγους που έρχονται και είναι τρελές και τους ανθρώπους της δισκογραφικής εταιρείας που λένε : «Ναι, θα κάνεις μεγαλύτερη επιτυχία και από τον Bugs Bunny, φίλε, μην ανησυχείς γι’ αυτό» και λες: «Ω, εντάξει, ναι!» και φυσικά τίποτα δεν γίνεται. Περιγράφουν τα πάντα που ήταν εξίσου τρελά όπως ήταν και θα είναι αυτή η βιομηχανία.
Αισθανθήκατε μεγάλη πίεση όταν ξαναφτιάξατε το συγκρότημα χωρίς τον Lowell George (φωνητικά, κιθάρα, φυσαρμόνικα, παραγωγός -πέθανε το 1979) το 1987;
Ναι, υπήρξε πίεση, εύλογα νομίζω. Δεν μπορείς ν’ αντικαταστήσεις τον Lowell George. Υπήρχε ένα συγκρότημα στο οποίο ήταν ο Jeff Beck, οι Yardbirds. Πήγα να τους ακούσω με μερικούς φίλους στο Rose Garden, που ήταν στο Pismo Beach. Πήγαμε εκεί και ο Jeff Beck δεν έπαιζε και φωνάζαμε: «Πού είναι ο Jeff;» και τσαντιστήκαμε και ο τύπος αρχίζει να παίζει κιθάρα, όποιος κι αν ήταν, και είπαμε: «Ακούγεται καλός». Ήταν ο Jimmy Page εκεί πάνω. Έτσι, χρόνια αργότερα σκέφτηκα: «Ο Lowell πέθανε». Κάναμε πολλές πρόβες σε ένα μέρος που ονομάζεται The Alley πριν βγω σε περιοδεία με τον Bob Seger, και παρόλο που ήταν δύσκολο στην αρχή να θυμηθούμε τα τραγούδια, αυτό που συνέβη εκείνη τη μέρα ήταν: Ακουγόμασταν ακόμα σαν τους Little Feat. Υπήρχε ακόμα πραγματική δύναμη στο συγκρότημα και σκέφτηκα: «Εντάξει» και μίλησα με τον Paul (σ.σ: Barrere -κιθάρα) γι’ αυτό: «Ίσως, πρέπει να σκεφτούμε να ξαναφτιάξουμε αυτό το συγκρότημα» και το έκανα βασισμένος στους Yardbirds και στο ότι ο Jeff Beck δεν ήταν εκεί. Θέλω να πω, δεν μπορείς να αντικαταστήσεις τον Jeff Beck, αλλά ο Jimmy Page τα πήγαινε καλά, σωστά, έτσι, σκέφτηκα: «Δεν μπορούμε να αντικαταστήσουμε τον Lowell, αλλά αν έχουμε καινούργια μουσική που γράφουμε, που ακούγεται σαν εμάς και αν έχουμε τα φωνητικά και τα πάντα, δεν θα προσελκύσουμε τους πάντες, αλλά θα προσελκύσουμε πολύ κόσμο» και το κάναμε. Κρατάμε αυτό το συγκρότημα μέχρι σήμερα. Δεν μπορείς να αντικαταστήσεις τον Richie Hayward ή τον Paul Barrere, αλλά ο Tony Leone, που παίζει drums μαζί μας τώρα, ένας φίλος μου από τις μεσοδυτικές πολιτείες, είπε το καλύτερο κομπλιμέντο: «Ο Tony δεν είναι Richie Hayward. Αλλά ούτε ο Richie Hayward είναι ο Tony Leone». Σωστά το είπε. Είναι και οι δύο καταπληκτικοί μουσικοί και εμείς εξακολουθούμε ν’ ακουγόμαστε σαν τους Little Feat.
