HIT CHANNEL ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΗ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ: Απρίλιος 2024. Είχαμε την μεγάλη τιμή να μιλήσουμε μ’ έναν θρυλικό μουσικό: τον Dave Pegg. Είναι περισσότερο γνωστός ως μπασίστας των πρωτοπόρων του folk rock, Fairport Convention για 55 χρόνια. Από το 1979 ως το 1995 ήταν μέλος των Jethro Tull ηχογραφώντας μαζί τους albums όπως τα “The Broadsword and the Beast” (1982) και “Crest of the Knave” (1987). Έχει επίσης ηχογραφήσει με τους Nick Drake, John Martyn, Richard Thompson, Ralph McTell και πολλούς άλλους. Πριν μπει στους Fairport Convention ήταν μέλος των The Way of Life μαζί τον μελλοντικό drummer των Led Zeppelin, John Bonham και των The Beast με τους Cozy Powell (Rainbow, Black Sabbath -drums) και Clem Clempson (Colosseum, Humble Pie –κιθάρα). Το 2018, ο Dave Pegg κυκλοφόρησε την αυτοβιογραφία του “Off the Pegg: Bespoke Memories of a Bass Player” με τον Nigel Schofield. Το πιο πρόσφατο studio album των Fairport Convention, “Shuffle and Go”, κυκλοφόρησε το 2020. Το ετήσιο Cropredy Festival των Fairport Convention θα πραγματοποιηθεί φέτος 8-10 Αυγούστου. Διαβάστε παρακάτω όσα πολύ ενδιαφέροντα μας είπε:
Τι πρέπει να περιμένουν οι οπαδοί στο επερχόμενο Cropredy Festival στις 8-10 Αυγούστου;
Παίζουμε σε δύο περιπτώσεις: Παίζουμε την Πέμπτη, λέμε ένα γρήγορο «γεια» σε όλους τους οπαδούς στις 4 η ώρα. Είναι μια πολύ ιδιαίτερη στιγμή, την Πέμπτη 8 Αυγούστου στις 4:00 το απόγευμα, επειδή υπάρχει μια καμπάνα κρεμασμένη στην εκκλησία του Cropredy, ονομάζεται «η καμπάνα του Fairport Festival» και ανακαινίστηκε και επαναλειτούργησε με δωρεές από τους οπαδούς των Fairport από το φεστιβάλ. Υπάρχει ένα τραγούδι που έγραψε ο Chris Leslie (σ.σ: φωνητικά, μαντολίνο, βιολί, φυσαρμόνικα) που ονομάζεται “The Festival Bell” που εορτάζει το γεγονός. Έτσι, στις 4 η ώρα κάθε δεύτερη Πέμπτη του Αυγούστου που ξεκινά το φεστιβάλ χτυπάει η καμπάνα και μετά τραγουδάμε αυτό το τραγούδι (γέλια) στη σκηνή και παίζουμε για περίπου 20 λεπτά με πάνω-κάτω ακουστική σύνθεση, χωρίς drum kit. Έχουμε τον πρώην drummer μας, τον Dave Mattacks, που έρχεται από την Αμερική, ζει κοντά στη Βοστώνη. Αλλά ο Dave θα παίξει κρουστά μαζί μας την Πέμπτη και μετά θα βρίσκεται μαζί μας το Σάββατο το απόγευμα περίπου στις 20:30-21:00-21:30. Παίζουμε για 2 ½ -3 ώρες και είναι οι Fairport Convention και μερικοί καλεσμένοι-έκπληξη, κάποιοι φίλοι μουσικοί μας συνοδεύουν και παίζουμε μερικά από τα τραγούδια τους.
Πείτε μας λίγα λόγια για τον Gerry Conway (drums) που πέθανε στις 29 Μαρτίου.
Ήταν πολύ λυπηρό. Ο Gerry ήταν πολύ άρρωστος για μερικά χρόνια. Δηλαδή, όχι πολύ άρρωστος, όταν ο Gerry σταμάτησε να παίζει μαζί μας, δεν ξέραμε πραγματικά ποιο ήταν το πρόβλημα με την υγεία του, αλλά απλώς χειροτέρευε σταδιακά και δυστυχώς πέθανε στις 29 Μαρτίου και δυστυχώς θα λείψει σε όλους μας. Έπαιζα με τον Gerry για πολλά χρόνια γιατί ο Gerry ήταν επίσης στους Jethro Tull, ένα συγκρότημα με το οποίο έπαιζα για 15 χρόνια. Ο Gerry ήταν στο album των Jethro Tull, “The Broadsword and the Beast” (1982), το οποίο ήταν το αγαπημένο μου album στο οποίο συμμετείχα και ο Gerry παίζει μερικά φανταστικά drums και κρουστά σ’ αυτό το album. Μάλιστα, υπάρχει ένα νέο box set που έκανε ο Ian Anderson, πριν από λίγους μήνες. Είναι ένα box set του “The Broadsword and the Beast” και υπάρχει ένα πραγματικά υπέροχο βιβλιαράκι εκεί όπου ο Ian μιλάει για τον Gerry Conway πολύ διεξοδικά και του δίνει πολλά εύσημα για τον τρόπο που ηχεί αυτό το album λόγω των drums και των κρουστών του σ’ αυτό. Στην πραγματικότητα, σε όλα όσα έκανε ο Gerry, ήταν ένας καταπληκτικός drummer με απίστευτη αίσθηση του χρόνου και του ρυθμού. Ξέρεις, κάθε drummer που γνώριζε τον Gerry θα σου πει το ίδιο πράγμα: Η αίσθηση του χρόνου και το γούστο του ήταν άψογα.
Είστε χαρούμενος τώρα που ο Dave Mattacks (drums) είναι πίσω στο συγκρότημα;
Ναι. Λοιπόν, ο Dave δεν είναι μέλος της συγκροτήματος επειδή ο Dave έχει το ρεκόρ να είναι στους Fairport και να φεύγει τρεις φορές από τους Fairport. Έχει, λοιπόν, το ρεκόρ να πηγαινοέρχεται τρεις φορές, γι’ αυτό είπε: «Δεν έχει νόημα να ξαναμπώ στο συγκρότημα, γιατί έχω ήδη αυτό το ρεκόρ» (γέλια). Έρχεται ως καλεσμένος μας, θα είναι μαζί μας στο Cropredy στις 8, 9 και 10 Αυγούστου και θα είναι μαζί μας τον επόμενο Φεβρουάριο και Μάρτιο όταν κάνουμε την αγγλική χειμερινή μας περιοδεία. Είμαστε πολύ χαρούμενοι που έχουμε τον Dave πίσω, ειδικά εγώ, γιατί είμαστε πολύ εναρμονισμένοι ο ένας με το παίξιμο του άλλου. Είμαστε πολύ χαρούμενοι μαζί ως rhythm section και έχουμε κάνει τόσα πολλά κομμάτια και παίξαμε τόσα πολλά μουσικά κομμάτια για διάφορα είδη μουσικής, αλλά οι Fairport είναι η μεγάλη μας αγάπη και είναι ένας πολύ ιδιαίτερος συνδυασμός drums και μπάσου που ελπίζουμε να βγει στο Cropredy τον επόμενο Αύγουστο.
Το “Shuffle and Go” είναι το τελευταίο studio album των Fairport Convention. Ποια ήταν η διαφορά αυτού του album με τα προηγούμενα;
Η διαφορά μεταξύ του “Shuffle and Go” και των άλλων: Αυτό είναι πολύ εκπληκτικό, γιατί όταν ηχογραφήσαμε το “Shuffle and Go” η σειρά που έχουν τα τραγούδια και τα instrumentals στο τελικό CD, ήταν η σειρά με την οποία τα ηχογραφήσαμε (γέλια). Αυτό δεν ήταν σκόπιμο και δεν έχει ξαναγίνει ποτέ. Απλώς έγινε. Είναι ένα είδος κάρμα, είναι απλώς ένα είδος μαγικού πράγματος όταν στο τέλος όλης της ηχογράφησης, έχεις τόσα πολλά κομμάτια και σκέφτεσαι: «Εντάξει. Τώρα, πρέπει να τα βάλουμε σε σειρά». Έτσι, απλώς παίξαμε τα πάντα με τη σειρά που τα ηχογραφήσαμε και είπαμε: «Λοιπόν, αυτό δουλεύει! Ας το κρατήσουμε έτσι» και αυτό κάναμε. Είναι ένα album με το οποίο είμαστε όλοι πάρα πολύ ευχαριστημένοι, όλοι νιώσαμε ότι δεν υπήρχαν καθόλου fillers κομμάτια ή πράγματα που βάλαμε εκεί απλώς για να καλύψουμε τον χρόνο που χρειάζεσαι για ένα CD. Μας άρεσαν όλα τα τραγούδια και όλες οι συνεισφορές, ειδικά του Chris Leslie, έχει γίνει ένας απίστευτος συνθέτης που γράφει πράγματα που όλοι λατρεύουμε πραγματικά και λατρεύουμε να παίζουμε και γι’ αυτό το “Shuffle and Go” σήμαινε τόσα πολλά για εμάς. Στη συνέχεια, φυσικά, συνέβη ο Covid, οπότε δεν μπορούσαμε να βγούμε και να περιοδεύσουμε με το album. Παίξαμε live την μουσική για περίπου τρεις εβδομάδες και αυτό δεν είναι αρκετό για να μεταδώσει τη μουσική στον κόσμο. Υπάρχει διαφορά όταν κάνεις μια live συναυλία από το πώς παρουσιάζεις τα πράγματα στο studio, γι’ αυτό εξακολουθούμε να απολαμβάνουμε να παίζουμε πράγματα από το “Shuffle and Go”, ειδικά επειδή για εμάς είναι αρκετά φρέσκο και φυσικά είναι φρέσκο για τον Dave Mattacks γιατί δεν ήταν σ’ εκείνο το album. Έτσι, απολαμβάνει πραγματικά πράγματα όπως το instrumental του Ric (σ.σ: Sanders – βιολί, πλήκτρα), το “Steampunkery”, το οποίο είναι απίστευτα δύσκολο κομμάτι να το παίξεις, αλλά είναι συναρπαστικό κομμάτι να το παίξεις, αν είσαι drummer ή μπασίστας. Ο Dave είναι πολύ χαρούμενος να παίζει πράγματα από το “Shuffle and Go” και φυσικά το να έχουμε τον Dave πίσω στο συγκρότημα σημαίνει ότι μπορούμε να κάνουμε πολλά πράγματα από τα “Full House” (1970), “Angel Delight” (1971) και “Liege & Lief” (1969), στα οποία στην πράξη συμμετείχε.
