Συνέντευξη: Rik Emmett (Triumph, solo) – 2023

Ο Rik Emmett των Triumph σε μια εκ βαθέων συνέντευξη για την αυτοβιογραφία του, τους Triumph, τις τρελές ιστορίες που έζησε σε περιοδείες και την σημερινή μουσική βιομηχανία.

HIT CHANNEL ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΗ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ: Νοέμβριος 2023: Είχαμε την μεγάλη τιμή να ξαναμιλήσουμε με τον Rik Emmett σχεδόν δύο χρόνια από την προηγούμενη συνομιλία μας. Είναι περισσότερο γνωστός ως lead κιθαρίστας και τραγουδιστής των Triumph και έχει επίσης μια αξιόλογη solo καριέρα. Ο Rik μόλις κυκλοφόρησε την αυτοβιογραφία του: “Lay It On The Line: A Backstage Pass to Rock Star Adventure, Conflict and TRIUMPH”. Διαβάστε παρακάτω τα πολύ ενδιαφέροντα πράγματα που μας είπε:

 

Προφανώς, αφιερώσατε πολύ χρόνο σκεπτόμενος τη δομή του βιβλίου, επειδή δεν είναι μια συνηθισμένη rocknroll αυτοβιογραφία. Είναι επίσης ένα πολύ καλό βιβλίο αυτοβοήθειας και μια χρήσιμη μελέτη της μουσικής βιομηχανίας. Δυσκολευτήκατε να βάλετε σε τάξη τις σκέψεις σας;

- Advertisement -

Σίγουρα, έπρεπε να κάνω πολλές διορθώσεις. Νομίζω ότι αυτό που αντιλαμβάνεσαι από την άποψη ότι το βιβλίο έχει διαφορετικά στοιχεία και οπτικές σ’ αυτό, είναι επειδή πέρασα τόσα πολλά χρόνια ως καθηγητής. Δίδασκα πράγματα όπως μουσική βιομηχανία και βοηθούσα να καθοδηγήσω τους φοιτητές από την άποψη της οικοδόμησης των δικών τους δημιουργικών προσεγγίσεων. Φυσικά, όταν ξεκινούσα το βιβλίο, είχα όλα αυτά τα πράγματα, το υλικό από εκείνα τα χρόνια διδασκαλίας για να μπορέσω να το χρησιμοποιήσω και φυσικά είχα επίσης όλο το υλικό που ήταν αλληλεπίδραση με μέλη του forum μου, της ιστοσελίδας μου. Ήταν πολλά πράγματα απ’ τα οποία μπορούσα να διαλέξω για να δουλέψω. Ο κόσμος έκανε ερωτήσεις για τη γυναίκα μου, τη ζωή ενός μουσικού, τη ζωή ενός rock star και όλα αυτά τα πράγματα. Έτσι, είχα όλες αυτές τις απαντήσεις σε διερευνητικές ερωτήσεις που μπόρεσα να επιλέξω να επεξεργαστώ και να χρησιμοποιήσω όσον αφορά τη δημιουργία του βιβλίου. Σίγουρα, υπήρχε πολύ γράψιμο που έκανα ακόμα, ξέρεις, προσπαθώντας να διαμορφώσω τις ιδέες, αλλά ήταν πολύ περισσότερο μια διαδικασία επεξεργασίας.

 

Δηλώσατε ότι πολλοί φίλοι σας, η σύζυγός σας, δικηγόροι, ακόμη και ένας βουλευτής διάβασαν ορισμένα συγκεκριμένα κεφάλαια του βιβλίου επειδή δεν θέλατε να μπείτε σε μπελάδες. Πόσο παλέψατε με την αυτολογοκρισία γράφοντας αυτό το βιβλίο;

Ταλαιπωρήθηκα λίγο. Ξέρεις, δεν θα ήθελα να το μεγεθύνω και να φαίνεται ότι ήταν ένας αγώνας ζωής και θανάτου. Δεν νομίζω ότι θα ήταν ασυνήθιστο για κανένα άτομο: Δεν θα ήθελες  να πληγώσεις άτομα για τα οποία νοιάζεσαι. Το κεφάλαιο των Triumph απαιτούσε πολλά διαβάσματα από τους φίλους μου. Νομίζω ότι το μεγαλύτερο πρόβλημά μου είναι ότι συχνά είμαι πολύ ανοιχτός. Είμαι πολύ ειλικρινής. Νομίζω ότι τα παιδιά μου θα έλεγαν: «Ξέρεις, μπαμπά, δεν χρειάζεται να τα λες αυτά τα πράγματα δημόσια. Δεν χρειάζεται να το παρατραβάς». Αυτό γίνεται ένα ζήτημα το να πρέπει να καταλάβω πώς πρέπει να χαλιναγωγήσω τον εαυτό μου και να πω: «Δεν χρειάζεται να το παρατραβήξω, δεν χρειάζεται να πω τόσα πολλά». Οπότε, ήταν λίγο δύσκολο, αλλά είναι περισσότερο ενάντια στη φύση μου παρά ήταν απαραίτητα ενάντια στην ιδέα του: «Ένας άνθρωπος που γράφει απομνημονεύματα». Δεν νομίζω ότι αυτό συνέβαινε απαραίτητα και νομίζω ότι ήταν απλώς ο Rik να είναι ο Rik.

 

Στο βιβλίο γράφετε ότι το MTV σκότωσε τα κιθαριστικά solos. Πόσο σας επηρέασε αυτό ως επαγγελματία μουσικό;

Σίγουρα, συνέβαλε στο γεγονός ότι ο κόσμος άλλαζε και άλλαζε γρηγορότερα απ’ ό,τι στο παρελθόν. Θέλω να πω, το βρίσκω ενδιαφέρον ότι εσύ κι εγώ, κάνουμε εδώ μια συζήτηση και οι Beatles έχουν ένα τραγούδι (σ.σ: “Now and Then”) που οδεύει στο #1, ειδικά στην Αγγλία και αλλού, υπάρχει αυτή η αναζωπύρωση και ο Paul McCartney ήταν πάντα σε θέση να καταλάβει πώς να κάνει την όλη ιδέα του marketing, της δημοσιότητας και της προώθησης, πώς βάζεις όλα αυτά τα στοιχεία σε κίνηση, έτσι ώστε η viral φύση κάποιου πράγματος ν’ αρχίσει να προκύπτει. Κατόρθωνε να το κάνει από δεκαετία σε δεκαετία. Νομίζω ότι υπάρχουν μερικοί άνθρωποι που βρίσκονται σε θέσεις όπου μπορούν να είναι οι εξαιρέσεις στον κανόνα, αλλά γενικά μιλώντας, από τη δεκαετία του ‘80 το MTV επιτάχυνε την ιδέα του τι θα γινόταν viral, τι θα μπορούσε να γίνει επιτυχημένο, τι θα μπορούσε να βγει σε συγκεκριμένες μορφές ραδιοφώνου, τι θα μπορούσε να είναι σε θέση να πουλήσει εισιτήρια συναυλιών. Οι Triumph ωφελήθηκαν αρχικά από αυτό και στη συνέχεια, καθώς το MTV αύξανε τη δύναμή του και τον αντίκτυπό του στην αγορά, οι Triumph δεν ήταν πλέον σε θέση να το κάνουν αυτό. Έτσι, στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του ‘80 το MTV είχε αλλάξει.