Προφανώς. Ήταν ο Lowell ένα εύκολο άτομο για να δουλέψεις μαζί του;
Δεν ήταν εύκολος για να δουλέψεις μαζί του, μπορούσε να γίνει δύσκολος. Αλλά είχε εύκολη συμπεριφορά όταν ήταν σε καλή διάθεση. Ένιωθε επίσης μεγάλη πίεση. Ήταν ο αρχηγός του συγκροτήματος, αλλά η πίεση του να είναι ο αρχηγός του συγκροτήματος τον κατέβαλε πραγματικά, λόγω των ευθυνών που συνεπάγονταν. Όχι μόνο απ’ όλους στο ίδιο το συγκρότημα, αλλά και απ’ τις οικογένειές τους, τη δισκογραφική εταιρεία, τις συνεντεύξεις που πρέπει να κάνεις -που μ’ αρέσει να κάνω, οπότε είμαι καλά. Αλλά πήρα λίγες από τις ευθύνες που είχε με το ν’ ασχοληθώ με το management, τις δισκογραφικές και άλλα τέτοια, αν και ήταν πολύ ικανός σ’ αυτά. Ένα άλλο πράγμα που μου φάνηκε πολύ περίεργο ήταν ότι δεν του άρεσε να κάνει πρόβες. Εμείς λατρεύαμε να κάνουμε πρόβες, λατρεύαμε να μαζευόμαστε και να παίζουμε μουσική και απλώς να δοκιμάζουμε διαφορετικά πράγματα. Ο δικός του τρόπος να δοκιμάζει πράγματα ήταν να γράφει τραγούδια όπως, ας πούμε, το “Rock & Roll Doctor” (σ.σ: από το “Feats Don’t Fail Me Now” -1974). Το είχε σε μια κασέτα και μετά έβγαλε την ταινία και με ένα ξυραφάκι την έκοψε, την ξανάβαλε μέσα και μετά την έπαιξε σε μένα λέγοντας: «Δοκίμασε αυτό». Έλεγα: «Είναι 6 ή 5 χτύποι (σ.σ: σε ένα μέτρο -ρυθμοί 6/4 ή 5/4) ;», «είναι μια (σ.σ: μουσική) φράση με 6 χτύπους; Α, θα το κάνω έξι», «καλό ακούγεται. Εντάξει, ωραία» (γέλια). Ήταν ιδιοφυΐα σε πολλά επίπεδα, αλλά ήταν πολύ προβληματικός τύπος όταν έπρεπε να τακτοποιήσει ορισμένα πράγματα. Ήρθαμε σε σύγκρουση αρκετές φορές.
Ξαφνιαστήκατε όταν το “Hate to Lose Your Lovin’” από το album “Let It Roll” (1988) έφτασε στο #1 των Mainstream Rock Charts;
Ξέρεις, δεν ξαφνιάστηκα. Ένιωθα ότι αυτό το τραγούδι πραγματικά θα είχε απήχηση. Είναι σαν την στιγμή που άκουσες τον Little Richard, το “Tutti Frutti” ή ένα από αυτά τα τραγούδια. Αυτό το τραγούδι είχε τέτοια ατμόσφαιρα. Είμαι σίγουρος ότι κάποιοι που μπορεί να το είχαν ακούσει είπαν (σ.σ: άψυχα) : «Ααα, είναι εντάξει», αλλά οι περισσότεροι που το άκουσαν είπαν: «Θεέ μου, πρόσεχε!» Έχω παίξει σε συγκεκριμένους δίσκους και αυτό το τραγούδι και το “Four Days of Heaven, Three Days of Work”, δεν θα πω ότι είναι hit, αλλά ξέρεις ότι έχεις κάτι όταν αυτό πραγματικά εμφανίζεται. Το “Hollywood Nights” (1978), όταν έπαιξα σ’ αυτό για τον Bob Seger σκέφτηκα: «Φίλε, αυτό το πράγμα απλώς rock-άρει». Το ίδιο πράγμα με κάτι που δεν ήταν rock, ήταν ένα τραγούδι που έγραψε ο Rodney Crowell με τίτλο “Shame on the Moon” (σ.σ: 1981 – διασκευάστηκε από τον Bob Seger στο album “The Distance” του 1982), ένα country τραγούδι. Αυτό το τραγούδι, πραγματικά ένιωθα ότι θα τα πήγαινε πολύ καλά. Δεν ξέρω καθόλου, αλλά συνέβη αρκετές φορές στη ζωή μου όταν έπαιξα σε κάτι, όπως στο “(Everything I Do) I Do It for You” του Bryan Adams από την ταινία “Robin Hood” (1991), ήξερα ότι αυτό το πράγμα απλώς θα γινόταν τεράστια επιτυχία. Έπαιξα στο δίσκο του Jimmy Buffet “License to Chill” (2004), ήξερα ότι θα ήταν ένα μεγάλο album. Δεν ξέρω, απλώς μπαίνω και κάνω ό,τι καλύτερο μπορώ και ελπίζω για το καλύτερο, αλλά μερικές φορές το ξέρεις.