Μ’ αρέσει πολύ το “Good Time for a Fiddle and Bow / The Christmas Eve Reel” από το “Shuffle and Go”. Πώς προέκυψε;
Ω, είναι ένα από τα τραγούδια του Chris Leslie. Αυτός προέρχεται από ένα είδος folk υπόβαθρου και επηρεάστηκε πολύ από τον Dave Swarbrick, ο οποίος ήταν ο βιολιστής των Fairport σ’ αυτά τα σπουδαία albums όπως το “Liege & Lief”. Ο Swarb ήταν ήρωας ή αν θες, η μεγαλύτερη επιρροή για τους Άγγλους βιολιστές και στην πραγματικότητα και για πολλούς Σκωτσέζους και Ιρλανδούς βιολιστές. Τον σέβονταν πολύ τον Dave Swardbrick. Ο Chris επηρεάστηκε πολύ απ’ αυτόν, επίσης, έτσι ο Chris μερικές φορές γράφει πράγματα που είναι πολύ folky και θα προσπαθήσει να βάλει και παραδοσιακές μελωδίες σ’ αυτά, για να μας παίζει βιολί (γέλια). Από εκεί προέρχονται αυτές οι επιρροές.
Ποια είναι τα projects με τα οποία ασχολείστε αυτή τη στιγμή;
Ζω στη Βρετάνη τώρα, στη Γαλλία, οπότε προσπαθώ να γίνω Κέλτης (γέλια). Πίνω πολύ σκωτσέζικο ουίσκι και πολύ ιρλανδική Guinness με την ελπίδα ότι θ’ αλλάξει το αίμα μου και θα γίνω Κέλτης, γιατί κατά βάθος είμαι Κέλτης, όπως είναι οι συνάδελφοί μου οι Βρετόνοι, οι άνθρωποι που ζουν στη Βρετάνη. Έτσι, ασχολούμαι με τη μουσική εδώ, σε κάποιο βαθμό. Μάλιστα, στις 15 Ιουνίου έχουμε τη γιορτή μας, σ’ ένα χωριό εδώ, είναι ένα πολύ μικρό χωριό. Έχει μόνο 12 σπίτια αλλά έρχονται 100 άτομα και παίζουμε μουσική για περίπου 4 ή 5 ώρες. Έχουμε μερικούς από τους Άγγλους φίλους μου και ένα σπουδαίο βρετονικό συγκρότημα που ονομάζεται The Churchfitters έρχεται και παίζει κάθε χρόνο και μερικές φορές έρχεται και παίζει κι ο Dan Ar Braz, ο οποίος είναι ένας πολύ διάσημος Βρετόνος κιθαρίστας (σ.σ: και πρώην μέλος των Fairport Convention). Κάνω επίσης μερικές ηχογραφήσεις στο studio του φίλου μου του James Wood στη Νάντη, για διάφορους ανθρώπους στην Αγγλία όταν μου ζητούν να παίξω μπάσο, κάτι που μ’ αρέσει να κάνω. Μ’ αρέσει να παίζω μουσική και αν ο κόσμος μου ζητάει να παίξω στα albums του, είμαι πάντα πρόθυμος να το κάνω, γιατί όταν είσαι μουσικός δεν σταματάς ποτέ, δεν γίνεται ποτέ δουλειά. Δεν ήταν ποτέ δουλειά για μένα, ήταν πάντα κάτι που μ’ άρεσε πολύ και το απολάμβανα, οπότε αν υπάρχει οποιαδήποτε ευκαιρία να παίξω, θα είμαι εκεί έξω, εκτός αν πρόκειται για ποδόσφαιρο ή ράγκμπι. Αν είναι για μουσική, είναι καλό.
Πώς σας ήρθε η ιδέα να γράψετε την αυτοβιογραφία σας “Off the Pegg”;
(Γέλια) Σ’ ευχαριστώ, Θοδωρή. Το βιβλίο προέκυψε επειδή έχω πολλές ιστορίες από τις εμπειρίες μου παίζοντας μουσική σε όλο τον κόσμο, συναντώντας ανθρώπους και πράγματα που μου έχουν συμβεί και πολλοί από τους φίλους μου είπαν: «Ω, πρέπει να τις γράψεις, Dave. Είναι πολύ αστείες ιστορίες. Πρέπει να γράψεις ένα βιβλίο» και τους είπα: «Δεν είμαι αρκετά έξυπνος για να γράψω βιβλίο» αλλά έχω έναν πολύ καλό φίλο, τον Nigel Schofield που είναι ειδικός στους Fairport Convention και ειδικός σε πάρα πολλά πράγματα, είναι ειδικός στους Beatles, στην αγγλική παραδοσιακή μουσική επίσης. Ο Nigel είναι πολύ καλός άνθρωπος και μετά είπε: «Dave, αν θες να γράψεις ένα βιβλίο, θα σε βοηθήσω, θα έρθω στη Βρετάνη». Έτσι, ήρθε για ένα μήνα και απλώς καθίσαμε και μιλούσαμε και πίναμε περιστασιακά ένα ποτήρι ούζο και ρετσίνα και απλώς ηχογραφήσαμε τα πάντα και μετά μπήκαν σ’ ένα βιβλίο. Τυπώσαμε 2.000 αντίτυπα και δυστυχώς έχουν εξαντληθεί όλα. Είναι πλέον συλλεκτικά αντικείμενα. Είναι πολύ δύσκολο να βρεις το βιβλίο. Μπορείς να το πάρεις ως e-book στο Amazon, κάτι που είναι εντάξει, αλλά δεν μπορείς να πάρεις ένα αντίτυπο σε έντυπη έκδοση και δεν θέλω να το τυπώσω πλέον, γιατί πιστεύω ότι σ’ αυτά τα 2.000 άτομα που το αγόρασαν, έχει αυξηθεί η αξία του γι’ αυτούς (γέλια), οπότε μπορεί να με θυμούνται όταν φύγω, έχοντας κάτι στο ράφι της βιβλιοθήκης που τώρα αξίζει περισσότερα απ’ όσα πλήρωσαν.
Είστε ικανοποιημένοι με την ανταπόκριση που λάβατε για την αυτοβιογραφία σας “Off the Pegg”;
Ναι, είμαι πολύ ικανοποιημένος μ’ αυτό. Μερικοί άνθρωποι είπαν ότι η γραμματική δεν ήταν καλή και ότι υπήρχε πολλή επανάληψη, αλλά έτσι είμαι: Είχα κάτω από τη βάση στα Αγγλικά στο σχολείο και επαναλαμβάνομαι συχνά, ειδικά όταν είμαι πιωμένος (γέλια), αλλά οι περισσότεροι άνθρωποι θεώρησαν ότι ήταν ένα πολύ διασκεδαστικό και πολύ ειλικρινές βιβλίο, που πραγματικά ήταν το μόνο που ήθελα να είναι. Δεν προοριζόταν ποτέ να γίνει ένα κλασικό παράδειγμα αγγλικής λογοτεχνίας. ήταν απλώς κάτι για να διασκεδάσει τον κόσμο και να του δώσει μια ιδέα για το πώς είναι η ζωή μου και όλα τα άτομα τα οποία ξέρω με τα οποία έχω συνεργαστεί μουσικά.
