HIT CHANNEL ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΗ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ: Μάρτιος 2025. Είχαμε την μεγάλη τιμή να μιλήσουμε μ’ έναν θρυλικό μουσικό, συνθέτη και κάτοχο 7 Βραβείων Grammy: τον Stewart Copeland. Είναι περισσότερο γνωστός ως drummer και ιδρυτικό μέλος των Police, ενός από τα πιο επιτυχημένα συγκροτήματα όλων των εποχών. Έχει επίσης διατελέσει μέλος των Curved Air, Animal Logic, Oysterhead και Gizmodrome. Ο Stewart δημιούργησε το “Wild Concerto”, ένα πρωτοποριακό album που συνδυάζει την ορχηστική σύνθεση με αυθεντικούς ήχους άγριων ζώων, ηχογραφημένους στο πεδίο από τον αναγνωρισμένο Βρετανό φυσιοδίφη, Martyn Stewart. Το “Wild Concerto” κυκλοφορεί από την Platoon Records στις 18 April 2025 https://platoon.lnk.to/WildConcerto .
Συγχαρητήρια για το “Wild Concerto”, είναι αληθινό αριστούργημα. Δώστε μας μερικές πολύ βασικές πληροφορίες για τη δημιουργία του.
Ω, ευχαριστώ! Ήταν μια κλήση που δέχτηκα από την Platoon Records, η οποία είναι και η δισκογραφική μου εταιρεία. Είχαν αυτή την απίστευτη ηχητική βιβλιοθήκη, που είχε συλλέξει ο Martyn Stewart, ο οποίος είναι φυσιοδίφης, που πέρασε τη ζωή του έρποντας έξω στις ζούγκλες καταγράφοντας όλους αυτούς τους ήχους, όλα αυτά τα πουλιά και τ’ άλλα ζώα. Είχαν αυτή την απίστευτη βιβλιοθήκη και αναρωτιόντουσαν τι να την κάνουν. Μου πρότειναν λοιπόν να δημιουργήσω ένα κονσέρτο απ’ αυτήν και έχω μακρά ιστορία στην χρήση ήχων ως μουσική, η οποία υποθέτω ότι ξεκίνησε στην πρώτη μου ταινία για τον Francis Ford Coppola, το “Rumble Fish” (1983), όπου χρησιμοποίησα λούπες με σκύλους που γαβγίζουν, μηχανές τοποθέτησης πασσάλων, διάφορους ήχους και τους χρησιμοποίησα ως μέρος του ρυθμικού τοπίου (σ.σ: rhythm scape). Είχα λούπες που εκείνες τις μέρες, ήταν αληθινές ταινίες, όχι μεταφορικά, ήταν φτιαγμένες από μπομπίνα 2 ιντσών, κολλημένες μεταξύ τους σε μια λούπα που γύρναγε στηριγμένη σε βάσεις μικροφώνου στο studio, ήταν μια πραγματική λούπα και έχτισα αυτούς τους ρυθμούς μ’ αυτές τις λούπες. Έκτοτε, στο “Wall Street” (1987), χρησιμοποίησα σκύλους στο soundtrack, επομένως, η χρήση ήχων ως μέρος της μουσικής είναι κάτι που κάνω εδώ και πολύ καιρό. Επίσης στην Αφρική, sample-αρα Αφρικανούς και προσάρμοσα τη μουσική τους στην Δυτική μουσική. Έτσι, από εκεί προήλθε αυτή η ιδέα.
Θα μπορούσαμε να πούμε ότι αυτό το album αποδεικνύει την ευελιξία σας ως συνθέτη;
Σίγουρα, μπορείς να το λες όλη μέρα.
Γράψατε το “Wild Concerto” έχοντας στο μυαλό σας κάποιο συγκεκριμένο (ζωικό) είδος;
Λοιπόν, ναι. Δεν νομίζω ότι οι ύαινες της Ακτής των Σκελετών (σ.σ: στη Ναμίμπια) ή οι λύκοι της Αρκτικής θα νοιαστούν ιδιαίτερα, αλλά αυτό είναι πραγματικά για το καλό του Homo sapiens (σ.σ: του σύγχρονου ανθρώπου), ώστε όλοι ν’ απολαμβάνουμε αυτόν τον πλανήτη και όλους τους γείτονες και τους συγγενείς μας και τ’ άλλα είδη, χωρίς όλα αυτά να εξαφανιστούν. Πολλά από τα είδη αυτών των ηχογραφήσεων έχουν ήδη εξαφανιστεί. Έτσι, υποθέτω ότι είναι για όλα τα είδη γενικά, αλλά για τον Homo sapiens ειδικότερα.
Η μελωδία του “White Throated Sparrow” (λευκόλαιμο σπουργιτοτσίχλονο) είναι πολύ εθιστική. Τι σας ενέπνευσε να το γράψετε;

Το πουλί. Είναι μια ενδιαφέρουσα πτυχή της ανθρώπινης γνωστικής λειτουργίας και τα έμαθα όλα αυτά επειδή έκανα ένα ντοκιμαντέρ για το BBC (σ.σ: “Stewart Copeland’s Adventures in Music” -2020) σχετικά με το τι είναι η μουσική, γιατί κάνουμε μουσική και γιατί η κοινωνία επιβραβεύει τους ανθρώπους που κάνουν μουσική τόσο πλουσιοπάροχα, περισσότερο από τους οδοντιάτρους. Μιλώντας μ’ επιστήμονες στο Harvard, στο Princeton και στο Stanford, έμαθα ότι το τονικό ύψος (σ.σ: pitch) δεν υπάρχει στην πραγματικότητα ούτε το χρώμα, αυτές είναι κατασκευές του εγκεφάλου. Ο εγκέφαλος βλέπει ένα κύμα και το μετατρέπει σε τονικό ύψος, έτσι, αυτό συμβαίνει στον ανθρώπινο εγκέφαλο ή στον εγκέφαλο οποιουδήποτε ζώου. Όσον αφορά αυτό το πουλί που τραγουδάει, δεν έχει τονικό ύψος, δεν υπάρχει τονικό ύψος, αλλά έχει άρθρωση, έχει καμπύλη, ανεβοκατεβαίνει, έχει ρυθμικό μοτίβο. Έτσι, αν βάλω ένα φλάουτο δίπλα του, μετατρέποντας προσεκτικά αυτά τα μη τονικά ύψη σε αληθινά, μελωδικά τονικά ύψη και βάλω το ένα δίπλα στο άλλο, τα δύο τους συγχωνεύονται, ο ανθρώπινος εγκέφαλος τα συγχωνεύει και βάζει τη μελωδία του φλάουτου στο μη μελωδικό πουλί και μετά απομακρύνει το πουλί και αυτό το πουλί τώρα τραγουδάει τονικά σωστά. Το ίδιο και με τους λύκους της Αρκτικής: Ουρλιάζουν με τέτοια ψυχή και έβαλα ένα τρομπόνι δίπλα τους και τώρα είναι οι “Coltrane Wolves”, οι Αρκτικοί λύκοι της βαθιάς jazz.