Η αρχική σου ερώτηση αφορούσε τα κιθαριστικά solos και ως μουσικός, νομίζω ότι ένα μεγάλο μέρος αυτού που θεωρούνταν μουσική από τον γενικό πληθυσμό έχει αλλάξει, δηλαδή, για παράδειγμα, στα νιάτα μου και στη συνέχεια ακόμη και στα καλύτερά μου χρόνια ως μουσικός, η κλασική και η jazz μουσική ήταν ίσως -δεν ξέρω- κάπου το 10%, το 15%, το 20% της μουσικής αγοράς στο κοινό. Η jazz και η κλασική μαζί τώρα, αποτελούν λιγότερο από το 3% της παγκόσμιας αγοράς. Έτσι, η άνοδος της rap και του hip hop άλλαξε πραγματικά τη φύση αυτού που οι περισσότεροι άνθρωποι, απλώς οι κανονικοί άνθρωποι, αντιλαμβάνονται ως μουσική. Για έναν τύπο σαν εμένα που είναι μουσικός που νοιαζόταν για το παίξιμο ενός οργάνου και την ένταση και την προσήλωση που χρειαζόταν για να κάνει κάτι τέτοιο, αυτό δεν έχει εξαφανιστεί, εξακολουθεί να υπάρχει, αλλά έχει γίνει ένα εξειδικευμένο είδος πληθυσμιακής ομάδας. Η ιδέα ότι ο κόσμος χωρίζεται σε πληθυσμιακά κομμάτια έχει γίνει ένα πολύ πιο έντονο και επιδραστικό πράγμα στην αγορά. Δεν κατατάσσω απαραίτητα τον εαυτό μου στην κατηγορία του jazz ή κλασικού μουσικού, απλώς αυτά τα πράγματα είχαν σημασία για μένα καθώς έκανα pop μουσική. Με ενδιαφέρει ένα ευρύτερο φάσμα από τι είδους σοβαρά πράγματα θα μπορούσαν να μπουν στην ιδέα της σύνθεσης. Νομίζω ότι η σύνθεση έχει γίνει πολύ πιο κομπιουτεροποιημένη και… δεν θέλω να απογοητεύσω κανέναν. Είναι απλώς ένας διαφορετικός κόσμος όσον αφορά αυτά τα πράγματα τώρα και νομίζω ότι το MTV συνέβαλε στην αρχή αυτού. Λοιπόν, αυτή είναι η απάντησή μου.

 

Θεωρείτε τη Day on the Green συναυλία στο Oakland Coliseum το 1983 μια από τις καλύτερες συναυλίες στην καριέρα σας. Ποιες είναι οι αναμνήσεις σου από εκείνη την συναυλία;

Πρώτα απ’ όλα, νομίζω ότι από τη σκοπιά των Triumph, εδραιωνόμασταν πλέον ως ένα μεγάλο συγκρότημα στην αμερικανική Δυτική Ακτή. Είχαμε ήδη ένα συγκεκριμένο όγκο ραδιοφωνικής υποστήριξης στο Los Angeles, αλλά την εποχή του Day on the Green ήμασταν σε θέση να δημιουργήσουμε μια πραγματικά ισχυρή σχέση με μια εταιρεία παραγωγής που ονομαζόταν “Winterland”, την οποία αποτελούσαν ο Bill Graham και οι άνθρωποι του Bill Graham. Έτσι, από επιχειρηματική άποψη, μας εδραίωσε σε αυτήν την περιοχή του San Francisco, του San Jose, του Oakland και φυσικά δούλευα για το περιοδικό Guitar Player και  είχε την έδρα του εκεί πέρα. Ήταν απλώς ένα σταθεροποιητικό στοιχείο για το συγκρότημα από άποψη συναυλιών/εισιτηρίων. Από το να είμαστε ίσως ένα συγκρότημα που μπορούσε να παίξει σ’ έναν μικρό χώρο, περάσαμε σε ένα συγκρότημα που έπαιζε σε πολύ μεγαλύτερους. Αυτό μας βοήθησε στη Δυτική Ακτή. Κατά ένα μικρό τρόπο, συνέβαλε στο γεγονός ότι από ραδιοφωνική άποψη οι Triumph είχαν αρχίσει να γίνονται κάτι σημαντικό, έτσι ώστε αργότερα στην καριέρα μας όταν παίξαμε στο US Festival και είχαμε κάποιες συναυλίες όπου ανοίξαμε για τους Journey σε συναυλίες σε μεγάλα στάδια, αυτά τα πράγματα μας έκαναν ν’ ανεβαίνουμε τη σκάλα ώστε να μπορούμε να κάνουμε τις δικές μας συναυλίες και να πουλάμε τα δικά μας αριθμημένα εισιτήρια σε μεγάλες αρένες.

 

Το 1968 παρακολουθήσατε την συναυλία των Guess Who στο Canadian National Exhibition και πολλά χρόνια αργότερα παίξατε το “Lookinout for #1” με τον Randy Bachman (κιθάρα, φωνητικά) επί σκηνής. Ήταν λίγο σουρεαλιστικό να μοιράζεσαι τη σκηνή με τον Randy Bachman;

Ξέρεις, τέτοια πράγματα συμβαίνουν όταν η πρόσκληση περιμένει εκεί ή η ευκαιρία και μετά, οι ατζέντηδες και οι managers κάνουν αυτά τα πράγματα πραγματικότητα, ο διοργανωτής συναυλιών, όλα αυτά. Λοιπόν, εδώ είναι όλοι οι καλλιτέχνες που επρόκειτο να παίξουν σε αυτό το φιλανθρωπικό πράγμα και πρότεινα: «Έι, ο Randy Bachman πρόκειται να είναι εκεί, υπάρχει περίπτωση να παίξω μαζί του το ‘Lookin’ out for #1’, δηλαδή να κάτσουμε και να κάνουμε αυτό το πράγμα;» Μετά, έφτασε η είδηση: «Ναι, μπορείς να το κάνεις». Λοιπόν, είναι πολύ συναρπαστικό. Δεν σκέφτεσαι απαραιτήτως τον αντίκτυπό του εκείνη τη στιγμή, γιατί πρώτα απ’ όλα, έχεις την υπερένταση του να προσπαθήσεις να το πραγματοποιήσεις: «Πρέπει να καταλάβω τι θα παίξω» και «κάθομαι εδώ με τον τύπο που πρέπει να παίξω αυτό το πράγμα». Είναι μόνο αργότερα όταν κοιτάς πίσω στη ζωή σου και σκέφτεσαι: «Ε, ξέρεις, αυτή ήταν μια στιγμή που τα πράγματα έκαναν τον κύκλο τους όπου αυτός ο τύπος που είχα δει όταν ήμουν έφηβος και τώρα κατάφερα να παίξω μαζί του» . Ήταν ένα είδος πρότυπου, με την έννοια ότι δεν έπαιζε απλώς rock κιθάρα με τον τρόπο του rock hero. Είχε λίγη jazz χωμένη μέσα, που είναι ένα μέρος του παιξίματος του Randy Bachman που μ’ αρέσει πάρα πολύ. Αυτά τα τραγούδια όπως τα “Lookin’ out for #1”, “Undun” και τέτοια πράγματα. Λοιπόν, ήταν αργότερα, ειδικά όταν κάθεσαι και γράφεις απομνημονεύματα και λες: «Εντάξει, ποιες είναι οι μεγάλες στιγμές στη ζωή μου; Υποθέτω ότι ήταν σίγουρα μια από αυτές, έτσι δεν είναι;»

 

Ήταν μια ενδιαφέρουσα εμπειρία για εσάς να γνωρίσετε τον Chet Atkins;