Ο Roger Daltrey (The Who -φωνητικά) απόλαυσε πραγματικά την συναυλία των Fairport Convention στο Teenage Cancer Trust (που διοργανώνει κάθε χρόνο) στο Royal Albert Hall το 2009. Αισθανθήκατε κι εσείς το ίδιο;
Ναι. Θέλω να πω, είναι μεγάλη τιμή να παίζεις στο Royal Albert Hall και είναι σπουδαία φιλανθρωπική οργάνωση για να υποστηρίζεις. Δυστυχώς, δεν νομίζω ότι έβγαλαν πολλά λεφτά απ’ αυτό. Όλοι οι καλλιτέχνες που έπαιξαν εκεί το έκαναν μόνο για έξοδα. Οι Fairport το έκαναν μόνο για την τιμή του ξενοδοχείου και ένα-δυο τύπους που έπρεπε να προσλάβουμε ως crew και ξέρω ότι πολλοί καλλιτέχνες το έκαναν δωρεάν, επίσης. Αλλά ξόδεψαν τόσα πολλά χρήματα σε διάφορα πράγματα όπως το σκηνικό που ήταν αυτή η τεράστια ταπετσαρία, που κόστισε χιλιάδες και χιλιάδες λίρες. Το θέμα με το Albert Hall είναι ότι είναι ένας απίστευτος χώρος, αλλά πρέπει να τον γεμίσεις για να βγάλεις λεφτά. Αν γεμίσεις μόνο το μισό, χάνεις χρήματα και ήταν μόνο μισογεμάτο. Υπήρχαν μόνο 3.000 άτομα, παρά το γεγονός ότι ήταν για φιλανθρωπικό σκοπό. Λοιπόν, έχω χαρούμενες αναμνήσεις που είχα τη δυνατότητα να είμαι σ’ εκείνη τη σκηνή και να παίζω με τους φίλους μου, αλλά όταν τα πράγματα που οργανώνουν για φιλανθρωπικό σκοπό -ξέρεις, προσπαθούν να μαζέψουν χρήματα για πράγματα- όταν δεν το καταφέρνουν είναι πάντα λυπηρό και έχω εμπλακεί σε κάποια απ’ αυτά. Δεν φταίνε οι άνθρωποι που οργάνωσαν αυτά τα πράγματα, εξαρτάται από το αν το κοινό θα τους στηρίξει και εμφανίστηκαν μόνο 3.000 άτομα. Αν είχαν εμφανιστεί 5.000 άτομα, θα είχε βγάλει χρήματα για τον σκοπό.
Έχετε αναμνήσεις από το Knebworth Festival του 1979 όπου οι Fairport Convention άνοιξαν για τους Led Zeppelin;
(Γέλια) Ω, έχω πολλές αναμνήσεις από αυτό. Ήταν πολύ τρομακτικό γιατί ήμασταν το πρώτο συγκρότημα που βγήκε. Βγήκαμε κυριολεκτικά το μεσημέρι ή κάτι τέτοιο, μπροστά σε 100.000 οπαδούς των Led Zeppelin. Σκεφτήκαμε ότι δεν θα τους αρέσουμε, οπότε φτιάξαμε ένα setlist, ένα setlist τραγουδιών και κομματιών που ήταν όλα up-tempo, χωρίς μεγάλες σε διάρκεια μπαλάντες ή οποιουδήποτε είδους πολύ folky, γιατί πιστεύαμε ότι δεν θα τους αρέσουμε, αλλά στην πραγματικότητα το απόλαυσαν πολύ. Νόμιζαν ότι ήμασταν εντάξει. Αλλά επειδή παίξαμε τα πάντα τόσο γρήγορα, επειδή φοβόμασταν ότι τα αργά κομμάτια μπορεί να μην απολάμβανε το κοινό, έπρεπε να παίξουμε για μια ώρα και τελειώσαμε το set μας σε 40 λεπτά και ο παρουσιαστής ξαναβγήκε και είπε: Πρέπει να παίξετε άλλα 20 λεπτά». Έτσι, απλά παίξαμε πολλά παραδοσιακά ιρλανδικά κομμάτια και ο κόσμος ήταν χαρούμενος και στην συνέχεια μετά την συναυλία μας με τους Led Zeppelin, έπρεπε να ανεβούμε στο Cropredy γιατί ήταν 4 Αυγούστου 1979 και ήταν η μέρα που είχαμε το αποχαιρετιστήριο festival μας στο Cropredy, την αποχαιρετιστήρια συναυλία μας. Ήταν η μέρα που διαλυθήκαμε επίσημα. Έτσι, αυτό συνέβη, αλλά προφανώς ξαναβρεθήκαμε μαζί από τότε και ήταν η αρχή πιθανότατα του Cropredy Festival μας γιατί τον επόμενο χρόνο είπαμε: «Λοιπόν, μας λείπει πολύ να παίζουμε μεταξύ μας. Ας μαζευτούμε και απλώς να πάμε να κάνουμε μια μεμονωμένη συναυλία στο Cropredy. Ας το κάνουμε κάθε χρόνο και ας θυμηθούμε τους Fairport Convention και ας επιστρέψουμε μαζί με τους φίλους μας». Έτσι ξεκίνησε το φεστιβάλ.
Γιατί οι Fairport Convention για χρόνια δεν πληρωνόταν από την Island Records για τις ηχογραφήσεις τους;
Αυτό είναι κάτι που δεν μπόρεσα ποτέ να καταλάβω. Ήταν κάτι στο συμβόλαιο που κάποιος είχε υπογράψει για λογαριασμό μας. Η Island Records ήταν πολύ καλή μαζί μας, μην με παρεξηγήσεις: ο Chris Blackwell (σ.σ: ο ιδιοκτήτης) έκανε ό,τι μπορούσε για να πετύχουν οι Fairport Convention και μας βοήθησε πραγματικά πολύ. Μας έκλεισε συμφωνία με την A&M Records στην Αμερική και όταν τελικά κάναμε το album, λεγόταν “Rising for the Moon” (1975), προσπάθησαν πραγματικά πολύ. Ήταν όταν η Sandy Denny (φωνητικά) επέστρεψε στο συγκρότημα και ήταν ένα υπέροχο album και κάναμε περιοδείες στην Αμερική και την Αγγλία, αλλά το πρόβλημα με τη μουσική των Fairport ήταν ότι δεν ήταν εμπορική, δεν ήταν ραδιοφωνική. Έτσι, ό,τι κι αν έκανε η δισκογραφική εταιρεία, θέλω να πω, είχαμε διαφημιστικές πινακίδες στην Sunset Strip (σ.σ: στο Hollywood), κάναμε όλες τις συνεντεύξεις σε ραδιοφωνικούς σταθμούς στις Ηνωμένες Πολιτείες και κάναμε μια μεγάλη περιοδεία στην Αγγλία, συμπεριλαμβανομένου του Albert Hall, το οποίο Albert Hall όντως το γεμίσαμε, αν αυτό ήταν -η έκφραση που χρησιμοποιούμε στην Αγγλία είναι- «στα χαρτιά» όταν οι άνθρωποι χαρίζουν εισιτήρια για να έχουν κοινό, δεν ξέρω. Εκείνη την εποχή δεν ασχολιόμουν ποτέ με τη μουσική βιομηχανία. Ήμουν απλώς ο μπασίστας στο συγκρότημα και δεν ήξερα πραγματικά τι συνέβαινε. Τώρα είμαι πολύ πιο εξοικειωμένος με τη μουσική βιομηχανία και στην πραγματικότητα γι’ αυτό το 1979, όταν οι Fairport διαλύθηκαν, δημιουργήσαμε τη δική μας δισκογραφική εταιρεία (σ.σ: Woodworm Records) και ξεκινήσαμε να κάνουμε το δικό μας φεστιβάλ. Αλλά χρειάστηκε πολύς χρόνος για να σκάσει η Island πραγματικά τα χρήματα που πιστεύαμε ότι μας χρωστούσαν και υπάρχουν διάφοροι λόγοι. Νομίζω ότι κάποια από τα μέλη του συγκροτήματος και κάποιοι από τους ανθρώπους που είχαν σχέση μ’ αυτό, είχαν ήδη προβλήματα και ίσως είχαν προκαταβολές από την Island Records για πράγματα που σχετίζονταν με τους Fairport Convention και όλα αυτά είχαν αφαιρεθεί από το ίδιο το συγκρότημα. Είναι κάτι με το οποίο τελειώσαμε τώρα και όλα είναι καλά και τα λογιστικά τους βιβλία είναι τέλεια τώρα. Μάλιστα, τον Ιούλιο επανακυκλοφορούν σε βινύλιο τα “Full House” (1970), “Angel Delight” (1971) και “‘Babbacombe’ Lee” (1971) albums. Λοιπόν, θα είναι σπουδαίο να το δούμε.