Το “Indri and the Asian Barred Owl” είναι μια εξαιρετική σύνθεση. Πείτε μας όλα όσα πρέπει να γνωρίζουμε γι’ αυτό το υπέροχο κομμάτι.
Λοιπόν, είναι μια προειδοποίηση ότι δεν υπάρχουν drums σ’ αυτό, επομένως, υπάρχει μόνο ορχήστρα και ζούγκλα. Βαράω πράγματα, κάνω θορυβώδη μουσική γενικά, αλλά ακόμα και οι drummers μπορούν ν’ αγαπήσουν.
Τα ηλεκτρικά ξεσπάσματα στο “Coltrane Wolves in the Arctic Circle” είναι εκπληκτικά. Πώς προέκυψαν;
Η ηλεκτρική κιθάρα; Λοιπόν, είναι ο φίλος μου ο Rusty Anderson που παίζει μαζί μου όταν κάνω το Police Deranged κονσέρτο μου για Ορχήστρα, είναι κιθαρίστας, αλλά και η κανονική του δουλειά είναι ότι δουλεύει με τον Paul McCartney εδώ και 20 χρόνια ή κάτι τέτοιο και έχει πολλά κόλπα στις αποσκευές του και δεν συμβαίνει κάθε μέρα να παίζει με τον Paul McCartney ξέφρενα solos όπως αυτό.

Πόσο σημαντική ήταν η συμβολή του φυσιοδίφη Martyn Stewart και του παραγωγού Ricky Kej στο “Wild Concerto”;
Ο Martyn Stewart ήταν κρίσιμος παράγοντας, η βιβλιοθήκη του είναι το κεντρικό οργανωτικό χαρακτηριστικό ολόκληρου του έργου. Λοιπόν, ο Martyn Stewart βρίσκεται ακριβώς στο επίκεντρο και ήρθε στις ηχογραφήσεις που ήταν πολύ διασκεδαστικές γι’ αυτόν, γιατί όπως είπα, πέρασε τη ζωή του στον Τρίτο Κόσμο, στη πυκνή ζούγκλα και το να βρίσκεται στα Abbey Road Studios παρακολουθώντας μια ορχήστρα να παίζει μαζί με τα πουλιά του, με φώτισε ο ενθουσιασμός και η απόλαυσή του γι’ αυτή την εμπειρία. Ο Ricky τώρα, κέρδισα δύο Βραβεία Grammy με τον Ricky Kej και είμαστε στο ίδιο μήκος κύματος μουσικά, από πολλές απόψεις, έτσι, απλώς του είπα ν’ αναλάβει τις ηχογραφήσεις και τα έκανε όλα να ακούγονται όμορφα.
Δυσκολευτήκατε να επιλέξετε τους ήχους των ζώων μέσα απ’ το ατελείωτο αρχείο του Martyn Stewart;
Ναι, δυσκολεύτηκα, είναι τόσα πολλοί. Οπότε, βασικά, τους χώρισα σε τρεις γενικές κατηγορίες: Τον ήχο στο βάθος (σ.σ: background), που είναι η ατμόσφαιρα της ζούγκλας, το ηχοτοπίο είτε της τούνδρας είτε της ζούγκλας είτε της ερήμου ή οπουδήποτε αλλού, μετά, υπήρχαν ζώα που ήταν πιο ρυθμικά «μπιτ-μπιτ/ μπιτ-μπιτ» και μπορούσα να τα χρησιμοποιήσω για να φτιάξω ένα ρυθμικό κομμάτι και στη συνέχεια υπήρχαν ζώα όπως το σπουργίτι που έχει μια πρώτης γραμμής, πρώτης ποιότητας μελωδική καμπύλη που χρησιμοποιώ εμφανώς ως κύρια μελωδία. Οπότε, θα τους χώριζα σ’ αυτές τις διαφορετικές κατηγορίες και στη συνέχεια τους ένωνα για να δω ποιοι ταιριάζουν. Είναι σημαντικό ότι δεν άλλαξα κανέναν από τους ήχους: Δεν άλλαξα το τονικό ύψος, δεν τέντωσα τον ρυθμό. Τους τοποθέτησα πολύ προσεκτικά αλλά δεν άλλαξα κανέναν.
Προσεγγίσατε το “Wild Concerto” με τον τρόπο που θα γράφατε ένα soundtrack για ένα ντοκιμαντέρ για την άγρια ζωή;
Όχι πραγματικά, γιατί ένα ντοκιμαντέρ θα ήταν βασισμένο σε γεγονότα και όλα τα δημιουργικά, διασκεδαστικά, καλλιτεχνικά πράγματα που έκανα με τα ζώα δεν θα ήταν ντοκιμαντεριστικά αληθινά. Για παράδειγμα, τα διαφορετικά κομμάτια είναι από διαφορετικές περιοχές όπου έχει βρεθεί ο Martyn και αυτά ήταν τα ζώα που θα μπορούσες να βρεις σ’ αυτήν την τοποθεσία, αλλά δεν θα τα έβρισκες όλα στο ίδιο μέρος: Τα μισά ζώα του κομματιού εύκολα θα μπορούσαν να είναι στην θέση των άλλων μισών ζώων του κομματιού. Έτσι, ντοκιμαντεριστικά είναι ανακριβές, αλλά αυτό δεν είναι ντοκιμαντέρ, είναι τέχνη και είναι διασκεδαστικό να το ακούς.