Ω, καταπληκτική! Ξέρεις, ήταν φυσικά αντιπρόεδρος της RCA Records, όπου είχαμε υπογράψει στην RCA, εκείνη την εποχή. Έτσι, όχι μόνο ήταν ένας πολιτικά σημαντικός τύπος σ’ εκείνο το περιβάλλον του Nashville, αλλά ήταν ένας από τους μεγαλύτερους κιθαρίστες που έζησαν ποτέ. Λοιπόν, συναντούσες έναν από τους σπουδαιότερους εν ζωή κιθαρίστες και κάθεσαι μαζί του και συζητάς και είναι υπέροχος, ταπεινός, σεμνός άνθρωπος και συνειδητοποιείς: «Α, αυτός είναι ένας τύπος που θα έπρεπε να ακολουθήσω ως πρότυπο, πρέπει να προσπαθήσω να γίνω το είδος του ανθρώπου που βλέπω εδώ και βιώνω από πρώτο χέρι. Πόσο τρομερά τυχερός είμαι που έχω υπογράψει στην RCA Records και έτσι ο τοπικός άνθρωπος για τις δημόσιες σχέσεις της RCA μπορεί να με πάει στο γραφείο για να τον συναντήσω!». Μου είπε: «Ναι, μπορώ να το κανονίσω» και είπα: «Ω! Πόσο απίστευτο, εκπληκτικό πράγμα θα είναι αυτό!» Έτσι, ήταν μια μεγάλη στιγμή. Θέλω να πω, ήταν μια μέρα, ήταν ένα πρωί από τη ζωή μου, δεν κράτησε πιθανώς περισσότερο από 30 ή 40 λεπτά, αλλά για μένα γίνεται σαν ένα από εκείνα τα πράγματα που σκέφτεσαι: «Αυτή είναι μια στιγμή που θα την κουβαλάω μαζί μου σε όλη μου τη ζωή». Κάθομαι εδώ και μιλάω μαζί σου, κάθομαι στο studio μου και έχω μια φωτογραφία στον τοίχο μ’ εμένα και τον Chet, που καθόμαστε και μιλάμε στον καναπέ και την έβαλα στο βιβλίο μου γιατί σκέφτηκα: «Αυτή είναι μία από τις μεγαλύτερες στιγμές της ζωής μου». Θέλω λοιπόν να την μοιραστώ με τον κόσμο.

 

Ήσασταν απογοητευμένος που οι Triumph δεν άρεσαν στους κριτικούς;

Ήταν πάντα ένα θέμα ότι ο κόσμος δεν αναγνώριζε απαραίτητα την ουσία που προσπαθούσα και ήλπιζα να βάλω σ’ αυτό που ήταν το συγκρότημα. Ο κόσμος το έκρινε επιφανειακά γιατί ήμασταν ένα συγκρότημα που είχε μεγάλο show, πολλά φώτα και παραγωγή. Έτσι, κατά τη μουσική μου άποψη, ήταν άνθρωποι που τους ενδιέφεραν πράγματα όπως είδη συγκροτημάτων σαν τον Elvis Costello ή τους Sex Pistols ή τους Clash, τέτοια πράγματα. Οι Triumph δεν θα γινόταν ποτέ ένα συγκρότημα σαν αυτά. Πολλοί μουσικοκριτικοί για καθημερινές μουσικές εφημερίδες, είχαν την τάση να είναι άνθρωποι από αυτή την σχολή. Έτσι, αυτό είναι το είδος των πραγμάτων για το οποίο τους άρεσε πολύ να γράφουν και να προωθούν. Έτσι, δεν θα γινόμασταν ποτέ αυτό το είδος συγκροτήματος που αγαπούν τα Μέσα και ήταν απογοητευτικό. Ήταν σαν: «Λοιπόν, έτσι είναι ο κόσμος». Νομίζω ότι είναι πολύ ενδιαφέρον αυτό που συνέβη πολύ πρόσφατα με τον Jann Wenner, τον τύπο που διηύθυνε το περιοδικό Rolling Stone. Όσον αφορά την εικόνα του, προέβαλλε ένα πολύ ενεργό εκδοτικό πράγμα και τώρα αποκαλύπτεται ότι ήταν ένα είδος ανθρώπου που έκανε πολλές διακρίσεις: Έκανε διακρίσεις σε βάρος των γυναικών και των έγχρωμων ανθρώπων. Αυτό γίνεται αρκετά προφανές τώρα, αργότερα στη ζωή του όταν έγραφε τα απομνημονεύματά του. Έτσι, βγαίνουν αυτά τα πράγματα και όταν γράφω τα απομνημονεύματά μου, υποθέτω ότι υπάρχουν πράγματα και για μένα που βγαίνουν προς τα έξω. Ο κόσμος θα ‘λεγε: «Α, δεν είμαι σίγουρος ότι μου αρέσει αυτό όσον αφορά αυτόν τον τύπο» ή θα ‘λεγε: «Ω, υπάρχει κάποια καλή άποψη εδώ σ’ αυτόν τον τύπο». Αλλά νομίζω ότι αυτό τόνιζε το γεγονός ότι υπήρχε ένα ολόκληρο παιχνίδι γύρω από το τι πρόκειται να προωθηθεί μ’ έντονο τρόπο σε ορισμένα είδη rock ‘n’ roll μουσικών Μέσων και υπήρχε ακόμα στο πάτο του, μια πολύ επιζήμια, ένα πολύ μεροληπτική άποψη που ασκούνταν. Έτσι, όταν είσαι μέσα σε αυτό και το βλέπεις και το αναγνωρίζεις, ήταν απογοητευτικό σε ορισμένα επίπεδα, αλλά είναι απλώς η πραγματικότητα, είναι στην ανθρώπινη φύση ότι οι άνθρωποι θα αποφασίσουν τι τους αρέσει και τώρα θα προσπαθήσουν να βρουν τρόπους να προωθήσουν τα πράγματα που τους αρέσουν και μετά να επιτεθούν και να δυσφημήσουν τα πράγματα που δεν τους αρέσουν. Είναι απλώς ανθρώπινα όντα (γέλια).

 

Το μπέιζμπολ δεν είναι δημοφιλές στην Ελλάδα, γι’ αυτό διάβασα για τον Ty Cobb και το ρεκόρ του (36,6% – ο υψηλότερος μέσος όρος κτυπημάτων όλων των εποχών, άρα απέτυχε περισσότερες από έξι φορές στις δέκα) για πρώτη φορά στο βιβλίο ποίησης σας, “Reinvention” και βρήκα το παράδειγμά σας πολύ χρήσιμο. Πόσο σημαντικό είναι να παραδέχεται ο καθένας τις ατέλειές του;

Νομίζω ότι ένα από τα σημαντικά σημεία όταν γράφεις απομνημονεύματα είναι ότι μαθαίνεις για τον εαυτό σου και τα πράγματα αρχίζουν να ξεκαθαρίζουν. Γίνομαι 70 ετών, νομίζω ότι ένα από τα πράγματα που έμαθα για τον εαυτό μου είναι ότι πραγματικά πιστεύω ότι η ταπεινοφροσύνη και η σεμνότητα και είναι απίστευτα σημαντικά στον τρόπο με τον οποίο ζούμε τη ζωή μας και αλληλεπιδρούμε με άλλα ανθρώπινα όντα. Όσο περισσότεροι οι άνθρωποι την ψωνίζουν και πιστεύουν ότι γίνονται αυτάρεσκοι, νομίζω ότι περνούν τη γραμμή από την αρετή στην κακία. Αρχίζει να γίνεται κάτι όπου αυτό λειτουργεί ενάντια στο κοινωνικό δίκτυο, την κουλτούρα, την ακεραιότητα των πολιτικών συστημάτων, την ακεραιότητα των νομικών συστημάτων, όλα τα πράγματα που είναι σημαντικά για τον τρόπο που η κοινωνία τα πάει καλά με τον εαυτό της και εξελίσσεται. Νομίζω ότι η ταπεινοφροσύνη και η σεμνότητα είναι απίστευτα σημαντικά σ’ αυτό. Είναι ένα πολύ απλό πράγμα, πραγματικά. Υπάρχει ένας τύπος που λέγεται Robert Fulghum και έγραψε ένα βιβλίο με τίτλο «Όλα όσα χρειάζομαι πραγματικά να ξέρω τα έμαθα στο νηπιαγωγείο» (σ.σ: “All I Really Need to Know I Learned in Kindergarten”) και νομίζω ότι είναι κάπως αλήθεια. Εάν θες να είσαι ευγενικος με τους άλλους, εάν θες ν’ ακολουθήσεις αυτή τη χριστιανική ηθική του χρυσού κανόνα, πρέπει να έχεις κάποια ταπεινοφροσύνη και σεμνότητα. Έτσι, όταν βλέπω πολιτικούς όπως ο Donald Trump, νομίζω ότι αυτό λειτουργεί ενάντια στον τρόπο με τον οποίο ο κόσμος μπορεί να γίνει καλύτερος. Δουλεύει ενάντια σε αυτό: Κάνει τον κόσμο χειρότερο, αλλά αυτή είναι απλώς η γνώμη μου.