Ποια ήταν το σπουδαιότερο ταλέντο που είχε η Sandy Denny;
Λοιπόν, δεν μπορείς να πεις ότι είχε ένα σπουδαιότερο ταλέντο. Τα σπουδαιότερα ταλέντα της ήταν η σύνθεση, το τραγούδι και η ερμηνεία, πιθανώς με αυτή τη σειρά. Ήταν μια απίστευτη συνθέτρια, μια καταπληκτική τραγουδίστρια και τις περισσότερες φορές μια φανταστική ερμηνεύτρια. Το μόνο πράγμα για τη Sandy, ήταν τόσο ανασφαλής, που ποτέ δεν πίστευε ότι ήταν καλή σε τίποτα. Πάντα πίστευε ότι η Joni Mitchell και η Janis Joplin ήταν καλύτερες τραγουδίστριες και ο Bob Dylan ήταν καλύτερος συνθέτης. Ξέρεις, πάντα υποτιμούσε τις ικανότητές της, αλλά οι περισσότεροι μουσικοί είναι έτσι, οι άνθρωποι δεν λένε πόσο καλοί είναι (σ.σ: οι ίδιοι). Πρέπει να είσαι απ’ έξω για να το δεις, πραγματικά. Είμαι σίγουρος ότι τότε ο Richard Thompson (φωνή, κιθάρα) δεν είχε συνειδητοποιήσει πόσο φανταστικά καλός ήταν στην κιθάρα. Όταν ήταν 18 ετών, ήταν εκεί πάνω με τους Jeff Becks και τους Eric Claptons και τους Peter Greens. Αλλά οι σπουδαιότερες συνεισφορές της Sandy ήταν σίγουρα η σύνθεση και το τραγούδι.
Πόσο δύσκολο ήταν για εσάς να συνεχίσετε το συγκρότημα μετά την “Rising for the Moon” περιοδεία όταν αποχώρησαν οι Sandy Denny, Trevor Lucas (φωνητικά, ρυθμική κιθάρα) και Jerry Donahue (lead κιθάρα);
Ο Dave Swarbrick και εγώ ζούσαμε στο χωριό Cropredy όπου έχουμε το φεστιβάλ μας και οι Fairport Convention ήταν κάτι που ο Dave Swarbrick και εγώ αγαπούσαμε πραγματικά, ήταν αυτό που θέλαμε να κάνουμε. Έτσι, ήταν πολύ δύσκολο αφού έφυγαν οι Sandy, Trevor και Jerry και στην πραγματικότητα, ο Dave Mattacks θα έφευγε, όπως και το έκανε. Είχαμε πολλά χρόνια που εμπλέκαμε φίλους μας και να προσπαθούμε να συνεχίσουμε το συγκρότημα. Ήταν περίπου τρία ή τέσσερα χρόνια πραγματικών δυσκολιών και γι’ αυτό το 1979 χωρίσαμε. Όταν κάναμε εκείνη τη συναυλία της 4ης Αυγούστου με τους Led Zeppelin και μετά την αποχαιρετιστήρια εμφάνιση μας στο Cropredy, νομίσαμε ότι ήταν το τέλος του συγκροτήματος και φαινομενικά ήταν. Έπειτα, γίναμε ένα συγκρότημα επανενώσεων και μαζευόμασταν μια φορά το χρόνο για να παίζουμε μια-δυο βραδιές στο Cropredy, απλώς για λίγη διασκέδαση.
Οι Led Zeppelin jam-αραν με τους Fairport Convention στο Troubadour Club στο LA στις 4 Σεπτεμβρίου 1970. Θυμάστε εκείνο το βράδυ;
(Γέλια) Το θυμάμαι έντονα. Στην πραγματικότητα, δεν σηκώθηκα να παίξω με τους Led Zeppelin επειδή ο John Paul Jones είχε το μπάσο μου και είναι πολύ καλύτερος μπασίστας από μένα και ήταν πολύ νηφάλιος. Ήθελα να είμαι στους Led Zeppelin. Ο φίλος μου, ο John Bonham, που ήταν ένας από τους καλύτερους φίλους μου, προφανώς, έγινε ο drummer και ο Robert (σ.σ: Plant), που είναι φίλος μου από το Birmingham, τον οποίο επίσης γνώριζα, έγινε ο τραγουδιστής. Θα ήθελα πολύ να είμαι στους Led Zeppelin, αλλά σε καμία περίπτωση δεν θα ήμουν ποτέ τόσο καλός όσο ο John Paul Jones, είναι τόσο τρομερός μουσικός. Πριν από τους Led Zeppelin, όταν ήταν session-άς, έπαιξε και ενορχήστρωσε τόσες πολλές επιτυχίες στην Αγγλία και ήταν υπέροχος μπασίστας και σπουδαίος μουσικός. Αλλά εκείνο το βράδυ, ναι, σηκώθηκαν και jam-αραν και ήταν αρκετά διασκεδαστικό γιατί δυστυχώς ο Jimmy Page είχε την Gibson L7 κιθάρα του Simon (σ.σ: Nicol -κιθάρα, φωνητικά), η οποία είχε σύρμα στην 3η χορδή (σ.σ: G ή σολ), έτσι ήταν πολύ δύσκολο για τον Jimmy να κάνει bend τις χορδές και ο Richard (σ.σ: Thompson) ήταν εκεί πάνω μαζί τους. Ο John Bonham βάρεσε τόσο πολύ τα ταμπούρα του Dave Mattacks, που έπρεπε να αντικαταστήσει τα δέρματα την επόμενη μέρα. Ο Plant ήταν υπέροχος. Όλοι πήγαμε σε ένα club μετά μέχρι τις 5 το πρωί, όταν η αστυνομία έκανε έφοδο και ευτυχώς δεν βρήκαν τον John Bonham κι εμένα, που είχαμε λιποθυμήσει πίσω από μερικές στοίβες ενισχυτών των Savoy Brown. Ήταν ένα από εκείνα τα βράδια (γέλια).
Έχω διαβάσει ότι μετά τη συναυλία εσείς και ο John Bonham παρτάρατε τόσο άγρια που ο Bonzo έχασε την πτήση του για τη Χαβάη. Είναι αλήθεια;
Είναι πολύ αλήθεια, ναι. Όχι μόνο έχασε την πτήση του για τη Χαβάη, αλλά του έκλεψαν και όλα τα ρούχα από την πισίνα του motel Tropicana. Έτσι, έπρεπε να δανειστεί τα ρούχα μου και τις πιστωτικές κάρτες των Fairport Convention για να πάρει ένα αεροπλάνο για την Honolulu την επόμενη μέρα. Δεν μας συμπαθούσε ο Peter Grant και οι άλλοι τύποι από τους Led Zeppelin, οπότε ζητάμε συγγνώμη από τον Robert και τον John Paul Jones γι’ αυτό (γέλια). Νομίζω ότι έχασαν μια πρόβα στη Honolulu ή όπου αλλού ήταν. Αλλά ναι, ο John ήταν εντάξει και είχε τα ρούχα μου, που του έκαναν.
Έχω διαβάσει επίσης ότι εκείνο το βράδυ ο Bonzo έκανε κόντρα στο ποτό με την Janis Joplin στο Barney‘s Beanery, ένα after bar. Ξέρετε τίποτα για αυτό;
Ναι, πήγα στο Barney’s Beanery μετά τη νύχτα στο Troubadour. Στη 1 η ώρα το μεσημέρι (σ.σ: την επόμενη μέρα) ο John με πήρε τηλέφωνο και μου είπε: «Peggy (σ.σ: το παρατσούκλι του), θα πάω στο Barney’s Beanery γιατί πρέπει να προλάβω μια πτήση στις 7 το βράδυ απόψε για να πάω στη Χαβάη για μια πρόβα. Ας πιούμε ένα γρήγορο ποτό» και πήγαμε στο Barney’s Beanery και έφτασε η Janis και το γρήγορο ποτό κράτησε μέχρι τις 19:00 ή 20:00 όταν με μάζεψε ο Andy Joseph, ο οποίος ήταν ο tour manager μας σε εκείνη την περιοδεία, επειδή έπρεπε να παίξω στο Troubadour εκείνο το βράδυ. Ο John λιποθύμησε στο δωμάτιό μου στο Tropicana και του έκλεψαν όλα τα ρούχα, οπότε δεν μπορούσε να πάει πουθενά, ούτως ή άλλως. Ήμουν στη σκηνή στο Troubadour club όταν μου τηλεφώνησε και μου έλεγε: «Προφανώς, έχασα την πτήση μου. Θα μπορούσες να μου δανείσεις μερικά ρούχα;» Ήταν μια κακή εμπειρία, αλλά μια σπουδαία εμπειρία γιατί ήμασταν νέοι και άγριοι (γέλια).
Άρα, συναντήσατε την Janis Joplin εκεί, σωστά;
Την συνάντησα, όντως. Γνώρισα τη Janis και ήπια υπερβολικά μαζί της και η Janis ήταν η ηρωίδα όλων και έτσι ήταν. Ήθελε μια Mercedes Benz (σ.σ: αναφέρεται στο ομότιτλο τραγούδι της) και είμαι σίγουρος ότι την πήρε.