Πόσο απαιτητικό ήταν για εσάς να συνεργαστείτε με την Kingdom Orchestra στα Abbey Road Studios κατά τη διάρκεια των ηχογραφήσεων του “Wild Concerto”;
Κατάφερα για τρεις μέρες να νιώσω σαν ένας Beatle στα ιστορικά, θρυλικά Abbey Road Studios, στη μεγάλη αίθουσα. Η Kingdom Orchestra ήταν εξαιρετική, ο μαέστρος και αφεντικό τους είναι φίλος μου, ο Troy Miller και έπαιξαν υπέροχα γιατί αυτοί οι μουσικοί της ορχήστρας είναι εξαιρετικοί. Δεν έχουν ξαναδεί τη μουσική, μπαίνουν στο studio, η κασέτα γράφει, κοιτάζουν την παρτιτούρα, παίζουν ακριβώς αυτό που υπάρχει στη σελίδα και ακούγονται ωραία κάνοντάς το και τελειώνουν. Πολύ αποτελεσματικό. Ένα rock συγκρότημα για να ηχογραφήσει όλη αυτή τη μουσική θα χρειαζόταν έξι εβδομάδες.
Τι πρέπει να περιμένουν οι οπαδοί από την επερχόμενη ευρωπαϊκή περιοδεία σας με τίτλο “Have I Said Too Much”;
Πολεμικές ιστορίες. Οι περιπέτειες που μου έτυχαν αποτελούν μια διασκεδαστική βραδιά αφήγησης από τους Curved Air στην προ-Police περίοδο, την ιστορία των Police φυσικά, αλλά μετά με την όπερα, το polo (σ.σ: με άλογα), τα ταξίδια στην Αφρική και την Ασία και παντού. Έχω μερικές ιστορίες να πω.
Θα μπορούσατε να μας εξηγήσετε το μουσικό σας όραμα όσον αφορά το Police Deranged project;
Είναι τραγούδια που πάντα απολάμβανα να παίζω και τα συνδύασα με την αγάπη μου για την ορχήστρα, που έμαθα πώς να το κάνω μετά από 20 χρόνια ως συνθέτης ταινιών και δεν κάνω πια ταινίες, δεν ασχολούμαι πια με αυτήν την δουλειά. Τώρα, είμαι συνθέτης όπερας, που είναι το ίδιο πράγμα, αλλά χωρίς τα λεφτά. Τέχνη αντί για λεφτά. Έκανα κονσέρτα κατά παραγγελία για την Συμφωνική Ορχήστρα του Dallas, την Βασιλική Φιλαρμονική Ορχήστρα του Liverpool ή την Συμφωνική Ορχήστρα του Pittsburgh, μου αναθέτουν αυτά τα κομμάτια και τα παίζω και περνάω καλά κάνοντάς το, αλλά περιστασιακά έβαζα στο set ένα άγνωστο instrumental τραγούδι των Police, κυρίως για να γεμίσω το set μας και αυτά τα τραγούδια λάμβαναν αποθεωτική υποδοχή που μου πρότειναν: «Μην παίζεις τ’ άγνωστα, τι θα ‘λεγες να κάνεις τις επιτυχίες;» και είπα: «Όχι, όχι, όχι!» Έπειτα, άρχισα να σκέφτομαι: «Περίμενε λίγο, έχω αυτές τις τρελές (σ.σ: deranged) εκτελέσεις που έκανα για την ταινία που έκανα για τους Police (σ.σ: “Everyone Stares: The Police Inside Out” -2006) και γύρισα με την κινηματογραφική μου μηχανή» και έκοψα τη μουσική των Police για να ταιριάξει με την ταινία. Είχα, λοιπόν, αυτές τις άλλες εκτελέσεις που ήταν κομμένες από live εμφανίσεις, αυτοσχεδιασμούς, διαφορετικά μέρη που δοκιμάσαμε στο studio. Έχω αυτές τις εναλλακτικές εκτελέσεις, αναγνωρίζεις τα ρεφρέν, υπάρχουν όλοι οι στίχοι, αλλά υπάρχουν πολλές ανατροπές και απροσδόκητες εκπλήξεις που είναι όλες πολύ Police, γιατί προέρχονται από τα πράγματα που κάναμε αυτοσχεδιάζοντας στη σκηνή, αλλά τώρα είναι με μια πλήρη συμφωνική ορχήστρα. Στην αρχή, σκέφτηκα ότι ίσως ο κόσμος με κυνηγήσει με πιρούνες και με κάψει ζωντανό για καταπάτηση αυτής της μουσικής, αλλά στην πραγματικότητα, το κοινό φαίνεται να το λατρεύει πραγματικά και γκρεμίζει τον συναυλιακό χώρο κάθε βράδυ.
Πόσο φυσική ήταν η απόφασή σας να έχετε τρεις soul τραγουδίστριες στους Police Deranged;
Μπορείς να φανταστείς τον καημένο καριόλη άνδρα τραγουδιστή ν’ ανεβαίνει να τραγουδήσει τραγούδια των Police; Θα ήταν κακομεταχείριση προς ένα τέτοιο άτομο: Δεν μπορείς να αντικαταστήσεις τον Andy Summers (κιθάρα) παρά μόνο με μια τεράστια ορχήστρα και δεν μπορείς να αντικαταστήσεις τον Sting, τελεία. Αλλά σ’ αυτά τα τραγούδια, το να έχουμε τρεις soul αδερφές στο μικρόφωνο, ανταποκρίνονται πολύ καλά σ’ αυτά τα τραγούδια, είναι υπέροχες και στην πραγματικότητα, είναι κάπως σαν οι Supremes να τραγουδούν Police.
Ήταν ενδιαφέρον για σας να κάνετε το “Police Beyond Borders” (2023) album με τον Ricky Kej όπου τα τραγούδια των Police ερμηνεύονται από διάσημους καλλιτέχνες της world μουσικής σε διάφορες γλώσσες;
Μάλιστα, κύριε! Αυτή ήταν ιδέα του Ricky, γι’ αυτό τα πάμε τόσο καλά γιατί έχει εξαιρετικές ιδέες και αυτή είναι μία απ’ αυτές. Πήρε τις ηχογραφήσεις που έκανα για το album “Police Deranged for Orchestra” (2023), πήρε την ορχήστρα και τα κρουστά και τα πάντα, πήρε όλη τη μουσική και την πήγε σ’ όλο τον κόσμο. Ένα από τα αγαπημένα μου πράγματα ήταν όταν έστειλα στον Sting το “Tea in the Sahara” στα κινέζικα και μ’ αρέσει να σκέφτομαι πώς πρέπει να είχε αλληθωρίσει ακούγοντάς το, αλλά όντως του άρεσε το “King of Pain” στα Ινδικά.