Πόσο έχει αλλάξει η προσέγγισή σας στο πιάνο με τα χρόνια;
Δεν έχει αλλάξει τόσο πολύ. Πάντα πίστευα ότι το όργανο είναι απαιτητικό, η ευκολία με την οποία το παίζω υποστηρίζεται από μια πολύ σημαντική άσκηση που μου έμαθε η δασκάλα πιάνου μου όταν ήμουν μικρός, η οποία είναι να παίζω είτε στον αέρα είτε στο γραφείο (σ.σ: χωρίς όργανο), που κρατάει τις ικανότητές μου σε εγρήγορση. Όταν είμαι στο σπίτι, βάζω τη μουσική του Mozart ή του Bach, μερικές φορές του Beethoven, ίσως λίγο από Haydn και αυτό μου δίνει την δυνατότητα μέσω του παιξίματος με τα δάχτυλα, με άλλα λόγια, το πώς να παίζω με τα δάχτυλα μια φράση και να έχω ένα «λεξιλόγιο» ως ένας τύπος που επίσης γράφει μουσική. Οπότε, παίζω πιάνο και προσπαθώ να παίζω σαν το έπαιζα ανέκαθεν, ως μια συζήτηση: Αυτό που προσπαθώ να πω και αυτό που θέλω να πω. Αυτός είναι ο τρόπος που το χρησιμοποιώ, αλλά η άποψή μου γι’ αυτό δεν έχει αλλάξει τόσο πολύ, αλλά η ικανότητα να το εκφράζω έχει. Ξέρω τι κάνω, αλλά δεν είναι γραμμένο σε πέτρα. Δεν το γράφω σαν να πρέπει να γίνει κατ’ αυτόν τον τρόπο. Είμαι ευέλικτος όσον αφορά το παίξιμο, αλλά κάνω αυτό που κάνεις εσύ: Ακούς πράγματα και σκέφτεσαι: «Α, ακούγεται ωραίο. Μπορώ να παίξω λίγο απ’ αυτό και να το εντάξω σ’ αυτό που θέλω να κάνω ως μουσικός;» Δοκιμάζεις. Το ίδιο κάνω και εγώ.
Είναι κολακευτικό που οι Little Feat είναι το αγαπημένο αμερικάνικο συγκρότημα του Jimmy Page;
Αυτά τα πράγματα σε κάνουν να νιώσεις τόσο ταπεινός. Όπως είπα, όταν τον είδα σκέφτηκα: «Θεέ μου! Αυτός ο τύπος είναι καλός» και ο Jeff δεν ξεχάστηκε αλλά πετάχτηκε για λίγο στην άκρη (γέλια), γιατί και αυτός ο τύπος ήταν καλός. Αλλά το να έχεις κάποιον σαν τον Jimmy Page ή τον Elton John να τους αρέσουν τους Little Feat είναι καταπληκτικό. Θέλω να πω, ο John Belushi (Blues Brothers) μου είπε: «Θα λάτρευα να κάνω κάποια μέρα την ιστορία του Lowell George» και θα ήταν τέλειος. Ο John πέθανε εν πολλοίς με τον ίδιο τρόπο που πέθανε κι ο Lowell, κάτι που είναι ατυχές και πολύ λυπηρό, αλλά ήταν τόσο ταλαντούχος άνθρωπος, όπως ο Lowell. Όταν ο Lowell και εγώ φτιάξαμε το συγκρότημα το ’69, δεν αισθανθήκαμε ότι θα γίνουμε ποτέ ένα όνομα που το γνωρίζουν οι πάντες, αλλά ήμασταν πολύ αισιόδοξοι ότι εντός της μουσικής κοινότητας θα σημαίναμε κάτι και σίγουρα το κάναμε. Έτσι, η αποστολή ολοκληρώθηκε όσον αφορά αυτό. Κοιτάζω τον John Coltrane (σαξόφωνο), για παράδειγμα, το τελευταίο συγκρότημα που είχε ποτέ, ήταν απλώς εντυπωσιακό. Είμαι σίγουρος ότι ο John δεν κακολόγησε κανέναν ή οποιοδήποτε συγκρότημα ή μέλη που είχαν προηγηθεί, αλλά τότε βρισκόταν σε πολύ καλό σημείο. Το ίδιο νιώθω και με τους Little Feat στο συγκρότημα που έχουμε τώρα στη διάθεσή μας. Ο Fred Tackett το είπε πολύ όμορφα: «Αυτό το συγκρότημα μπορεί να παίξει τα πάντα» και πραγματικά μπορούμε. Θέλω να πω, δεν πρόκειται να παίξουμε συγκεκριμένα στυλ, αλλά όλα είναι παρατεταγμένα μπροστά εμάς: Είμαστε εκεί πάνω και αυτοσχεδιάζουμε πάνω σε πράγματα και αυτό μας πάει κάπου. Αν μπορούμε να πάμε τους εαυτούς μας σ’ ένα μέρος, μπορούμε να πάμε και το κοινό εκεί μαζί μας.