Ήταν μια ενδιαφέρουσα εμπειρία να ηχογραφείτε το “Bryter Layter” (1971) album με τον Nick Drake;
Ήταν μια φανταστική εμπειρία. Λοιπόν, όχι και τόσο φανταστική εμπειρία, γιατί ποτέ δεν ήξερες αν ο Nick ήταν ευχαριστημένος μ’ αυτό που έκανες, αλλά όπως και όλες οι ηχογραφήσεις που έχω κάνει ποτέ στη ζωή μου, αυτό το album σημαίνει τόσα πολλά για μένα. Είναι ένα album που μπορώ να παίζω συνέχεια, είναι απλώς μια όμορφη συλλογή τραγουδιών, οι ενορχηστρώσεις του Robert Kirby, η παραγωγή του Joe (σ.σ: Boyd -Fairport Convention, The Incredible String Band, Pink Floyd), η ηχοληψία του John Wood, όλοι οι μουσικοί που έπαιξαν σ’ αυτό, ήταν απλώς απίστευτα ξεχωριστό. Είναι ένα album που θα μπορούσα να παίξω απόψε και να το απολαύσω πραγματικά. Πρέπει να τ’ ομολογήσω, είναι το αγαπημένο μου album στο οποίο έχω παίξει ποτέ. Αλλά ο Nick ήταν παράξενος τύπος, ωραίος συνθέτης. Το μεγαλύτερο μέρος του album έγινε live με τον ίδιο να παίζει κιθάρα την ίδια στιγμή που έκανε αυτά τα καταπληκτικά φωνητικά. Οφείλεται στο γεγονός ότι ο John Wood ήταν τόσο σπουδαίος μηχανικός ήχου και οι μουσικοί έδειχναν πολλή κατανόηση στη φύση και τη διάθεση των τραγουδιών που βγήκε έτσι. Είναι ένα υπέροχο album, είμαι πολύ περήφανος γι’ αυτό.
Πώς ήταν ο Nick Drake στο studio και έξω από το studio;
Έξω από το studio, δεν ξέρω, επειδή δεν συναναστρεφόμουν με τον Nick, ήταν ένας πραγματικά εσωστρεφής άνθρωπος. Στο studio ήμασταν πολύ απασχολημένοι με την ηχογράφηση των τραγουδιών. Στο studio έκανε τα πάντα λίγο-πολύ live και πολύ γρήγορα, οπότε μάλλον ασχολήθηκα μ’ αυτό το album μόνο για περίπου τρεις ή τέσσερις ημέρες δουλειάς και όταν ήμασταν σ’ ένα studio, δουλεύαμε. Αλλά όπως είπα, ποτέ δεν ήξερες αν ήταν πραγματικά ευχαριστημένος μ’ αυτό που έκανες ή όχι. Άρα, ήταν κάποιος που δεν ήξερα. Όλοι διαβάζουν βιβλία για τον Nick Drake, όλοι σου δίνουν τις ίδιες απαντήσεις. Αυτό είναι το μόνο που μπορώ να σου πω: Ήταν ένας πολύ εσωστρεφής τύπος. Ποτέ δεν ήξερες τι σκεφτόταν για τα πράγματα.
Το “Solid Air” (1973) του John Martyn είναι ένα από τα αγαπημένα μου albums. Υπάρχει κάποια ενδιαφέρουσα ιστορία από τις ηχογραφήσεις του;
Μόνο το γεγονός ότι ο John, και πάλι, ήταν φανταστικός άνθρωπος για να δουλέψεις και τόσο αυθόρμητος, δεν υπήρχε ποτέ τίποτα πραγματικά προγραμματισμένο. Ήταν λίγο-πολύ jam sessions, αν θες. Έβαζε μπρος το Echoplex (σ.σ: delay εφέ) του, έκανε τα πάντα live στο studio και μερικές φορές λειτουργούσε, μερικές φορές όχι. Θέλω να πω, υπάρχει ένα single που έβγαλε με τίτλο “Dancing”, το οποίο είναι ένα από τ’ αγαπημένα μου κομμάτια. Είναι στο album “One World” (1977). Αλλά το album “Solid Air” και πάλι είναι υπέροχο. Έχει τον ήρωά μου, τον Danny Thompson (σ.σ: Pentangle) να παίζει κοντραμπάσο σ’ αυτό. Ο Danny ήταν απίστευτος. Αν έβλεπες τον John Martyn live με τον Danny, ήταν κάτι πολύ ιδιαίτερο, γιατί απλώς έκαναν γκελ μεταξύ τους μουσικά και ο ήχος του κοντραμπάσου και της ακουστικής κιθάρας του John ήταν εκπληκτικός. Ο John Martyn ήταν πολύ μπροστά από την εποχή του όσον αφορά τη χρήση echo εφέ και μπορούσε ακόμα να έχει έναν ήχο ακουστικής κιθάρας και μετά έπρεπε να βασιστεί σ’ αυτόν, ο οποίος πήγαινε στο Echoplex του και τους ενισχυτές του της ηλεκτρικής κιθάρας. Έτσι, ήταν σχεδόν σαν να έχεις δύο κιθάρες να κάνουν διαφορετικά πράγματα ταυτόχρονα. Απ’ αυτό προέκυψε το “Solid Air”. Απλώς πειραματίστηκε τόσο πολύ στο studio. Ο John ήταν σχεδόν σαν καλλιτέχνης της jazz. Ήταν πολύ δημιουργικός μουσικός.
Παίξατε στο “Crest of a Knave” (1987) των Jethro Tull. Ξαφνιαστήκατε όταν οι Jethro Tull κέρδισαν το βραβείο Grammy για την καλύτερη Hard Rock/Metal ερμηνεία το 1989 έναντι των Metallica;
(Γέλια) Ήμουν πολύ έκπληκτος, όπως και οι Jethro Tull, γιατί όταν έγιναν υποψήφιοι οι Jethro Tull όλοι σκεφτήκαμε: «Αυτό είναι γελοίο. Πραγματικά δεν είμαστε hard rock συγκρότημα» και η δισκογραφική εταιρεία δεν πλήρωσε καν για κανένα μέλος των Jethro Tull για να πάει στην παρουσίαση στο Los Angeles. Είναι πολύ ακριβό να πας στα βραβεία Grammy. Ξεχνώ πόσο κόστιζε, ήταν περίπου 250 δολάρια το άτομο για να πας στην τελετή παρουσίασης, πόσο μάλλον τα αεροπορικά εισιτήρια για να πας εκεί. Έτσι, κανένας από τους Jethro Tull δεν πήγε, παρά το γεγονός ότι ο Doane Perry, ο drummer, που ήταν σε αυτό το album, ζούσε στο Los Angeles και δεν προσκλήθηκε να πάει στα βραβεία Grammy. Επίσης, όταν οι Jethro Tull κέρδισαν το βραβείο Grammy, δεν υπήρχε κανείς για να παραλάβει το βραβείο για λογαριασμό μας, έτσι ο Alice Cooper ανέβηκε θαρραλέα και πήρε το βραβείο για λογαριασμό μας, για το οποίο μίλησα μαζί του όταν έπαιξε στο Cropredy Festival μερικά πριν από χρόνια, γιατί είχαμε την τύχη να παίξει ο Alice Cooper στο φεστιβάλ μας. Αλλά το “Crest of a Knave” είναι σπουδαίο album, είναι ωραίο album, αλλά δεν είναι το αγαπημένο μου album από τους Jethro Tull στο οποίο έπαιξα. Το αγαπημένο μου είναι το “Broadsword”, λατρεύω πραγματικά το “Broadsword” album.
Πόσο έχει αλλάξει η προσέγγισή σας στο μπάσο με τα χρόνια;
Δυστυχώς, δεν έχει αλλάξει καθόλου. Πιστεύω ότι εξακολουθώ να παίζω ακριβώς το ίδιο όπως όταν ξεκίνησα το μπάσο. Στην αρχή έπαιζα κιθάρα, ήμουν κιθαρίστας σε blues συγκροτήματα γύρω από το Birmingham, στα Midlands της Αγγλίας, και πήγα στο μπάσο όταν ήμουν περίπου 19 ετών. Το στυλ που είχα όταν πήγα στο μπάσο, το έχω ακόμα, δεν έμαθα ποτέ κανένα από τα βασικά για το παίξιμο του μπάσου, είναι κάτι που απλώς αναπτύχθηκε και δεν είχα ποτέ κάποια εξαιρετική τεχνική. Είμαι απαίσιος μπασίστας με τα δάχτυλά μου, σε αντίθεση με τους περισσότερους μπασίστες, χρησιμοποιώ πένα τις περισσότερες φορές, που δεν είναι της μόδας, αλλά έτσι άρχισα να παίζω μπάσο. Αυτό που κάνω είναι: Χρησιμοποιώ το μπάσο ως υποστηρικτικό όργανο και το αγαπημένο μου πράγμα είναι να υποστηρίζω τραγουδιστές/τραγουδοποιούς, ανθρώπους όπως ο Nick Drake, φίλους μου που γράφουν τραγούδια όπως ο Anthony John Clarke ή άτομα στους Fairport όπως τον Chris Leslie ή τον Ralph McTell. Ξέρεις, μ’ αρέσουν τα σπουδαία τραγούδια και μ’ αρέσει να παίζω απλώς το μπάσο πίσω απ’ αυτά, αυτό που πραγματικά με φτιάχνει είναι: Το ν’ ακολουθώ μουσικά.