Πιστεύετε ότι το γεγονός ότι το BBC απαγόρευσε το “Can’t Stand Losing You” (σ.σ: από το “Outlandos d’Amour” -1978) βοήθησε τους Police;
Λοιπόν, φυσικά, και μόνο η δημοσιότητα που μας έδωσε. Δεν μας «απαγόρευσαν», απλώς επέλεξαν να μην παίξουν τον δίσκο μας, δεν τους άρεσε. Έτσι, όσον μας αφορά (σ.σ: φωνάζει): «Απαγορευμένο από το BBC!!!» Λοιπόν, δεν λειτούργησε, παρά πολύ αργότερα, όταν το έπαιξαν και το ίδιο το τραγούδι δημιούργησε την επιτυχία, όχι η ψεύτικη δημοσιότητα.
Ποιανού ιδέα ήταν το εξώφυλλο του “Can’t Stand Losing You” (1978) single όπου στέκεστε πάνω σ’ ένα κομμάτι πάγου με μια θηλιά στο λαιμό σας;
Αυτός ήταν ο καλλιτεχνικός διευθυντής, ο Mike Ross. Αλλά ήταν κωμικό, ήταν λίγο πνευματώδες, που αυτό είναι το ωραίο στο τραγούδι και ο Sting είναι τόσο καλός σ’ αυτό: Είναι μια τραγωδία, αλλά βρίσκει κάτι πνευματώδες σ’ αυτό. Το “Can’t Stand Losing You” είναι ένα τραγούδι για την αυτοκτονία αλλά όταν ακούς τους στίχους έχεις ένα χαμόγελο στα χείλη σου.
Το “Reggatta de Blanc” (1979) είναι το αγαπημένο σας album των Police. Τι το ιδιαίτερο έχει;
Το ότι το ηχογραφήσαμε πολύ αυθόρμητα και είχαμε πολύ καλή διάθεση. Ενώ κάναμε περιοδεία για το “Outlandos”, το πρώτο album και κάναμε επιτυχία και ανεβαίναμε, μεγαλώναμε και παίζαμε σε κοινό που απολάμβανε αυτό που κάναμε και αυτοσχεδιάζαμε και αναπτύσσαμε τον ήχο μας, αυτή ήταν μια πολύ δημιουργική περίοδος για εμάς, με όλα τα προαναφερθέντα και τη δόξα, πραγματικά ανέβασε το διάθεση μας. Έτσι, όταν μπήκαμε στο studio για το “Reggatta”: Α) Δεν είχαμε αρκετά τραγούδια Β) Ήμασταν γεμάτοι κέφι και δημιουργήσαμε πολλά απ’ αυτά, ακριβώς εκεί, στο studio. Ο Sting είχε γράψει μερικά πολύ σημαντικά τραγούδια αλλά όχι ένα ολόκληρο album. Έτσι, πήγαμε εκεί απλώς γεμάτοι κίνητρο και το δημιουργήσαμε επί τόπου και αυτή ήταν μια πολύ διασκεδαστική και δημιουργική άσκηση.
Έχετε αναμνήσεις από τη συναυλία στην Αθήνα με τους The Police το 1980;
Ναι, έχω. Η Ελλάδα δεν ήταν η χώρα που είναι σήμερα. Δεν χρειάζεται να σου κάνω μάθημα ελληνικής ιστορίας, αλλά το 1980 δεν είχαν κάποιο συγκρότημα εκεί ή κάποιο είδος rock ‘n’ roll ή οποιαδήποτε αντικουλτούρα για δεκαετίες. Νομίζω ότι οι Rolling Stones είχαν παίξει εκεί κάποια στιγμή.

Ναι, το ’67.
(Σ.σ: Έκπληκτος) Το ’67;! Λοιπόν, είχαν περάσει 13 χρόνια. Για να το θέσω ήπια, αυτό ήταν ένα από τα πιο ενθουσιώδη κοινά που παίξαμε ποτέ. Έξω έγιναν επεισόδια επειδή το γήπεδο δεν ήταν αρκετά μεγάλο και υπήρχε όχλος έξω και έγινε χρήση δακρυγόνων, μάλλον αυτό το ξέρεις καλύτερα απ’ αυτό που θυμάμαι. Τα καμαρίνια ήταν υπόγεια, τα δακρυγόνα έφτασαν στα καμαρίνια, κάτι που πρόσθεσε κάποια ένταση στην περίσταση και όταν βγήκαμε στη σκηνή η δύναμη, ο ενθουσιασμός, ο ηλεκτρισμός, η ενέργεια ήταν κάτι το ιδιαίτερο. Είναι μια πολύ αξέχαστη συναυλία.
Διάβαζα ότι ο μόνος κανόνας στο punk rock είναι ότι δεν υπάρχουν κανόνες. Αλλά…
(Σ.σ: Με διακόπτει) Χα! Το punk rock έχει περισσότερους κανόνες από την jazz.
Έχετε πει ότι δεν έπρεπε να γράφεις τραγούδι για την αγάπη, δεν έπρεπε να έχεις solo κιθάρας, δεν έπρεπε το τραγούδι να είναι πάνω από 3 λεπτά, δεν έπρεπε να φοράς παντελόνι-καμπάνα, έπρεπε να γράφεις μόνο για το ότι είσαι θυμωμένος, έπρεπε να έχεις κοντά μαλλιά. Υπάρχει, λοιπόν, μια μεγάλη αντίφαση μεταξύ του φαινομενικά επαναστατικού πνεύματος του punk και των αυστηρών κανόνων, έτσι δεν είναι;
Ακριβώς. Ναι, είσαι πολύ παρατηρητικός σ’ αυτό και κι εγώ γελούσα ειρωνικά σκεφτόμενος αυτή τη διχοτόμηση μεταξύ του υποτιθέμενου «Κάψτε τα όλα», αλλά, στην πραγματικότητα, ήταν εξαιρετικά συντηρητικό: Ντύνονταν όλοι το ίδιο, είχαν υιοθετήσει την ίδια ηθική, είχαν τους ίδιους αυστηρούς κανόνες και ήταν μόνο όταν οι Police ξέφυγαν απ’ αυτούς τους κανόνες που γίναμε το συγκρότημα που γίναμε. Αλλά εκείνη η punk περίοδος μας εξυπηρέτησε καλλιτεχνικά, σ’ αυτό. Εξαιτίας αυτών των punk κανόνων έπρεπε να συμπυκνώσουμε τις μεγαλόπνοες μουσικές μας ιδέες σ’ ένα πολύ πιο καθαρό, αποτελεσματικό σύστημα. Ο Sting έγραφε jazz riffs και μακροσκελή πράγματα, αλλά το punk πράγμα του «στίχος-ρεφρέν -στίχος-ρεφρέν-γέφυρα-στίχος- ρεφρέν-τελείωσες», αυτή η πειθαρχία συνδυασμένη, αργότερα όταν ο Andy μπήκε στο συγκρότημα, με την αρμονική του πολυπλοκότητα, αυτός ο συνδυασμός της πειθαρχίας και του τεράστιου λεξιλογίου του Andy και του Sting μουσικά, αυτό το έκανε να συμβεί. Αλλά αυτή η πειθαρχία των κανόνων του punk στο ξεκίνημα και στην περίοδο επώασής μας, μας βόλεψε πολύ.