 

Υπάρχει κάποια rock αυτοβιογραφία που σας άρεσε πολύ όταν την διαβάσατε;

Μου άρεσε του Springsteen (σ.σ: “Born to Run” -2016), γιατί ένιωσα ότι την έγραψε πραγματικά ο ίδιος και δεν υπήρχε αφανής συγγραφέας (σ.σ: ghost writer). Ξέρεις, μπορεί να υπήρχε αφανής διορθωτής, αλλά σίγουρα ένιωθα ότι ήταν ένα πολύ αληθινό είδος ανθρώπου που δεν φοβόταν να πει τη δική του αλήθεια και να μιλήσει για τον εαυτό του και το εκτίμησα αυτό. Υπάρχουν μερικές άλλες που μ’ αρέσουν, αλλά θα έλεγα ότι ήταν ένας από τους πολλούς λόγους που όταν το διάβασα, είπα: «Εντάξει, τότε πρέπει να είσαι τόσο ειλικρινής» (γέλια).

 

Επανακυκλοφορείτε το solo albumThen Again” (2012). Πώς σας ήρθε η ιδέα να παίξετε ακουστικά επί σκηνής τα κλασικά τραγούδια των Triumph;

Δεν το σκέφτηκα, πάντα μου το παρουσίαζαν συνεχώς οι διοργανωτές συναυλιών που ήθελαν να μου βρουν κοινό ώστε ν’ αγοράσουν τα εισιτήριά μου. Ο κόσμος που ήθελε να έρθει να με δει, ήθελε να ακούσει αυτά τα τραγούδια, τα αειθαλή τραγούδια που δεν πεθαίνουν ποτέ. Ο κόσμος θέλει να τ’ ακούσει. Θα κάνω μια κομπίνα φέτος την Πρωτοχρονιά και θα παίξω μερικά τραγούδια των Triumph με ένα συγκρότημα σε μια πρωτοχρονιάτικη εκπομπή και θα έχουν ένα κουαρτέτο εγχόρδων και μια χορωδία και έπρεπε να ξαναγράψω τις ενορχηστρώσεις για τα “Hold On”, “Magic Power” και “Lay It on the Line”. Έπρεπε να χαμηλώσω τα κλειδιά, γιατί δεν μπορώ να τα τραγουδήσω πια στ’ αρχικά κλειδιά. Θα τα παίξω σε ακουστική κιθάρα αντί για ηλεκτρική. Είχαν τελείως διαφορετική μεταχείριση, και έχουν περάσει 40, 50 χρόνια αφότου τα δημιούργησα. Αυτό δεν φεύγει ποτέ. Υπάρχει ένα ενδιαφέρον που επιστρέφει από τον κόσμο και μου λέει: «Έι Rik, θα ήθελες να μας τραγουδήσεις το τραγούδι; Θα ήθελες να έρθεις να κάνεις μια συναυλία και να το κάνεις αυτό;» Ο Dave Dunlop και εγώ, παίζουμε μαζί εδώ και χρόνια. Έφτασα στο σημείο όπου δεν ήταν ρεαλιστικό να σέρνω ένα συγκρότημα πια και να έχω ένα rhythm section με έναν drummer και έναν μπασίστα και να χρειάζεται να έχω backline ενισχυτών, ήταν πολύ πιο εύκολο δύο άτομα (σ.σ: ο Rik and ο Dave Dunlop) με ακουστικές κιθάρες να βγαίνουν και να παίζουν συναυλίες και μπορούσα ακόμα να έχω μια αξιοπρεπή αμοιβή κάνοντάς το. Έτσι, αυτή η μορφή παρουσίασης, αυτά τα τραγούδια, η ιδέα του “Then Again” ήταν σαν: “Λοιπόν, αυτός είναι ο τρόπος που το κάναμε” και μετά σε ένα ορισμένο σημείο αφού παίζαμε τα τραγούδια, ο Dave ήταν αυτός που είπε: «Έι, θέλεις να έρθεις στο studio μου και να ηχογραφήσεις αυτά τα τραγούδια και μετά θα έχουμε κάτι που μπορούμε να πουλήσουμε στον πάγκο με το merchandise σε όλες τις συναυλίες;» και μετά είπα: «Λοιπόν, ακούγεται υπέροχη ιδέα!» Έτσι, αυτό κάναμε.

 

Είστε ικανοποιημένος με το τελικό αποτέλεσμα του ντοκιμαντέρ “Triumph: RocknRoll Machine”;

Ναι. Νόμιζα ότι βγήκε καλό. Η Banger (σ.σ: εταιρεία παραγωγής) έκανε απίστευτη δουλειά καθώς χρειάστηκε να πάρει υλικό 40-45 ετών και να το συμπιέσει σε ένα παράθυρο μετάδοσης 90 λεπτών. Πίστευα ότι ήταν σχεδόν αδύνατο έργο, αλλά έκαναν πολύ καλή δουλειά. Δεν νομίζω ότι είπε ολόκληρη την ιστορία μου, γι’ αυτό ήθελα να είμαι σίγουρος ότι υπήρχε ένα κεφάλαιο για τους Triumph στα απομνημονεύματά μου, αλλά βιάζομαι να προσθέσω: Υπάρχουν 16 κεφάλαια στο βιβλίο και υπάρχει μόνο ένα κεφάλαιο για τους Triumph. Έτσι, δεν ήταν ένα σημαντικό πράγμα στην ζωή μου. Θέλω να πω, ήταν ένα σημαντικό πράγμα όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίο ο κόσμος με αντιλαμβανόταν και ο τρόπος που μου άνοιξε τις πόρτες σ’ άλλα μέρη της ζωής μου, αλλά ένιωθα ότι η διδασκαλία ήταν πολύ πιο σημαντική για μένα, σίγουρα η οικογένειά μου ήταν πάντα πολύ πιο σημαντική για μένα απ’ ότι οι Triumph. Οι Triumph ήταν σχεδόν σαν ένα μέσο για να πετύχω έναν σκοπό. Κατά μία έννοια, μπήκα στους Triumph για να μπορώ να έχω μια εβδομαδιαία αμοιβή, ώστε να μπορώ να μετακομίσω και να ζήσω με την κοπέλα μου, η οποία έγινε γυναίκα μου, με την οποία είμαι παντρεμένος εδώ και 47 χρόνια. Έτσι, αυτό ήταν πολύ πιο σημαντικό πράγμα για μένα όσον αφορά την ζωή μου από τους Triumph. Λαμβάνοντας όλα αυτά υπόψη, σωστά, γι’ αυτό ένιωθα ότι έπρεπε να έχω τα δικά μου απομνημονεύματα. Αφού κυκλοφόρησε το ντοκιμαντέρ, σκέφτηκα: «Λοιπόν, σίγουρα νομίζω ότι πρέπει να γράψω απομνημονεύματα», γιατί θέλω ο κόσμος να μάθει ποιος είμαι, όχι απαραίτητα να γνωρίζει μόνο αυτόν τον τύπο που ήταν σε ένα συγκρότημα που λέγεται Triumph.