Πόσο σημαντική ήταν η επιρροή του Rick Danko (The Band) σε σας;
Πολύ σημαντική, γιατί όταν μπήκα στους Fairport μετακομίσαμε όλοι μαζί σ’ ένα σπίτι, ήταν μια παλιά pub που λεγόταν “The Angel” στο Little Hadham και ο καθένας είχε το δικό του hi-fi ηχοσύστημα και ο καθένας είχε το “Music from Big Pink” (1968) και το “The Band” (1969), τα δύο πρώτα album τους. Ήμασταν απλώς τεράστιοι θαυμαστές των The Band και λατρεύαμε το παίξιμο του Rick Danko. Θέλω να πω, εκείνη την εποχή, οι αγαπημένοι μου μπασίστες ήταν οι Rick Danko, McCartney και Jack Bruce. Ήταν οι άνθρωποι που πραγματικά θαύμαζα. Ήξερα κάθε μπασογραμμή που έκανε ο Danko στους δίσκους των The Band και μερικές φορές όταν κάνω sessions, απλώς προσποιούμαι ότι είμαι ο Rick Danko (γέλια) και προσπαθώ να παίξω το μπάσο όπως φαντάζομαι ότι θα έκανε και ήταν επίσης απίστευτος τραγουδιστής και σπουδαίος συνθέτης. Είχα την τιμή να τον γνωρίσω, τον γνώρισα στη Δανία. Στην πραγματικότητα, μέθυσα πολύ πίνοντας ουίσκι μαζί του και έπρεπε να πάω στο νοσοκομείο και να μου κάνουν πλύση στομάχου. Αυτό δεν έχει να κάνει με τη μουσική, αυτό συμβαίνει όταν συναντάς τους ήρωές σου (γέλια).
Υπάρχει μια σπουδαία ιστορία με τον Dave Swarbrick (βιολί, μαντολίνο – πέθανε το 2016) που είχε κάποιους μπελάδες στο San Francisco λόγω της θήκης της κιθάρας του. Θα θέλατε να την μοιραστείτε μαζί μας;
(Γέλια) Ήταν σ’ ένα ξενοδοχείο που ονομαζόταν “The New Yorker” στο San Francisco και ο Swarbrick και η τότε σύζυγός του -είχε μόλις παντρευτεί λίγες εβδομάδες νωρίτερα με μια κυρία από τη Νέα Υόρκη-, είχαν κάποιο τσακωμό. Το παράθυρο του μπαλκονιού στο δωμάτιό τους που ήταν περίπου στον 20ο όροφο ήταν ανοιχτό και αυτή πέταξε τη θήκη της κιθάρας από μια καινούργια κιθάρα που πήρε, ευτυχώς η κιθάρα δεν ήταν στη θήκη, αλλά μάλλον νόμιζε ότι ήταν. Του την πέταξε και εκείνος έσκυψε και βγήκε από το παράθυρο και προσγειώθηκε στο αυτοκίνητο κάποιου κάτω στο πάρκινγκ. Έτσι, ο Swarb έπρεπε να εκκενώσει το ξενοδοχείο το επόμενο πρωί. Όλοι έψαχναν κάποιον που είχε μια κιθάρα χωρίς θήκη. Νομίζω ότι την τύλιξε στο παλτό του ή κάτι τέτοιο και κατάφερε να το σκάσει μ’ αυτόν τον τρόπο. Ήταν ένα χαρακτηριστικό περιστατικό του να περιοδεύεις στην Αμερική που μερικές φορές μπορεί να σε οδηγήσει στην τρέλα (γέλια). Οι άνθρωποι συχνά καταρρέουν κάτω από την πίεση.
Παίξατε με τον Cozy Powell (Rainbow, Black Sabbath -drums) στους The Beast. Ταίριαζαν τα στυλ σας στη σκηνή;
Οι Beast ήταν ένα απίστευτο trio. Ανέφερα τον Jack Bruce από τους Cream. Οι Cream ήταν τόσο μεγάλη επιρροή μας και οι Beast ήταν ο Cozy Powell που έπαιζε drums, ο Clem Clempson (Colosseum, Humble Pie) έπαιζε εξαιρετική lead κιθάρα και εγώ έπαιζα μπάσο. Ήμασταν βασισμένοι στους Cream. Κάναμε, νομίζω, μόνο μια συναυλία, απλώς προβάραμε για μια εβδομάδα. Όλοι ταιριάξαμε υπέροχα μουσικά και είχαμε όλοι το ίδιο γούστο, αλλά εκείνη την εποχή επειδή όλοι ζούσαμε στο Birmingham ή στα Midlands για να πετύχεις έπρεπε να φύγεις και εγώ έπρεπε να μπω σ’ ένα συγκρότημα του Λονδίνου, αν το συγκρότημά σου μπορούσε δεν τα καταφέρει στο Birmingham. Λοιπόν, αυτό έγινε. Οι Beast δεν κατάφεραν ποτέ να παίξουν πολύ μαζί γιατί ο Cozy έφυγε να παίξει με τον Jeff Beck και ο Clem έφυγε και μπήκε στους Colosseum με τον Jon Hiseman (drums) και κι έφυγα και μπήκα στους Fairport, οπότε αυτό ήταν. Εξακολουθώ να βλέπω τον Clem Clempson πού και πού και έγινε πολύ επιτυχημένος με τους Colosseum και τους Humble Pie.
Πώς είναι να κάνεις τους ανθρώπους να χορεύουν με τη μουσική σου το 2024;
(Γέλια) Ω, αυτή είναι σπουδαία ερώτηση! Λοιπόν, είναι φανταστικό όταν οι άνθρωποι σηκώνονται και χορεύουν. Η μουσική των Fairport έχει αλλάξει πολύ από εκείνες τις πρώτες μέρες στις αρχές της δεκαετίας του ‘70, όταν παίζαμε πολλή instrumental μουσική και το κοινό μας ήταν στην ίδια ηλικία μ’ εμάς. Ήταν νέοι που απολάμβαναν να σηκώνονται και να χορεύουν, αλλά τώρα το κοινό μας, πολλοί από αυτούς έχουν την ίδια ηλικία μ’ εμάς και το τελευταίο πράγμα που θέλουν να κάνουν είναι να σηκωθούν και να χορέψουν (γέλια), γιατί θα πρέπει να κάνουν χειρουργείο στα γόνατά τους ή θα πρέπει να κάνουν στους γοφούς, έτσι δεν έχουν το κίνητρο να σηκωθούν και να χορέψουν. Ωστόσο, όταν έχουμε το φεστιβάλ μας στο Cropredy, έχουμε πολλούς νέους που σηκώνονται και κάνουν πράγματα όταν παίζουμε χορευτικά τραγούδια, οπότε αυτό είναι πάντα φανταστικό να το βλέπεις και αποτελεί έκπληξη γιατί δεν είμαστε συνηθισμένοι σ’ αυτό (γέλια).
Είστε αισιόδοξος για το μέλλον του folk rock;
Α, δεν ξέρω, Θοδωρή, γιατί το folk rock είναι κάτι για το οποίο είμαι περήφανος που ασχολούμαι, αλλά δεν υπάρχουν πολλά νέα συγκροτήματα που βγαίνουν και αυτοαποκαλούνται “folk rock”. Δεν είναι στα μέσα ενημέρωσης. Τα μέσα ενημέρωσης τείνουν να πιστεύουν ότι αυτό το πράγμα είναι απίστευτα παλιομοδίτικο και τέτοια πράγματα. Αλλά η μουσική, υπάρχουν στοιχεία της ακόμα εμφανή σε κάποια συγκροτήματα που βγαίνουν και περιοδεύουν και τα πάνε πολύ καλά. Αλλά το μέλλον του; Δεν γνωρίζω. Δεν ξέρω κανένα νέο συγκρότημα που ν’ αυτοαποκαλείται «folk rock συγκρότημα».