Θα θέλατε να μοιραστείτε μαζί μας την ιστορία με τον Andy Summers (κιθάρα) και τον George Martin (παραγωγός των Beatles) κατά τη διάρκεια των ηχογραφήσεων του “Synchronicity” (1983) στο Montserrat, στην Καραϊβική;
Τώρα, θα καταλάβεις και θα στο εξομολογηθώ, όπως ξέρεις μάλλον, το έχω ήδη μαντέψει: Σ’ οποιαδήποτε ερώτηση για τους Police, αυτό που θα παίρνεις είναι υλικό, γιατί έχω απαντήσει σ’ αυτήν την ερώτηση παλιότερα και τώρα βγαίνει ως ιστορία και ζητώ συγγνώμη γι’ αυτό, αλλά ρώτησες και είναι μια ιστορία που έχω πει μερικές φορές για το πώς στο τελευταίο album ηχογραφούσαμε στο Montserrat και η ένταση ήταν τόσο υψηλή που δεν μπορούσαμε να προχωρήσουμε, ήμασταν κολλημένοι, ήμασταν ακυβέρνητοι και σκεφτόμασταν: «Πώς μπορούμε να προχωρήσουμε;» και ακούσαμε ότι ο George Martin που είχε το studio (σ.σ: AIR Montserrat), είχε την έπαυλή του στον διπλανό λόφο, έτσι, στείλαμε τον Andy να πάει να μιλήσει στον George Martin και να δούμε αν μπορεί να έρθει να μας βοηθήσει και αν μπορεί να κάνει την παραγωγή του album μας. Έτσι, ο Andy ξεκινά και κατεβαίνει το λόφο μέσα απ’ τη ζούγκλα, διασχίζει το ποτάμι στο κάτω μέρος, ανεβαίνει στην άλλη πλευρά, φτάνει στη μεγάλη έπαυλη και ο George Martin τον παίρνει μέσα, του φτιάχνει ένα ωραίο τσάι, τον βάζει να κάτσει και του λέει: «Λοιπόν, πώς μπορώ να βοηθήσω;» και ο Andy είπε: «Α, έχω αυτόν τον γαμημένο θορυβώδη drummer και αυτόν τον γαμημένο τραγουδιστή, είναι όλοι μαλάκες εκτός από εμένα. Δεν μπορούμε να προχωρήσουμε». Αναπαριστώ τη συζήτηση του Andy. «Χρειαζόμαστε να έρθεις να μας κάνεις παραγωγή» και ο George Martin, που δεν ήταν ανόητος, ήταν άνθρωπος με μεγάλη σοφία και εμπειρία, αρνήθηκε. Είπε: «Λοιπόν, όχι. Εδώ είναι το ζήτημα: Νομίζω, παιδιά, μπορείτε να βγάλετε άκρη και να το κάνετε μόνοι σας» και ο Andy απάντησε: «Ω, αλήθεια;! Θεέ μου, αλήθεια;!» Έτσι, ο Andy μετέφερε το μήνυμα, αυτή τη διακήρυξη, κατέβηκε το λόφο, πέρασε μέσα από τη ζούγκλα, διέσχισε το ρυάκι στο κάτω μέρος, ανέβηκε ξανά στο λόφο του studio όπου περιμέναμε ο Sting και εγώ και είπαμε: «Τι είπε; Τι είπε;» και ο Andy είπε: «Λοιπόν, είπε… είπε… είπε ότι μπορούμε να βγάλουμε άκρη και να το κάνουμε μόνοι μας». Είπαμε: «Όχι, αλήθεια;! Αυτό είπε;! Θεέ μου, αυτό είναι απίστευτο! Ουάου!» Αμέσως, μας φώτισε αυτή η σοφή διακήρυξη. Έτσι, αμέσως, είπαμε (σ.σ: μιλάει πολύ γρήγορα): «Εντάξει, ποιο είναι αυτό το τραγούδι; Εντάξει, μπορούμε; Ένα, δύο, τρία!» και ηχογραφήσαμε το υπόλοιπο album τις τέσσερις επόμενες ημέρες.