 

Θα θέλατε να μοιραστείτε μαζί μας τι σας είπε ο Steve Perry (φωνητικά) όταν οι Triumph άνοιξαν για τους Journey το 1983;

Ναι. Απλώς κάναμε μια συζήτηση στα παρασκήνια. Μου έκανε κομπλιμέντα που είχα πολύ υψηλή φωνή. Στην πραγματικότητα, είναι αστείο που στο Διαδίκτυο υπάρχουν τώρα άνθρωποι που κάνουν video αντιδράσεων (σ.σ: reaction video), είναι κάτι που υπάρχει: Οι άνθρωποι κάνουν video αντιδράσεων. Έτσι, υπάρχουν άνθρωποι που είναι δάσκαλοι φωνητικής ή διδάσκουν τραγούδι, βλέπουν video των Triumph και λένε: «Πώς μπορεί αυτός ο τύπος να τραγουδάει έτσι; Πώς μπορεί να πιάνει αυτές τις ψηλές νότες; Αυτό είναι αδύνατο!»  Ήταν αυτό που έκανα, ήταν η φωνή που είχα, οπότε επαγγελματικά έβγαινα σε σκηνές συναυλιών και τραγουδούσα όπως τραγουδάω γιατί μπορούσα. Στη συνέχεια, ο Steve Perry που είναι ένας από τους αγαπημένους μου τραγουδιστές, μου έκανε κομπλιμέντα για το πόσο ψηλά τραγουδούσα, γιατί η φωνή μου μπορούσε να πιάσει αυτές τις υψηλές νότες. Είπε: «Μου αρέσουν αυτές οι ψηλές Μι που πιάνεις σ’ αυτό το τραγούδι! Ω Θεέ μου!»  Έπρεπε να το κάνεις αυτό κάθε βράδυ. Το θέμα είναι φυσικά, και αυτό πρέπει να αναφερθεί, ότι στις συναυλίες των Journey ο Steve Perry ήταν ο βασικός τραγουδιστής. Έπρεπε να τραγουδάει κάθε τραγούδι όλη τη νύχτα και αυτό είναι βαρύ φορτίο. Όταν ήμουν στους Triumph, ο Gil Moore (drums) τραγουδούσε τα μισά τραγούδια. Έτσι, έπρεπε να πάρω στις πλάτες μου μόνο την μισή συναυλία και είχα την ευκαιρία να ξεκουραστώ. Για ένα ολόκληρο τραγούδι, έτρεχα και έπαιζα κιθάρα. Όσο ο Gil τραγουδούσε, δεν χρειαζόταν να τραγουδάω. Νομίζω ότι αυτό το πράγμα παρέτεινε την καριέρα μου, ως ένας τύπος που μπορούσε να τραγουδήσει πολύ ψηλά και το πέτυχε, έτσι από βράδυ σε βράδυ μπορούσα να βγάζω τέτοια φωνητικά από το λαιμό μου, αλλά όχι κάθε βράδυ (γέλια). Ήταν δύσκολο, δεν ήταν εύκολο.

 

Λατρεύω το “The Ghost of Shadow Town” από το άλμπουμ σας “RES9” (2016) και το έχω παίξει και στη ραδιοφωνική μου εκπομπή. Πείτε μας όλα όσα πρέπει να ξέρουμε για αυτό το υπέροχο τραγούδι.

Ο λόγος που το έγραψα ήταν επειδή ήμουν θυμωμένος με τον Donald Trump και τον τρόπο που πήγαινε η πολιτική στον κόσμο και άρχισα να σκέφτομαι για το κακό, ποιος είναι ο τρόπος με τον οποίο εκμεταλλεύεται τις αρνητικές πτυχές στη ζωή. Έτσι, η μεταφορά έγινε αυτό το είδος κακού πνεύματος και φυσικά τα blues είναι ένα είδος μουσικής όπου μπορείς πραγματικά να πας βιαστικά. Είναι εύκολο να το βρεις στο είδος παιξίματος και στην ακολουθία συγχορδιών που μπορείς να δημιουργήσεις. Το άλλο πράγμα σχετικά με αυτό το τραγούδι: Όταν έπαιζα τα μέρη της κιθάρας, ο Dave Dunlop έπαιξε καθοριστικό ρόλο σε αυτό επειδή βοηθούσε στην παραγωγή του δίσκου στο studio και είπε: «Δεν θέλω να το πολυσκεφτείς αυτό, θέλω να πας και απλώς να το παίξεις. Απλώς σκίσ’ το. Απλώς σκίσ’ το μέσα από την ψυχή σου. Μην το σκέφτεσαι πολύ». Λοιπόν, αυτό έκανα. Νομίζω ότι στην καριέρα μου είχα τραγούδια σαν κι αυτό σε albums κατά καιρούς, στη διάρκεια της ζωής μου, αλλά αυτό ήταν αρκετά καθοριστικό. Ένιωσα ότι έπιασε κάτι πραγματικά… Ναι, απογοητεύτηκα που αυτό το “RES9” album δεν τα πήγε καλύτερα από την άποψη του πόσοι άνθρωποι το γνωρίζουν και το άκουσαν. Στο τέλος, πούλησε μόλις περίπου 11 ή 12 ή 13 χιλιάδες albums σε όλο τον κόσμο, κάτι που είναι πολύ κακό, αλλά έτσι τείνει να είναι ο κόσμος. Προχωρά πέρα από άτομα που είναι στα 60 τους και κάνουν rock δίσκους. Ένιωθα ότι ήταν ένας καλός δίσκος. Ένιωθα ότι το “The Ghost of Shadow Town” συγκεκριμένα ήταν ένα πράγμα που αποτύπωνε πραγματικά αυτό που είχα στην ψυχή και το πνεύμα μου και υπάρχει πολύς θυμός εκεί μέσα, δεν υπάρχει αμφιβολία (γέλια). Αυτό ήταν μέρος της ενέργειας που υπήρχε σε αυτό το κομμάτι.

 

Ο rocknroll μύθος λέει ότι κοντέψατε να πλακωθείτε με τον Bon Scott όταν οι AC/DC άνοιξαν για τους Triumph στο St. Louis. Τι πραγματικά συνέβη;

Έχω πει την ιστορία πολλές φορές. Η κοπέλα του, ήταν ένα είδος κοπέλας των παρασκηνίων (σ.σ: backstage girl), ήταν στα παρασκήνια στο Dallas σε μια συναυλία των Triumph και της είχα μιλήσει και είχε συναντήσει τον Bon, μια εβδομάδα αργότερα ή κάτι τέτοιο, έπεσε πάνω του στην περιοδεία και μετά του είπε ότι είπα ότι πίστευα ότι το συγκρότημα του ήταν κακό και παρακμιακό και άθλιο. Έτσι, όταν κάναμε μια συναυλία μαζί στο St. Louis, ήμασταν στο ίδιο bill, με βρήκε και ήταν λίγο παραπάνω μεθυσμένος (γέλια). Ήταν περίεργο, έκοψε το πόδι του σε ένα μπουκάλι. Είχε κολλήσει επιδέσμους σ’ όλο το πόδι του αλλά το αίμα έσταζε. Φορούσε σαγιονάρες, σαν πέδιλα. Ήταν θυμωμένος, ήθελε να με χτυπήσει που δεν μου άρεσε το συγκρότημά του και είπα: «Ω, Bon, δεν είναι αλήθεια. Αυτό είναι απλώς κάτι που κάποιος έχει βάλει σ’ αυτί σου». Ήταν στο καμαρίνι μας και μόλις έβγαλα μια μπύρα από το μηχάνημα με την μπύρα και του την πρόσφερα: «Πιες μια μπύρα, φίλε. Χαλάρωσε». Ευτυχώς, ο Malcolm (σ.σ: Young –ρυθμική κιθάρα) μπήκε στο δωμάτιο και μετά είπε: «Ε, έλα Bon» και «συγγνώμη, παιδιά. Θα έπρεπε να του έχω βάλει κάποιο λουρί» και τον απομάκρυνε. Οπότε, δεν έφτασε στο σημείο να πέσουν μπουνιές, αλλά ο Bon ψαχνόταν για καυγά. Φυσικά, στο δωμάτιο ήταν και ο Gil Moore, ο drummer των Triumph. Δεν νομίζω ότι  υποχώρησε (σ.σ.: ο Bon Scott) επειδή ήμασταν περισσότεροι ή τον «αφοπλίσαμε». Δεν κλιμακώθηκε. Ήταν απλώς μια άσχημη απειλή που κρεμόταν στον αέρα και εξαφανίστηκε όλη και όλα ήταν καλά. Αυτή είναι η αλήθεια.