Γιατί δεν θεωρείτε τον εαυτό σας μουσικό λέγοντας: «Είμαι μπασίστας, είναι μόνο ένα σκαλί πάνω από το να είσαι drummer»;
(Γέλια) Αυτό είναι αστείο. Είναι αστείο για μουσικούς: Το rhythm section είναι πάντα το τελευταίο το οποίο αναφέρεται. Στο προσκήνιο είναι πάντα ο τραγουδιστής ή ο κιθαρίστας ή ο σαξοφωνίστας ή οτιδήποτε άλλο. Όταν πρόκειται για το υπόλοιπο συγκρότημα, ο drummer είναι ο τελευταίος που συνήθως αναφέρεται. Είναι αστείο, είναι απλώς ένα καλαμπούρι που λέμε: «Ω, είσαι drummer, δεν είσαι μουσικός». Ο μπασίστας είναι μόνο ένα σκαλί πάνω του. Αλλά αυτό που κάνω όταν οι άνθρωποι μιλούν για αυτό, λέω: «Για να είμαι ειλικρινής, αν θέλετε να παίξετε μουσική, αρχίστε το μπάσο γιατί είναι πολύ εύκολο». Είναι πολύ πιο εύκολο από τα drums ή το βιολί ή το πιάνο ή την κιθάρα. Είναι πάρα πολύ πιο εύκολο να το παίζεις και μπορείς να παίζεις με περισσότερους ανθρώπους γιατί δεν θέλουν όλοι να γίνουν μπασίστες. Όλοι θέλουν να γίνουν κιθαρίστες, αλλά ως μπασίστας μπορείς να παίξεις με πολλούς ανθρώπους. Και παίρνεις τα ίδια λεφτά (γέλια) !
Διευθύνετε επίσης την Matty Grooves Records και τα Woodworm Studios. Μήπως η επιχειρηματική πτυχή σας αποσπά την προσοχή από τη δημιουργία περισσότερης μουσικής;
Λοιπόν, τα Woodworm Studios τα διηύθυνα. Τα έφτιαξα όταν ήμουν με τους Jethro Tull επειδή εκείνη την εποχή οι Jethro Tull ήταν πολύ επιτυχημένοι και ο Ian Anderson και ο Martin Barre (κιθάρα) ήταν πολύ καλοί μαζί μου και μου έδωσαν τους πόρους και τα χρήματα για να μπορέσω να δημιουργήσω το studio που ήταν πραγματικά υπέροχο και ήταν απίστευτα διασκεδαστικό. Δεν είμαι ιδιοκτήτης του studio πια, αλλά έχοντας τη δυνατότητα να χρησιμοποιώ τα ποσά που με πλήρωναν οι Jethro Tull επειδή ήταν τόσο επιτυχημένοι και ο Ian και ο Martin ήταν πολύ γενναιόδωροι μαζί μου. Ήταν υπέροχο να έχω ένα studio γιατί σήμαινε ότι μπορούσα να ηχογραφήσω τους Fairport Convention και κάποιους άλλους φίλους, άνθρωποι όπως ο Dave Swarbrick έκαναν albums εκεί, ο Dan Ar Braz έκανε μερικά albums εκεί, ο Ralph McTell, η Anna Ryder, πάρα πολλοί άνθρωποι. Ήταν υπέροχο, αλλά όταν χώρισα με τη γυναίκα μου, το studio πουλήθηκε και η δισκογραφική, η Woodworm Records τελείωσε επίσης. Έτσι, δημιουργήσαμε την Matty Grooves Records για τους Fairport και έχουμε ακόμα αυτήν την εταιρεία τώρα. Είναι ένας πολύ βολικός τρόπος για να φτιάξεις τη δική σου μουσική. Τα κάναμε όλα αυτά γιατί πολύ πίσω στη δεκαετία του ‘70, όταν οι Fairport διαλύθηκαν, στις 4 Αυγούστου 1979, δεν υπήρχε μεγάλη εταιρεία που να ήθελε να μας έχει επειδή δεν ήμασταν εμπορικοί και δεν πουλούσαμε, οπότε ο μόνος τρόπος που μπορούσαμε να συνεχίσουμε ήταν να ανεξαρτητοποιηθούμε και να στήσουμε τη δική μας μέθοδο επιβίωσης, όσον αφορά την εταιρεία και στην πραγματικότητα ένα φεστιβάλ και γι’ αυτό το κάναμε.
Είναι κολακευτικό το γεγονός ότι οι Fairport Convention επηρέασαν μουσικούς όπως ο Nile Rodgers;
(Γέλια) Ήμουν πολύ έκπληκτος και πράγματι κολακεύτηκα όταν άκουσα σε μερικές περιπτώσεις τον Nile Rodgers σε συνεντεύξεις να λέει ότι οι Fairport Convention τον επηρέασαν, επειδή η μουσική μας δεν έχει τίποτα πραγματικά κοινό με τον τρόπο που παίζει μουσική ο Nile. Είμαστε μεγάλοι οπαδοί του Nile Rodgers και ήταν φανταστικό και πολύ καλό που ήρθε πέρυσι να παίξει στο φεστιβάλ μας. Ναι, είναι πολύ κολακευτικό και κάνουμε τους ανθρώπους να λένε ότι οι Fairport ήταν επιδραστικοί, αλλά πιστεύω ότι οι Fairport πρέπει να θεωρηθούν επιδραστικοί επειδή αυτό που έκαναν στη δεκαετία του ‘70 με το album “Liege & Lief” και μερικά επόμενα albums ήταν τελείως διαφορετικό από αυτό που έκαναν κάποιοι άλλοι στον κόσμο, μουσικά. Ακόμη και στην Αμερική, το “folk rock”, αυτή η έκφραση, έχει σίγουρα τις ρίζες του και την προέλευσή του στο album “Liege & Lief”. Είναι το είδος του album που καθόρισε μια συνεργασία μεταξύ παραδοσιακής μουσικής και ηλεκτρικού rock ‘n’ roll.
Νιώσατε άνετα όταν συνοδεύατε τον Jimmy Cliff (Τζαμαϊκανός ska, rocksteady, reggae και soul μουσικός);
Α, ναι (γέλια). Ο Jimmy Cliff, ναι, επειδή ήρθε στην Αγγλία, ήταν όταν έπαιζα κιθάρα. Έπαιζα κιθάρα σε ένα συγκρότημα που λεγόταν Roy Everett’s Blueshounds και έπρεπε να κάνουμε οντισιόν. Οι Spencer Davis Group που είχαν τον Steve Winwood (Traffic, Blind Faith) ως τραγουδιστή, μας σύστησαν στους ατζέντηδες του Jimmy Cliff και στον Chris Blackwell, ο οποίος ήταν ο τύπος που διηύθυνε την Island Records και έφερε τον Jimmy Cliff από την Τζαμάικα. Έτσι, έπρεπε να κάνουμε οντισιόν και περάσαμε την οντισιόν, έτσι γίναμε το πρώτο συγκρότημα που συνόδευσε τον Jimmy Cliff και έμεινε στη εργατική κατοικία των γονιών μου στο Birmingham για μια εβδομάδα και ήταν φανταστικό. Είναι καταπληκτικός άνθρωπος και είναι τόσο γυμνασμένος, που κάθε μέρα κατέβαινε τις σκάλες από την κρεβατοκάμαρά μου στον πάνω όροφο περπατώντας με τα χέρια του (γέλια). Πραγματικά, είναι αλήθεια και ήταν απίστευτος καλλιτέχνης. Ήταν πριν αρχίσει να κάνει πολλή μουσική reggae, τότε ήταν πολύ περισσότερο τραγουδιστής της soul.
Απολαύσατε την συνέντευξη που κάνατε με τον Steve Di Giorgio (Testament, Sadus, Death -μπάσο) στο Guitar World το 2021;
Είναι υπέροχος μπασίστας και ήταν τιμή μου να το κάνω αυτό, ναι, γιατί σίγουρα ήξερε πολλά για τα πράγματα που έχω κάνει με τους Jethro Tull. Όπως έλεγα, δεν εκτιμάς αυτό που έχεις κάνει ο ίδιος προσωπικά. Νομίζω ότι κανένας δεν ξέρει τι έχω κάνει, πραγματικά, ειδικά οι μπασίστες. Δεν είμαι σπουδαίος τεχνικά, δεν είμαι σαν τον ήρωά μας, τον Jaco Pastorius, όταν ακούς τον Jaco. Προσπαθώ ν’ αποφεύγω ν’ ακούω όλους αυτούς τους σπουδαίους μπασίστες γιατί σε κάνει να νιώθεις τόσο ανεπαρκής. Σκέφτεσαι: «Γιατί να παίζω μπάσο; Δεν έχω κάνει τίποτα γι’ αυτό το όργανο». Αλλά αυτό που συμβαίνει είναι: Δεν το κάνεις για να εξελίξεις το όργανο, το κάνεις για τα ειλικρινή σου συναισθήματα για τη μουσική και είναι η χαρά που παίρνεις παίζοντας μουσική, απλώς συνοδεύοντας κάποιον άλλο όταν παίρνει μια κιθάρα και παίζει ένα τραγούδι. Αν μπορώ να παίξω μπάσο μαζί τους, είμαι πολύ χαρούμενος και αυτό μου δίνει τη χαρά παίζοντας μουσική. Δεν μπορώ να κάνω απίστευτα τεχνικά πράγματα στο μπάσο, ήταν πάντα το αντίθετο για μένα. Είναι η χαρά που αποκομίζεις κάνοντας τους ανθρώπους χαρούμενους, είτε είναι αυτοί που παίζουν το τραγούδι είτε είναι το κοινό που τ’ ακούει.