Έχετε αναμνήσεις από την ηχογράφησή σας στο album “A Momentary Lapse of Reason” (1987) των Pink Floyd;
Αυτός ο δίσκος έγινε στις 10:00 το πρωί. Μου τηλεφώνησε ο Jeff Porcaro (σ.σ: Toto, Steely Dan -drums), ο οποίος έκανε παρέα με τον David Gilmour. Μου είπε: «Ε, φίλε, θέλουν να παίξεις στο δίσκο» και είπα: «Ω, ναι, αυτό είναι ωραίο». Λοιπόν, πήγα εκεί στις 10:00 -που είναι λίγο νωρίς (γέλια), αλλά δεν πειράζει, κάπου θα είναι απόγευμα, υποθέτω-, κάθομαι εκεί και αρχίζω να παίζω στο B3 (σ.σ: Hammond) και ο Bob Ezrin, ο οποίος ήταν ο παραγωγός με ρώτησε: «Περίμενε! Θα μπορούσες να κάνεις το «ρρρνν» (σ.σ.: ένα πέρασμα παίζοντας τα πλήκτρα στη σειρά) να ανεβαίνει στο ψηλό Ντο στο όργανο και μετά να κατέβεις στη Λα, Φα Δίεση, Ρε (σ.σ: A F# D – συγχορδία);» και είπα: «Εντάξει». Σε ολόκληρο το κομμάτι ο τύπος μου έλεγε τι να παίξω. Ο David Gilmour και ο Jeff ήταν εκεί, κανένας από τους δύο δεν είπε: «Ε, άσε τον τύπο να κάνει τη δουλειά του». Είπα: «Λοιπόν, αν πρόκειται να γίνω το όχημα του Bob Ezrin, να κάνω ό,τι θέλει ο Bob Ezrin, τότε, απλώς θα το κάνω». Έτσι, το έκανα. Απλώς απενεργοποίησα το μυαλό μου και έκανα αυτό που μου ζήτησε. Το έκαναν σε όλο το τραγούδι. Αργότερα, αισθάνθηκα ότι δεν ήταν το καλύτερο τους album και είπα: «Ναι, αναρωτιέμαι το λόγο».
Θυμάστε τον τίτλο του τραγουδιού;
Δεν το θυμάμαι, στην πραγματικότητα. Απλώς το διέγραψα. Κάθε τόσο, θα συναντήσεις κάποιον που είναι υπερβολικά πρόθυμος να σου πει τι να παίξεις, που είναι εύλογο. Θέλω να πω, θα δεχτώ οδηγίες από ανθρώπους, αλλά δεν είχα ποτέ κανέναν άλλο εκτός από τον Ezrin που να μην μου επέτρεψε ούτε σε μια νότα να κάνω αυτό που πίστευα ότι θα ταίριαζε εκεί. Ήταν περίεργο, αλλά ήταν οι Pink Floyd και νιώθω περήφανος που έπαιξα σ’ αυτό, οπότε ήταν καλό.