 

Περάσατε καλά κάνοντας τζαμάροντας για δύο νύχτες με τον Ted Nugent και τον Sammy Hagar (Van Halen, Montrose, Chickenfoot -φωνητικά) στο Texas;

Ω, ήταν διασκεδαστικό. Η ιστορία φυσικά είναι ότι την πρώτη νύχτα στο Dallas, ο Sammy έκανε ένα πράγμα στα μισά του τζαμαρίσματος όπου άρχιζε να τρέχει γύρω-γύρω στη σκηνή σαν τρελός και ο Ted τον κυνηγούσε και εγώ ήμουν ο τρίτος που σκεφτόταν: «Ε, τι γίνεται εδώ; Τι συμβαίνει;» Έτσι, έπρεπε να τους κυνηγήσω αφού άρχισαν να τρέχουν τριγύρω. Έτσι, το επόμενο βράδυ, στο Houston, όταν ήταν ήμασταν έτοιμοι να φτάσουμε σ’ εκείνο το σημείο όπου ο Sammy επρόκειτο να φύγει γρήγορα, έφυγα γρήγορα πρώτος εγώ και μετά έπρεπε να κυνηγήσουν εμένα. Ένιωσα: «Τώρα κυνηγάμε ο ένας τον άλλον γύρω από τη σκηνή». Μετά, ο Ted ήρθε κοντά μου, ήμασταν σε ένα ασανσέρ ανεβαίνοντας στα καμαρίνια στις executive σουίτες του Astrodome και έσκυψε προς το μέρος μου και είπε (σ.σ: μιμείται τη φωνή του Ted Nugent): «Ε, φίλε, έκλεψες την κίνησή μου!» και σκέφτηκα: «Ωχ-ωχ, είναι θυμωμένος μαζί μου» και μετά είπε: «Ήταν φοβερό! Αυτό ήταν τέλειο!» Έτσι, συνειδητοποίησα ότι είχα γίνει φίλος με τον Ted. Λοιπόν, ήταν καλό, ναι. Τους σέβομαι πραγματικά αυτούς του τύπους. Είχαν αυτό το είδος rock ‘n’ roll νοοτροπίας, συμπεριφοράς και αθλητικότητας στον τρόπο που έκαναν τη μουσική τους και συνέχισαν να το κάνουν. Ακόμα το κάνουν! Ο Sammy παίζει συναυλίες και εξακολουθεί να τραγουδάει τα πράγματα που τραγούδησε και δεν αλλάζει τα κλειδιά (γέλια). Φίλε, τα σπάει! Μπράβο του. Ουάου! Είμαι πολύ εντυπωσιασμένος!

 

Πόσο έχει αλλάξει η προσέγγισή σας στην κιθάρα με τα χρόνια;

Παίζω πολλά πράγματα με μια πιο jazz προσέγγιση. Όταν ήμουν μικρός, έπαιζα πολύ με πένα. Παίζω πολύ περισσότερο fingerstyle (σ.σ: με τα δάχτυλα, χωρίς πένα). Άρχισα να βάζω ακρυλικά νύχια στο δεξί μου χέρι τη δεκαετία του ‘90 και δεν το έχω σταματήσει ποτέ. Έτσι, αυτό έχει γίνει περισσότερο μέρος του τρόπου που παίζω. Στη μουσική που δουλεύω αυτή τη στιγμή, έχω ένα album που θα κυκλοφορήσει με τίτλο “Ten Telecaster Tails”. Δεν έχουμε ξεκινήσει ακόμα να ηχογραφούμε τα masters, κάνουμε τα demos, αλλά είναι όλα γραμμένα. Έχω μια καινούργια κιθάρα, είναι μια κιθάρα σε στυλ Telecaster. Κυρίως κάθομαι, παίζω κομμάτια με τα δάχτυλα, υπάρχει πολύ περισσότερο R&B και jazz σε αυτό που κάνω παρά rock. Αλλά στην καρδιά μου είμαι rock μουσικός, οπότε παίρνω αυτού του είδους τις ελευθερίες στο υλικό που γράφω. Όταν γράφω, πρόκειται να έχει τέτοιου είδους πράγματα. Πάντα έβαζα κομμάτια κλασικής κιθάρας σε rock δίσκους, τώρα είναι πιο πολύ ζήτημα να βάλω λίγο περισσότερο rock σε κλασικά κομμάτια. Αυτό κάνω. Ξέρεις, νομίζω ότι είναι απλώς μια εξέλιξη. Έχω αρχίσει να έχω κάποια προβλήματα με την αρθρίτιδα, οπότε πρέπει να είμαι προσεκτικός μ’ αυτό και πρέπει να το αποφύγω λίγο, αλλά ξέρεις, μπορεί να γίνει. Δηλαδή, κοίτα τον Keith Richards.

 

Παρεμπιπτόντως, σκεφτήκατε ποτέ γράφοντας ένα τραγούδι: Τι θα έκανε ο Ritchie Blackmore -για παράδειγμα- αυτή τη στιγμή;

Λοιπόν, δεν έχω γνωρίσει ποτέ τον Ritchie Blackmore, δεν ξέρω. Νομίζω ότι είναι απίθανο. Δεν είμαι σίγουρος τι κάνει αυτή τη στιγμή. Δεν είμαι σίγουρος ότι θα κάνω πολύ περισσότερες συνεργασίες στη ζωή μου. Νομίζω ότι είναι αρκετά δύσκολο για μένα να καταλάβω τα πράγματα μόνος μου και να δουλέψω στο δικό μου μικρό studio και να κάνω τα δικά μου μικρά πράγματα. Καθώς μεγαλώνω, δεν θέλω απαραίτητα να κυριαρχούν στη ζωή μου η κιθάρα και η δημιουργία μουσικής και το κυνήγι των επαγγελματικών πραγμάτων στη μουσική βιομηχανία. Νομίζω ότι όλη αυτή η ιδέα της συγγραφής: Όπως το να γράφω ένα βιβλίο ποίησης, να γράφω απομνημονεύματα, αυτό μπορεί να είναι κάτι δημιουργικό σε αυτό το κεφάλαιο της ζωής μου που μπορώ να κάνω λίγο περισσότερο. Έτσι, καθώς αυτό μεταφράζεται στο «τι γίνεται με τη μουσική σου;», νομίζω ότι η μουσική μου θα γίνει λίγο πιο εσωστρεφής και ποιητική. Λοιπόν, μάλλον θα είναι περισσότερο solo απ’ ό,τι θα ήταν συνεργασία με κάποιον άλλο. Αλλά, δεν ξέρω, έτσι νιώθω σήμερα. Ίσως έχω διαφορετική απάντηση στην ερώτηση αύριο.

 

Εκ των υστέρων, πιστεύετε ότι ο Eddie Van Halen έκανε τελικά τo παίξιμο στην κιθάρα, άθλημα, διαγωνισμό. Μετά όλοι προσπαθούσαν να παίξουν όσο πιο γρήγορα μπορούσαν!