Πόσο διαφορετική είναι η δυναμική του rhythm section ανάμεσα στο να παίζεις με τον Gerry Conway και τον Dave Mattacks;
Αυτή είναι ενδιαφέρουσα ερώτηση. Είναι τελείως διαφορετική. Ο Gerry ήταν πολύ χαλαρός drummer. Αλλά ο Gerry είχε τεχνικά πολλές από αυτά που λέμε «ικανότητες», αλλά η προσέγγισή του ήταν πολύ πιο χαλαρή από την προσέγγιση του Dave Mattacks. Ο Dave Mattacks έχει τεχνικά απίστευτες ικανότητες και δυναμικά έχει μεγαλύτερο δυναμικό εύρος από τον Gerry, γιατί ο Gerry δεν είχε τόσο πολύ, επειδή ήταν κάπως απαλός, χαλαρός drummer που groove-αρε στο βάθος. Όχι ότι ο Dave Mattacks παίζει πολύ μπροστά, αλλά αν χρειαστεί ο Dave Mattacks μπορεί να είναι πραγματικά δυναμικός. Έτσι, η δυναμική όσον αφορά τον όγκο και την υφή είναι πολύ μεγαλύτερη με τον Dave από ό,τι ήταν με τον Gerry, ειδικά τον Gerry στα τελευταία του χρόνια, όταν έπαιζε όλο και λιγότερο επειδή ένιωθε ότι δεν χρειαζόταν με τους Fairport. Επειδή δημιουργούσε τη μουσική με τους Fairport, η συμβολή του ήταν όλη εκεί στα ηχογραφημένα πράγματα. Αν παίζαμε πράγματα στα οποία είχε παίξει ο Dave Mattacks, δεν ήταν αυτό που ήθελε πραγματικά να κάνει, αν και ήταν ο μεγαλύτερος οπαδός του Dave Mattacks και το αντίστροφο. Όλοι οι drummers είναι καταπληκτικοί γιατί πραγματικά αγαπούν και σέβονται ο ένας το παίξιμο του άλλου. Ο John Bonham ήταν τεράστιος οπαδός του Dave Mattacks και στην πραγματικότητα και τεράστιος οπαδός του Gerry Conway.
Είναι λίγο περίεργο που ο γιος σας, ο Matt (μπάσο), παίζει στους Procol Harum;
Όχι, γιατί ο γιος μου δυστυχώς δεν μπορεί να παίξει άλλο με τους Procol Harum γιατί πέθανε ο Gary Brooker (φωνητικά, πλήκτρα). Ο γιος μου, ο Matthew είναι φανταστικός μπασίστας. Άρχισε να παίζει μπάσο όταν ήταν περίπου 11 ή 12 χρονών και η μεγαλύτερη επιρροή του ήταν ο Mark King των Level 42 και έκανε όλα τα slap πράγματα στο μπάσο. Ήταν πραγματικά σπουδαίος σε αυτό. Αυτό είναι το μόνο που ακούγαμε στο σπίτι μας: Ο Matt να παίζε slap στο μπάσο, έχει εξαιρετική τεχνική στο να το κάνει αυτό. Αλλά καθώς μεγάλωνε, το ξεπέρασε αυτό. Άρχισε πιθανόν να εκτιμά περισσότερο τη μουσική της γενιάς μου ή πράγματα που κυκλοφόρησαν στα τέλη της δεκαετίας του ‘60 και του ‘70. Λάτρευε τους Procol Harum, οπότε όταν του δόθηκε η ευκαιρία να παίξει με τους Procol Harum, το έκανε και ήταν μαζί τους για πάνω από 20 χρόνια. Είναι απλώς μια θλιβερή απώλεια που δεν μπορεί να είναι μαζί τους τώρα. Παίζει με τους City Funk Orchestra τώρα, κάτι που είναι υπέροχο, αλλά δεν είναι το ίδιο με το να είσαι σε ένα συγκρότημα που περιοδεύει συνεχώς. Ο Matt παίζει στο Cropredy Festival φέτος με τον Rick Wakeman (Yes, Strawbs, David Bowie –πλήκτρα) την Πέμπτη 8 Αυγούστου και αυτό θα είναι υπέροχο. Φέτος ξεκινάω εγώ στις 4:00 το απόγευμα με την ακουστική συναυλία των Fairport και μετά ο Matt είναι στο τέλος της βραδιάς για 1 ½ ώρα με τον Rick να κάνει το “Journey to the Centre of the Earth” (1974).
Σας αρέσουν τα ιρλανδικά folk συγκροτήματα όπως οι Dubliners, οι Chieftains και οι Clannad;
Τους λατρεύω! Τους λατρεύω όλους! Γνώριζα πολύ καλά τους Chieftains και γνώριζα πολύ καλά τους Dubliners. Τους Clannad, τους είχαμε στο Cropredy μερικές φορές. Δυστυχώς διαλύθηκαν. Λατρεύω την ιρλανδική μουσική, τον Paul Brady, μου αρέσουν τ’ ιρλανδικά τραγούδια και ζω στη Βρετάνη οι περισσότεροι μουσικοί εδώ, οι παραδοσιακοί μουσικοί, παίζουν όλα τα ιρλανδικά τραγούδια. Έχω φίλους στην Αμερική, ο φίλος μου, ο Brian O’Malley μου στέλνει πολλές προτάσεις για την τωρινή ιρλανδική μουσική. Η ιρλανδική παραδοσιακή μουσική είναι απίστευτη. Ξέρεις, θα είναι εκεί για πάντα, γι’ αυτό θέλω να γίνω Κέλτης.
Φαίνεται ότι το χιούμορ είναι ένα σημαντικό μέρος της ζωής σας. Χρειάζεται η σημερινή μουσική περισσότερο απ’ αυτό;
Αυτή είναι υπέροχη ερώτηση. Υπήρξαν τόσοι πολλοί σπουδαίοι χιουμορίστες μουσικά, άνθρωποι όπως ο Jake Thackray, δεν ξέρω αν τον γνωρίζεις, άνθρωποι που γράφουν πάρα πολύ αστεία τραγούδια αλλά πολύ μουσικά τραγούδια. Νομίζω ότι οι Fairport όταν κάνουμε συναυλίες, είμαστε πολύ σοβαροί με τη μουσική μας -μην με παρεξηγήσεις- αλλά προσπαθούμε να το κάνουμε με πολύ ασόβαρο τρόπο. Κοροϊδεύουμε τους εαυτούς μας, δεν παίρνουμε τον εαυτό μας πολύ στα σοβαρά. Προσπαθούμε να διασκεδάσουμε τον κόσμο όσο περισσότερο μπορούμε, γιατί η μουσική είναι σοβαρή, τα τραγούδια είναι όλα πολύ σημαντικά για εμάς. Οι Fairport ήταν πάντα ένα συγκρότημα που είχε κανονικά τραγούδια, τραγούδια που αφηγούνται μια ιστορία. Για εμάς, η ίδια η φύση της μουσικής μας είναι: Πρέπει να μπορείς να καταλάβεις σε τι αναφέρεται το τραγούδι και πρέπει να πει κάτι ουσιαστικό, πρέπει να έχει ένα ουσιαστικό μήνυμα και να μεταδοθεί με ουσιαστικό τρόπο. Ελπίζουμε όμως ότι θα σας κάνει να γελάσετε, αν αυτό ταιριάζει.
Παρεμπιπτόντως, είχατε γνωρίσει ποτέ τον Jack Bruce ή τον John Entwistle (The Who –μπάσο);
Γνώρισα τον John Entwistle, ναι, και συνάντησα τον Jack Bruce μερικές φορές, ναι, και ήταν και οι δύο υπέροχοι μουσικοί και υπέροχοι άνθρωποι. Το σπουδαίο με το να ασχολείσαι με τη μουσική, όταν είσαι τόσο μεγάλος όσο κι εγώ, θέλω αν πω ότι είμαι 76 τώρα και έχω γνωρίσει τους περισσότερους από τους ήρωές μου. Ο μεγαλύτερος ήρωάς μου που έχω γνωρίσει είναι ο Paul McCartney. Ήταν απολύτως γοητευτικός, υπέροχος άνθρωπος και απλώς εντελώς υπέροχος. Έκανε τους πάντες να αισθάνονται πραγματικά χαλαροί, κάτι που είναι δύσκολο όταν συναντάς τον Paul McCartney, γιατί είναι σαν να συναντάς τον Θεό (γέλια).
Ένα τεράστιο «ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ» στον κύριο Dave Pegg για τον χρόνο του.
Official Dave Pegg website: https://www.davepegg.co.uk/
Παραγγείλτε την αυτοβιογραφία “Off the Pegg” από εδώ
Fairport Convention Official Website: https://fairportconvention.com/
Fairport Convention Official Facebook page: https://www.facebook.com/Fairportofficial/