Το 2000 δουλέψατε σ’ ένα ακυκλοφόρητο project με τον Jeff Beck. Τι πραγματικά συνέβη;
Μου ζήτησε να πάω να δουλέψω μαζί του, να κάνουμε ένα δίσκο και προσπαθήσαμε. Ο Jeff Beck ήταν, θα μπορούσαμε να πούμε, στο φάσμα (σ.σ: του αυτισμού, μεταφορικά εννοεί), που είναι άλλος ένας τρόπος να πεις «ήταν κιθαρίστας» και όπως πολλοί κιθαρίστες είναι κινούμενος στόχος. Έτσι, νιώθω ότι δεν κατάφερα να κάνω το album, μια από τις αποτυχίες της ζωής μου είναι ότι δεν έκανα το album. Κάναμε μερικές απίστευτες ηχογραφήσεις, αλλά ο Jeff ήταν αφηρημένος λόγω προσωπικών ζητημάτων εκείνη την εποχή και τελικά, δεν μπορέσαμε να προχωρήσουμε. Άρα, απέτυχα. Είπα στον manager του: «Αυτό δεν γίνεται, έτσι δεν είναι;» και ο manager είπε: «Λοιπόν, υποθέτω πως όχι» και αυτό ήταν. Αλλά έχω τρεις ή τέσσερις υπέροχες ηχογραφήσεις που δεν θα κυκλοφορήσουν ποτέ. Αν και θα μπορούσα να τις χρησιμοποιήσω απροειδοποίητα, χωρίς credit για κάποιον άλλο σκοτεινό σκοπό στο Instagram, αλλά δεν θα κυκλοφορήσουν ποτέ ως κομμάτια του Jeff Beck. Έχω περισσότερα κομμάτια του Jeff Beck που ηχογραφήσαμε στο ησυχαστήριο του αδερφού μου, Miles (σ.σ: πρώην manager των Police), στο κάστρο του στη Γαλλία, όπου είχε ησυχαστήριο για συνθέτες. Είχαν βάλει 24 καλλιτέχνες μαζί στο κάστρο του και δούλευαν μαζί για δύο εβδομάδες για να δημιουργήσουν τραγούδια. Δημιούργησαν πολλά επιτυχημένα τραγούδια μ’ αυτόν τον τρόπο. Η μια τάξη είχε τραγουδιστές που έψαχναν τραγούδι για το album τους, μια τάξη είχε μουσικούς που δημιουργούσαν μουσική και η τρίτη τάξη είχε στιχουργούς που έγραφαν στίχους. Έτσι, κάναμε αυτές τις συνεδρίες όπου φέρναμε διαφορετικούς ανθρώπους για να δούμε τι θα συμβεί. Έτσι, ο Jeff Beck ήταν εκεί και ο φίλος μου, ο Armand Sabal-Lecco, ο θρυλικός μπασίστας (σ.σ: Paul Simon, Brecker Brothers) και μας έβαλαν σ’ ένα δωμάτιο, τους τρεις μας και απλώς έστελναν έναν διαφορετικό τραγουδιστή κάθε μέρα και ήταν ethnic τραγουδιστές. Αυτό το συγκεκριμένο ησυχαστήριο ήταν επικεντρωμένο στην world μουσική, έτσι, υπήρχαν τραγουδιστές απ’ όλο τον κόσμο, έμπαιναν, απλώς jam-άραμε και δημιουργούσαμε κάτι και το ηχογραφούσαμε εκείνο το βράδυ και έχω αυτές τις ηχογραφήσεις, επίσης. Ο Jeff Beck, ο Armand και εγώ με την Amina και όλους αυτούς τους άλλους διεθνείς καλλιτέχνες.
Ποια είναι η γνώμη σας τώρα για την περίοδο που παίζατε στους Curved Air;
Μεγάλη αγάπη, γι’ αυτές τις μέρες. Πολύ αθώες. Εκεί απλώς βαρούσα πράγματα. Το συγκρότημα συντηρούνταν από το παλιό κύμα, είχε ακόμα οπαδούς. Μπορούσαμε ακόμα να παίζουμε μεγάλες συναυλίες και να έχουμε ένα αξιοπρεπές εισόδημα, αλλά μπορούσαμε να νιώσουμε μια αίσθηση εντροπίας, ότι η όλη σκηνή μειωνόταν και έχανε δυναμική και τότε ήταν που συνέβη το punk και πήδηξα απ’ το πλοίο. Στην πραγματικότητα, στους Curved Air μπήκα στο συγκρότημα πολύ μετά τις επιτυχίες τους. Για την ακρίβεια, μ’ αρέσει να λέω, ήμουν ο τελευταίος αρουραίος που πήδηξε πάνω στο πλοίο που βυθιζόταν.
Ο Ken Loach είναι ένας απ’ τους ήρωές μου. Απολαύσατε να δουλεύετε μαζί του στο soundtrack της ταινίας του, “Riff–Raff” (1991);
Ναι, σ’ αυτή και δύο άλλες ταινίες, το “Hidden Agenda” (1990) και το “Raining Stones” (1993). Κάνει πολύ τέχνη για την τέχνη και προερχόμαστε από διαφορετικούς κόσμους, αλλά κάναμε τρεις ταινίες μαζί, παρόλο που εγώ είμαι καπιταλιστής που πίνει το αίμα και αυτός είναι μαοϊκός κομμουνιστής, αλλά με συγχώρεσε για τον καπιταλισμό μου λέγοντας ότι είμαι μια ανεστραμμένη πυραμίδα: Εγώ κάνω όλη τη δουλειά, εγώ είμαι ο εργάτης. Ερχόταν και δούλευε μαζί μου στο studio μου στην Αγγλία όπου είχα το υποχρεωτικό κτήμα ενός rock star, με ένα γήπεδο polo στο τέλος του κήπου, ένα πλήρες studio και μάγειρες, όλα όσα θα περίμενες να βρεις σ’ ένα τέτοιο κτήμα και είπε ότι εγώ είμαι ο εργάτης και εγώ δημιουργώ τον πλούτο που μοιράζω σ’ όλους τους μάγειρες, τους υπαλλήλους του στάβλου και όλους τους άλλους. Άρα, είμαι καλό πράγμα. Μια άλλη πτυχή του Ken Loach είναι ότι χρειαζόταν πολύ λίγη μουσική. Το δράμα του τροφοδοτεί το συναίσθημα, που είναι αυτό που ωθεί κάθε ταινία, αλλά ιδιαίτερα τις δικές του. Η συγκίνηση προέρχεται από τις ερμηνείες που έπαιρνε από αυτούς τους ηθοποιούς και χρειαζόταν μόνο τον ελάχιστο υπαινιγμό από το soundtrack για να τους κατευθύνει προς τη σωστή κατεύθυνση. Ήταν ως επί το πλείστον μόνο ένας τόνος που ερχόταν και μετά έφευγε. Κάθε φορά που άκουγες μουσική να παίζει ήταν σαν: «Τι είναι αυτό; Γιατί παίζει κάποιος μουσική;» Η πιο δραματική σκηνή στο “Raining Stones”, πλάνταξα στο κλάμα, θυμάμαι τη σκηνή, δεν μπορούσα να την αγγίξω. Ήταν τόσο δυνατή, που αν έβαζα μουσική σ’ αυτή, θα την κατέστρεφα! Έτσι, οι ταινίες του Kean Loach απαιτούσαν πολύ μικρή συνεισφορά από μένα, αλλά ήταν μεγάλη μου τιμή που είχα έστω κι αυτή τη μικρή συνεισφορά.