Ναι, αλλά δεν θα κατηγορούσα τον Eddie Van Halen για αυτό, γιατί απλώς πιστεύω ότι ήταν αναπόσπαστο κομμάτι ενός είδους zeitgeist (σ.σ: πνεύμα των καιρών) που υπήρχε και νομίζω ότι μπορείς να κατηγορήσεις το ίδιο εύκολα -δεν ξέρω- τον Randy Rhoads, τον Yngwie Malmsteen , τον George Lynch, τον Paul Gilbert, τον τύπο που έχει την Shrapnel Records, νομίζω ότι τον λένε Mike Varney. Έδινε μεγάλη προβολή σε άτομα που ήταν shredders. Έτσι, το shredding έγινε αυτό το πράγμα και σίγουρα ο Eddie ήταν ο βασιλιάς όλων, αλλά ήταν περισσότερο επειδή ο Eddie ήταν ο καλύτερος μουσικός από το σύνολο. Ο Eddie ήταν αυτός που είχε το μεγαλύτερο ταλέντο. Ο Eddie μπορούσε να καθίσει στα πλήκτρα και να γράψει ένα riff, παίζοντας στα πλήκτρα που θα γινόταν μεγάλη επιτυχία. Είχε τόσο ταλέντο και ικανότητες. Έτσι, νομίζω ότι είναι άδικο να λέμε ότι το κατέστρεψε για όλους, δεν νομίζω ότι το έκανε. Αυτή η τάση των μουσικών να αρχίσουν να κυνηγούν ένα ακροβατικό, βιρτουόζικο πράγμα, μπορείς να γυρίσεις πίσω και να βρεις τύπους σαν τον Paganini, κλασικά, αυτό έκανε. Το μετέτρεψε κάπως σε παράσταση. Αυτό υπήρχε πάντα.

Υπάρχει μια σκηνή στην ταινία “Amadeus” (1984), όπου έδειχνε ένα μικρό αγόρι που είχε γίνει σχεδόν σαν εκπαιδευμένος πίθηκος, να τριγυρνά στις βασιλικές αυλές της Ευρώπης, να παίζει για τους εστεμμένους, να κάνει ταχυδακτυλουργικά παίζοντας πιάνο, έτσι αργότερα στη ζωή είναι μεθυσμένος και κάνει πράγματα όπως να είναι σε ένα πάρτι και μπορεί να παίξει αυτά τα μέρη μ’ αντίθετη φορά (σ.σ: από το τέλος στην αρχή), ανάποδα και όλοι στο πάρτι γελούν και λένε: «Αυτό είναι ξεκαρδιστικό!», «αυτό είναι φανταστικό!» και «τι υπέροχο κόλπο!» Λοιπόν, αυτό υπήρχε πάντα. Όχι, τρέφω βαθύ σεβασμό και στοργή για τον Eddie Van Halen και το παίξιμό του, καθώς και για τον Randy Rhoads. Τον είδα να παίζει μια φορά στην Αγγλία. Αυτό το rock συγκρότημα: Αυτός, ο Rudy Sarzo (μπάσο) και ο Tommy Aldridge (drums), ήταν ένα από τα καλύτερα rock συγκροτήματα που έχω δει ποτέ. Ήταν απίστευτα δεμένοι και ο Randy Rhoads ήταν ένας εξαιρετικός κιθαρίστας. Έτσι, απλώς ανέβαζε τον πήχη του τι θα μπορούσε να γίνει σε δίσκους που στην πραγματικότητα μπήκαν στα charts. Θέλω να πω, είδα τον Eddie ζωντανά 3 ή 4 φορές στη ζωή μου και δεν νομίζω ότι υπάρχουν πολλοί άνθρωποι στον πλανήτη που μπορούν να κάνουν αυτό που έκανε με τη μουσικότητα που διέθετε. Ήταν προϊόν της εποχής. Ναι, έπαιζε πολύ δυνατά. Ναι, ήταν ένα είδος επίδειξης, αλλά όλοι το έκαναν. Κι εγώ το έκανα (γέλια). Έπρεπε να έχεις ένα κιθαριστικό solo στη μέση της συναυλίας όπου έκανες φιγούρα σε πράγματα και ήταν έκαναν όλοι. Αν ο Eddie ζούσε περισσότερο, πιθανότατα θα έφτιαχνε μουσική και θα ηχογραφούσε πράγματα, όπου θα είχε ωριμάσει και αλλάξει και δεν θα είχε αυτή τη φήμη του βιρτουόζου τύπου, γιατί η φήμη του θα είχε ωριμάσει με τη μουσική που θα έκανε όντας μεγαλύτερος σε ηλικία. Μας άφησε όμως πολύ νωρίς.

 

Νωρίτερα φέτος πέθανε ο Jeff Beck. Θα θέλατε να μας πείτε λίγα λόγια για την επιρροή του σε σας;

Τον θεωρώ έναν από τους σπουδαιότερους κιθαρίστες. Εννοώ, τα άτομα που με επηρέασαν περισσότερο: Υπήρχαν οι Beck, Clapton, Page, Hendrix. Αυτά τα άτομα ήταν. Ο Mike Bloomfield (σ.σ: The Paul Butterfield Blues Band, Bob Dylan) λίγο. Στα συγκροτήματα που έπαιζα σε υπόγεια και σε γκαράζ, τα τραγούδια του Jeff Beck ήταν μερικά από τα πρώτα που μάθαμε: Το “I Ain’t Superstitious” από το “Truth” (1968). Όταν ήταν στους Yardbirds, έμαθα το “The Nazz Are Blue”. Το παίζαμε σε ένα από τα πρώτα συγκροτήματα που ήμουν. Αυτό το riff (σ.σ: το μιμείται φανταστικά!) Μάλλον επικοινωνούσε πνευματικά (σ.σ: channeling) με κάτι που ήταν -δεν ξέρω- ένα lick του Elmore James ή του Muddy Waters, ο,τιδήποτε. Αυτό έκαναν όλοι αυτοί οι τύποι. Αλλά ο Beck ήταν ο τύπος που εξελίχθηκε και συνέχισε να γίνεται όλο και καλύτερος κιθαρίστας στην τεχνική του. Τελικά, έφτασε στο σημείο που δεν υπήρχε κανένας στον Πλανήτη Γη που να έπαιζε κιθάρα με τον τρόπο που έπαιζε ο Jeff Beck. Ήταν μοναδικός στο είδος του και η τεχνική του σε μια Stratocaster ήταν εξωπραγματική, ήταν συμπαντική. Την πρώτη φορά που άκουσα το “Where Were You” (σ.σ.: από το “Jeff Beck’s Guitar Shop” -1989), ειδικά τέτοιου είδους μπαλάντες, πήρε ένα μουσικό θέμα όπου οι κιθαρίστες είχαν μάθει πώς να το παίζουν, ένα συγκεκριμένο είδος μοτίβου σε slow blues: Ο Jimmy Page είχε το “Since I’ve Been Loving You” και ο Jeff Beck είχε λίγα από αυτά τα αργά blues πράγματα. Και πάλι, μπόρεσε να το μεταμορφώσει, έτσι ώστε όταν κυκλοφόρησε το “Blow By Blow” (1975), είχε το “Cause We’ve Ended as Lovers”. Είχε πάει αυτό το πράγμα σ’ ένα εντελώς νέο επίπεδο, όπου ήταν blues, αλλά δεν ήταν, ήταν ένα είδος fusion, μια πιο jazz προσέγγιση με αλλαγές συγχορδιών που ήταν εκτός κανόνα. Του άρεσε αυτό και δεν ήθελε να το μπερδέψει. Δεν είχε ποτέ ρυθμικό κιθαρίστα, είχε πλήκτρα ώστε οι συγχορδίες να μπορούν να σπάσουν με έναν συγκεκριμένο τρόπο. Έβρισκε αυτές τις νότες που έκανε την κιθάρα του να τραγουδάει. Χρησιμοποίησε την κιθάρα του σαν να είναι η φωνή του. Είναι πολύ ενδιαφέρον: Μπορούσε να παίζει jazz με τα δάχτυλα, και υπάρχουν μικρά clip που θα μπορούσες να βρεις στο Youtube όπου μπορείς να δεις ότι παίζει λίγο ακόρντα και κάνει κάτι, αλλά δεν το έκανε ποτέ στους δίσκους του. Όταν έκανε τους δίσκους του, η κιθάρα του επρόκειτο να είναι κάτι που εκφραζόταν σαν lead φωνητικά, όχι με τον τρόπο συμβατικών συγχορδιών.