Γράψατε πολλά τραγούδια με τον Robert Hunter (στιχουργό των Grateful Dead). Πώς ήταν να δουλεύετε μαζί του;
Ο Robert Hunter είναι, ήταν και θα είναι πάντα μια ιδιοφυΐα ως τεχνίτης του λόγου, ήταν πολύ προστατευτικός μ’ αυτά που έγραφε. Ξέρω ότι ο Bob Weir (σ.σ: Grateful Dead -κιθάρα, φωνητικά) μπήκε σε μπελάδες όταν προσπάθησε ν’ αλλάξει μερικούς από τους στίχους του. Προσπάθησα να προτείνω μια αλλαγή μερικές φορές λέγοντας στην πραγματικότητα: «Ε, γιατί δεν λες αυτό;» και με απέρριπτε αμέσως. Έτσι, είπα: «Bob, δεν θα το τραγουδούσα έτσι, δεν θα το έλεγα έτσι. Μπορείς να γράψεις κάτι άλλο που δεν θα είναι μόνο καλό αλλά και καλύτερο». Γράψαμε μαζί 20 τραγούδια, αλλά Θοδωρή, εδώ είναι κάτι άλλο με τον Hunter: Δεν τον γνώρισα ποτέ, δεν μίλησα ποτέ μαζί του στο τηλέφωνο (γέλια). Κάναμε τα πάντα μέσω Διαδικτύου. Είπα: «Bob, είμαι σίγουρος ότι είσαι ένας πολύ αξιαγάπητος άνθρωπος». Κάποια στιγμή, με κάλεσε να πάω στο σπίτι του για να κάνουμε μπάρμπεκιου ή ένα είδος πικνίκ και μετά αρρώστησε και είπε: «Συγγνώμη, δεν μπορούμε να το κάνουμε αυτή τη φορά. Ίσως το ξανακάνω». Μετά, σκέφτηκε: «Ίσως είναι καλύτερα να μην συναντηθούμε». Λοιπόν, έχω περισσότερα από 200 emails μεταξύ εκείνου και εμένα και δεν θ’ απαριθμήσω το καθένα απ’ αυτά στο βιβλίο μου, αλλά θα παραθέσω μερικά απ’ αυτά για να ενημερώσω τον κόσμο για το πώς επικοινωνούσαμε. Τον γνώριζα πολύ καλά, όπως κι αυτός εμένα. Θέλω να πω, ήξερα ότι έγραφα μουσική, αλλά με έμαθε πώς να ταιριάζω πραγματικά τα πράγματα. Ήταν εκπληκτικό να γράφεις μαζί του.
Ποια ήταν η αντίδρασή σας όταν οι Rolling Stones πήγαν να παρακολουθήσουν τους Little Feat live στο Jaap Edenhal στο Άμστερνταμ το 1975;
Έπαθα πλάκα, όπως όταν είδα τον Bob Dylan στο Bottom Line στη Νέα Υόρκη και ο Dylan (σ.σ: άλλη φορά, αργότερα), ήμουν με τον Phil Lesh (σ.σ: Grateful Dead -μπάσο) και είπε (σ.σ.: μιμείται τη φωνή του Dylan): «Billy, θυμάσαι το Bottom Line;» Είπα: «Ναι, Bob, ήσουν περίπου στο κέντρο, ακριβώς μπροστά μου στη τέταρτη σειρά και μου έκοψες τη χολή». Έτσι ένιωσα και με τους Rolling Stones: Δεν με τρόμαξαν, αλλά σκέφτηκα όλους τους δίσκους τους που έχω ακούσει και λατρεύω τους Rolling Stones. Κάτω στο υπόγειο είδα αργότερα τον Keith (σ.σ: Richards) και φώναξα: «Keith! Ω, Keith!» (γέλια) και με τραβάει προς το μέρος του και μου λέει: «Ω, φίλε, όλοι είμαστε από το ίδιο υλικό». Ήταν σαν να λέει: «Καλώς ήρθες στο κλαμπ, Bill». Πραγματικά, όταν το καλοσκεφτείς, οι μουσικοί είναι σαν τον Groucho Marx: Δεν θα γραφόμασταν ποτέ σ’ ένα σύλλογο που θα δεχόταν εμάς ως μέλη. Ο τρόπος που έλεγε ο Keith Richards: «Καλώς ήρθες στο κλαμπ», το έχω κάνει και εγώ σε πολλούς μουσικούς και θα το πω και σένα επίσης: Καλώς ήρθες στο κλαμπ, Θοδωρή. Ως μουσικοί είμαστε όλοι στο ίδιο καζάνι. Περνάμε πολύ παρόμοια πράγματα, ασχέτως το πώς παίζουμε ή τι κάνουμε, αλλά είμαστε σε κάτι που δεν μπορούν πολλοί άνθρωποι να πουν ότι το έχουν κάνει, δηλαδή να παίζουν μουσική και να παίζουν με άλλους, να τους απορρίπτουν, να τους έχουν ράνει με ροδοπέταλα, απλώς περνάμε πολλά πράγματα. Αυτό που όλοι μοιραζόμαστε είναι το ίδιο πράγμα που ονομάζεται «μουσική» και η ικανότητά μας να την μοιραζόμαστε με άλλους.
Κεντρική φωτογραφία: Polly Payne
Ένα τεράστιο «ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ» στον κύριο Bill Payne για τον χρόνο του.
Official Little Feat website: https://www.littlefeat.net/
Official Little Feat Facebook page: https://www.facebook.com/LittleFeat
Official Bill Payne website: https://billpaynecreative.com/