Πόσο έχει αλλάξει η προσέγγισή σας στα drums με τα χρόνια;
Αρκετά σημαντικά. Όταν έπαιζα σε ένα rock συγκρότημα τα πάντα σχετίζονταν με την ένταση και το να ξεχωρίσεις και είχα στα αριστερά μου και στα δεξιά μου ισχύ 5 δισεκατομμυρίων Watt και αυτό έπρεπε ν’ ανταγωνιστώ. Το όργανό μου έχει σχεδιαστεί για να το ανταγωνίζεται, είναι δυνατά. Τα rock drum sets έχουν σχεδιαστεί για να είναι απίστευτα δυνατά. Εντάξει, περνούν οι δεκαετίες και τώρα είμαι ορχηστρικός συνθέτης και προσπαθώ να παίξω τα drums μου με μια ορχήστρα. Κάτι που πολλοί άνθρωποι δεν εκτιμούν είναι ότι μια ορχήστρα, παρόλο που όταν βρίσκεσαι στην αίθουσα συναυλιών ακούγεται υπέροχη και τεράστια, αυτό συμβαίνει επειδή δεν υπάρχει κάποιος που να χτυπά ένα ταμπούρο ή να παίζει μέσω ενός ενισχυτή Marshall. Η διαφορά στην ένταση είναι σημαντική: Αυτή η συναυλία με την ορχήστρα είναι πολύ πιο ήσυχη. Ακούγεται δυνατή λόγω του περιβάλλοντος και της πλούσιας ηχηρότητας και της υφής του ήχου, αλλά η διαφορά στην ένταση είναι σημαντική. Οπότε, όταν είμαι εκεί με τα drums μου, γαμώτο, δεν μπορείς ν’ ακούσεις την ορχήστρα! Έτσι, έπρεπε να μειώσω την ένταση με τα χρόνια, πήρε πολύ χρόνο. Εξακολουθώ να βελτιώνομαι σ’ αυτόν τον τομέα, μπορώ να παίξω πολύ ήσυχα. Το καλό είναι ότι θα νόμιζες ότι αν παίζω ήσυχα θ’ ακούγομαι σαν ποντίκι, αλλά όχι. Στην πραγματικότητα, έχω περισσότερη ισχύ, μεγαλύτερο δυναμικό εύρος. Όταν θέλω να σου σπάσω το κεφάλι, βαράω και όλα είναι εκεί, αλλά δεν χρειάζεται. Μπορώ να δημιουργήσω αυτή την πιο ήσυχη προσδοκία. Τα drums ακούγονται φανταστικά όταν δεν προσπαθείς να τα σκοτώσεις. Υπάρχουν πολλά πράγματα που μπορώ να κάνω με τα drums που δεν θ’ άκουγες ποτέ σε ένα rock περιβάλλον: Πολλές λεπτομέρειες, εκφραστικά πράγματα που δεν θ’ άκουγες ποτέ σε ένα rock συγκρότημα. Έτσι, το όργανό μου έχει πολύ μεγαλύτερο λεξιλόγιο και πολύ μεγαλύτερο συναισθηματικό εύρος, καθώς και δυναμικό εύρος και το καλύτερο απ’ όλα είναι ότι κανένας δεν έχει πονοκέφαλο.
Πόσο διαφορετικό είναι το κοινό σε μια συναυλία των Oysterhead και σε μια των Police;
Λοιπόν, το κοινό των Police είναι κανονικοί άνθρωποι. Το κοινό των Oysterhead είναι ένα πολύ ιδιαίτερο είδος κοινού και είναι το κοινό των jam συγκροτημάτων, που μοιάζει πολύ με το κοινό της jazz. Ξέρεις, μ’ αρέσει να κοροϊδεύω την jazz και λέω τρομερά πράγματα για την jazz, αλλά πρέπει να ξεκαθαρίσω ότι λατρεύω τους οπαδούς της jazz. Οι άνθρωποι που ακούνε jazz και οι άνθρωποι που ακούνε jam συγκροτήματα είναι οι πιο αγαπημένοι μου άνθρωποι στον πλανήτη γιατί θέλουν να σ’ ακούν να παίζεις, όχι να υπηρετείς ένα τραγούδι. Οι οπαδοί των Police θέλουν ν’ ακούσουν αυτό το τραγούδι και γι’ αυτό έρχονται και ξέρουν πότε έρχεται το ρεφρέν, τραγουδούν και ξέρουν το τραγούδι και αυτό είναι μια πολύ ανεβαστική εμπειρία: Να παίζεις τραγούδια που ξέρει ο κόσμος. Στους Oysterhead και τα jam συγκροτήματα, κανείς δεν ξέρει τι θα συμβεί στη συνέχεια, όλα γίνονται επί τόπου. Είναι εντελώς αυτοσχεδιαστικό, είναι απροσδόκητο και υπάρχουν τα ίδια κύματα (σ.σ: surges – απότομες αυξήσεις στις αντιδράσεις του κοινού) σε στιγμές που χανόμαστε μπροστά σ’ ένα κοινό που έχει πληρώσει, είμαστε χαμένοι του τύπου «Οκ, θα δουλέψουμε αυτό το riff τώρα. Πρέπει να κάνουμε κάτι. Είμαστε νεκροί» και μπορώ να δω ότι το κοινό το καταλαβαίνει. Αυτό το κάνει αληθινό, αυτό αποδεικνύει ότι δεν είναι κάποια προκατασκευασμένη, συσκευασμένη ψυχαγωγία. Δημιουργείται μπροστά στα μάτια τους και ο Trey Anastasio (σ.σ: Phish -κιθάρα, φωνητικά) έρχεται μ’ ένα καυτό riff, ο Les Claypool (σ.σ: Primus -μπάσο, φωνητικά) το πιάνει και rock-αρουμε και το κύμα από το κοινό όταν συνδεόμαστε είναι όπως ακριβώς όταν φτάνουμε στο ρεφρέν του “Roxanne”, είναι το ίδιο κύμα. Έτσι, είναι πολύ απείθαρχο. Στους Police για το 2ωρο set μας προβάραμε για 4 μήνες για την reunion περιοδεία (2007-‘08)! Στους Oysterhead για την 2ωρη συναυλία προβάραμε για 20 λεπτά! Το υπόλοιπο το δημιουργούσαμε κάθε βράδυ. Παρεμπιπτόντως, πρέπει να έχεις σοβαρούς παίκτες για να το καταφέρεις. Οι Les Claypool και τον Trey Anastasio μπορούν ν’ ανταποκριθούν σε κάτι τέτοιο.