 

Μερικοί άνθρωποι ισχυρίζονται ότι η τρέχουσα πτώση του άλμπουμ ως format λόγω των υπηρεσιών streaming είναι στην πραγματικότητα μια επιστροφή στην αρχή του rockn roll όταν τα singles ήταν πιο σημαντικά. Ποια είναι η γνώμη σας;

Νομίζω ότι η μουσική βιομηχανία αφορούσε πάντα την παροχή μέσων αναπαραγωγής (σ.σ: formats), την παροχή πλατφορμών. Επανεφευρίσκει τον εαυτό της για να βγάλει χρήματα από μια νέα μορφή αναπαραγωγής. Έτσι, η άνοδος των mp3 και η άνοδος του filesharing (σ.σ: διαμοιρασμός αρχείων) το έφτασαν στο σημείο έτσι ώστε όλοι οι κανόνες έχουν πεταχτεί από το παράθυρο. Αλλά φυσικά είχες μεγάλες εταιρείες που κατασκεύαζαν chip που πήγαιναν σε τηλέφωνα και υπολογιστές και απλώς έβρισκαν έναν νέο τρόπο συγχώνευσης της μουσικής βιομηχανίας στα επιχειρηματικά τους μοντέλα. Αυτές είναι πλέον το μέσο αναπαραγωγής: Έπρεπε να έχεις αυτό το είδος τηλεφώνου, έπρεπε να έχεις αυτό το είδος υπολογιστή. Τώρα, έχουμε έναν κόσμο όπου υπάρχουν όλες αυτές τα formats που βλέπεις: Δίσκοι βινυλίου, CD, filesharing και streaming, αλλά η αλήθεια του πράγματος είναι ότι χθες είχα μια συνομιλία με έναν τύπο και έλεγε ότι έχει ένα ηχείο Bluetooth που είναι στο μέγεθος ενός πορτοφολιού και για το πόσο αξιοσημείωτος είναι ο ήχος που βγαίνει από αυτό, είναι πραγματικά πολύ καλό. Ήμουν στο studio πριν από μια εβδομάδα επειδή έβγαινε ένα compilation album και ενέκρινα τα masters που είχαν κοπεί σε βινύλιο και ο τύπος το έπαιζε μιξαρισμένο σε (σ.σ: Dolby) Atmos, το οποίο ήταν σαν ένας 5- κάναλος τρόπος για να μπορέσεις να μιξάρεις έναν δίσκο.

Έτσι, η τεχνολογία συνεχίζει να προχωρά και πάντα θα προχωρά και τα μέσα αναπαραγωγής θα συνεχίσουν να αλλάζουν. Όταν άκουσα τη μίξη σε Atmos, σκέφτηκα: «Λοιπόν, δεν μου λέει κάτι πραγματικά. Είμαι απόλυτα ευχαριστημένος μ’ αυτήν σε stereo», όπως είμαι απόλυτα ευχαριστημένος που έχω δύο ηχεία και μπορώ να οργανώσω τη μουσική με έναν τρόπο που αντιλαμβανόμουν σε όλη μου τη ζωή. Δεν χρειάζεται να μπορώ ν’ ακούω ένα πουλί να κελαηδάει πίσω από το κεφάλι μου για να φανεί ότι είναι μια έγκυρη μουσική εμπειρία. Αλλά όταν ήμουν παιδί, ήμουν χαρούμενος που άκουγα ένα χάλια ραδιόφωνο στα AM σε μονοφωνικό και ένιωθα: «Ω Θεέ, αυτό είναι το σύμπαν όλο!» Αυτή είναι η μουσική. Θα προτιμήσω μουσική σ’ έναν χάλια αχυρώνα απ’ το να είμαι χωρίς μουσική (γέλια). Υποθέτω ότι θέλω να έχω μουσική. Άρα, θα προτιμήσω την μουσική σε όποια μορφή βγαίνει και θα μπορέσω να βρω την αξία σε αυτήν και θα έχει σημασία για μένα. Μερικές φορές, ακούω ένα τραγούδι που το έφερε ο αέρας από την αυλή του γείτονα, δύο σπίτια πιο πέρα και ακούω αυτή τη μουσική και μπορώ να σκεφτώ: «Θεέ μου, αυτό είναι υπέροχο. Ουάου! Άκου αυτή τη μελωδία! Δεν είναι φανταστικό;» Έτσι, δεν χρειάζομαι απαραίτητα ακουστικά 8.000 δολαρίων για να μπορέσω ν’ αγαπήσω τη μουσική. Λοιπόν, δεν ξέρω. Δεν νιώθω ότι η τεχνολογία είχε ποτέ μεγάλη σημασία για μένα. Τα πράγματα σχετικά με τη μουσική που έχουν σημασία για μένα είναι οι τρόποι με τους οποίους βγαίνει στον αέρα και στη συνέχεια δημιουργεί συναισθήματα, ο τρόπος που αισθάνεται. Αυτό είναι που έχει σημασία για μένα. Έτσι, οι πλατφόρμες αναπαραγωγής και η τεχνολογία, ναι, είναι το μέσο, οπωσδήποτε, πρέπει να το έχεις, αλλά δεν είναι το τελικό πράγμα για μένα. Δεν μ’ ενδιαφέρουν τόσο πολύ οι μορφές αναπαραγωγής.

 

Σας ευχαριστώ πολύ, κύριε Emmett. Η συνέντευξη θα δημοσιευτεί την επόμενη εβδομάδα.

Έξοχα. Ευχαριστώ Θοδωρή. Το εκτιμώ πάρα πολύ.

 

Όχι, είστε ένα από τα πιο έξυπνα άτομα με τα οποία έχω μιλήσει ποτέ. Έχω μιλήσει με πολλούς σπουδαίους Καναδούς καλλιτέχνες. Όλοι είστε πολύ έξυπνοι τύποι: ο Bob Ezrin (παραγωγός Pink Floyd, Alice Cooper), ο Randy Bachman (The Guess Who, BachmanTurner Overdrive), ο Pat Travers. Ένας από τους ήρωές μου είναι από το Montreal, ο Frank Marino (Mahogany Rush), τον γνωρίζετε;

Ναι, φανταστικός!

 

Ξέρετε, κατακρίθηκε στη δεκαετία του ‘70 από τον Τύπο ως «κλώνος του Hendrix», κ.λπ.

Ναι, ξέρω. Αλλά τον είδα μια φορά, παίξαμε μια συναυλία στην Αγγλία και ήταν στο bill (σ.σ.: Heavy Metal Holocaust, Port Vale Stadium, 1η Αυγούστου 1981) και οι ήχοι στην κιθάρα που έβγαζε ήταν απλά απίστευτοι. Δεν ήταν κλώνος του Hendrix, ήταν σαν μαθητής του Hendrix που είχε γίνει τότε κύριος του εαυτού του και το είχε πάει ακόμα πιο μακριά απ’ όπου είχε πάει ποτέ ο Hendrix. Επειδή είδα τον Hendrix μερικές φορές στη ζωή μου, ξέρεις, όταν ήμουν παιδί και ο Frank κάπως ανέβασε το επίπεδο. Οι ήχοι που έβγαζε στη σκηνή όταν παίζαμε σε αυτό το heavy metal πράγμα στην Αγγλία, ναι, είχε υπέροχους ήχους.

 

Ένα τεράστιο «ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ» στον κύριο Rik Emmett για τον χρόνο του.

Παραγγείλτε την αυτοβιογραφία “Lay It on the Line” από εδώ

Official Rik Emmett website: https://www.rikemmett.com/

Official Rik Emmet Facebook page:  https://www.facebook.com/rikemmettnetwork

 

- Advertisement -

Latest articles

Related articles

Μετάβαση στο περιεχόμενο