Ήσασταν κοντά στον Neil Peart (Rush –drums). Ήταν εύκολος άνθρωπος για να κάνεις παρέα μαζί του;
Για μένα ήταν, αλλά όχι έξω στον κόσμο. Στην πραγματικότητα ήταν πολύ ντροπαλός και φοβόταν, κατά κάποιο τρόπο, το εκτόπισμά του. Ταραζόταν πάρα πολύ από τους οπαδούς, τον τρόμαζαν, τον μετέτρεπαν σε διαφορετικό άτομο. Μαζί μου και με τους μουσικούς, ήταν πολύ ευγενικός, αλλά στην πραγματικότητα ήταν πολύ περίπλοκος άνθρωπος και τον έβρισκα πολύ φιλικό. Ήρθε εδώ ένα εκατομμύριο φορές, μιλούσε συνέχεια και πήγαινα στο Bubba Cave του -όπου δεν ήταν γεμάτο drums, δεν υπήρχε ούτε ένα τύμπανο σ’ όλο το μέρος, ήταν γεμάτο αυτοκίνητα και μοτοσικλέτες- και απλώς κάναμε παρέα και κουβεντιάζαμε. Οι φίλοι του, ο Geddy (σ.σ: Lee -μπασίστας και τραγουδιστής των Rush) και Alex (σ.σ: Lifeson -κιθαρίστας των Rush) είναι επίσης εξαιρετικοί άνθρωποι. Λοιπόν, ναι, ήμασταν πολύ κοντά. Ερχόταν εδώ και jam-άραμε πολλές φορές. Μπορείς να τον δεις να jam-άρει εδώ στο Youtube.
Το ξέρω. Αναγνωρίζω το χώρο που βλέπω τώρα στην κάμερά σας. Γιατί αγαπάτε τους Beatles τώρα περισσότερο από ό,τι παλιότερα;
Γιατί έχω πιο ψαγμένα αυτιά και μπορώ να εκτιμήσω τη βαθιά λεπτότητα της μουσικής τους. Όταν την δεχόμουν ως έφηβος δεν μ’ ένοιαζε πώς την έκαναν. Μπορούσα απλώς ν’ ακούσω τα βασικά στοιχεία και μ’ άρεσαν, αλλά στην πραγματικότητα μ’ άρεσε περισσότερο ο Jimi Hendrix, οι Cream, η progressive μουσική και η μουσική που είχε σχέση με τους μουσικούς και όχι με το τραγούδι. Αλλά τώρα με την αρχαία μου σοφία, μπορώ να εκτιμήσω την λεπτότητα της μουσικής των Beatles. Παρεμπιπτόντως -και ρώτησα τον Ringo (σ.σ: Starr- drums) γι’ αυτό- ποτέ δεν περίμεναν να κρατήσει η μουσική τους. Το ίδιο και με τους Police, κάναμε τη μουσική και οι Beatles λένε ότι την έκαναν επίσης, ως σάντουιτς, fast food. Φά’ την τώρα, ξέχασέ την, αύριο θα φτιάξουμε άλλη. Δεν φαντάστηκαν ποτέ ότι η μουσική τους θα συνέχιζε να ζει για δεκαετίες και δεκαετίες και τώρα για μισό αιώνα. Υπάρχουν τραγούδια που έχουν δυναμική και δεν το περίμεναν ποτέ αυτό, ούτε κι εμείς. Νομίζω ότι το σημείο καμπής ήταν γύρω στο 2000, όταν οι νέοι, ο Θεός να τους ευλογεί, συνειδητοποίησαν ότι τα πρωτότυπα όλης της μουσικής που ακούνε έχουν περισσότερο ζήλο από τ’ παιδιά, τους απογόνους αυτής της μουσικής και άρχισαν ν’ επιστρέφουν στα πρωτότυπα: Στους Led Zeppelin, στους Beatles, στους Rolling Stones, ακόμη και στους Police. Έτσι, πολύ καιρό αφότου όλοι πιστεύαμε ότι ο χρόνος μας στο προσκήνιο είχε έρθει και παρέλθει, ξαφνικά αυτά τα παιδιά που ξεκίνησαν γύρω στο 2000 ανακάλυψαν ξανά τα πρωτότυπα και το old school έγινε καλό. OG σήμαινε «πρωτότυπο» (σ.σ: original) και όχι τα πιο πρόσφατα πιο cool πράγματα. Υπήρξε αυτή η εκτίμηση για το old school, οπότε, ήταν μια απροσδόκητη ευλογία για όλους εμάς τους γέρους μπάσταρδους.
Είχατε συζητήσει ποτέ με τον πατέρα σας (Miles Copeland -ένα από τα ιδρυτικά μέλη της CIA) τη δολοφονία του JFK;
Όχι, πολύ λίγα ήταν γνωστά γι’ αυτό. Οι περισσότερες από τις θεωρίες συνωμοσίας συνέβησαν τις δεκαετίες που μεσολάβησαν από τότε. Όταν συνέβη αυτό, μείναμε όλοι άφωνοι, φυσικά, αλλά οι θεωρίες συνωμοσίας δεν είχαν εξαπλωθεί ακόμα. Άρα, δεν υπήρχε ακόμα κάτι για το οποίο να έχει γνώμη, σ’ εκείνο το σημείο.
Ο Kenney Jones (Faces, Small Faces, The Who –drums) είπε ότι κάποτε απήγαγε κατά κάποιον τρόπο τον Roger Taylor (Queen –drums) για να παίξει polo μ’ εσάς και τον Mike Rutherford (Genesis -μπάσο). Θυμάστε αυτό το περιστατικό;
Ναι, η απαγωγή ήταν ανεπιτυχής. Στην πραγματικότητα, ο Mike Rutherford, ο Kenney Jones και εγώ, είχαμε μια ομάδα που ονομαζόταν “Los Machos”, χάσαμε κάθε παιχνίδι, αλλά δεν πειράζει. Παίζαμε σ’ αυτούς τους φανταχτερούς Κυριακάτικους αγώνες με χορηγούς και καταλήγαμε να χάνουμε το παιχνίδι, αλλά να παίρνουμε ένα ρολόι Breitling απλώς για την συμμετοχή και γελούσαμε πολύ, ήταν πολύ διασκεδαστικό. Αλλά προσπαθήσαμε να πάρουμε τον Roger Taylor, τον φέραμε σ’ ένα παιχνίδι και έτυχε εκείνη την μέρα να βρέχει καταρρακτωδώς.
Ένα τεράστιο «ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ» στον κύριο Stewart Copeland για τον χρόνο του
Το “Wild Concerto” του Stewart Copeland κυκλοφορεί από την Platoon Records στις 18 Απριλίου 2025: https://platoon.lnk.to/WildConcerto
Official Stewart Copeland website: https://www.stewartcopeland.net/
Official Stewart Copeland Facebook page: https://www.facebook.com/StewartCopeland